Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

εὖ καὶ μάλα

  • 1 μάλα

    μάλα [ μᾰλᾰ; but Hom. sts. uses the ult. long before λ, Il.3.214, 4.379; before μ, 10.172], Adv.
    A very, exceedingly, prefixed or subjoined to Adjectives, Verbs, and Adverbs:
    1 strengthening the word with which it stands,
    a with Adjs., in Hom. most freq., μάλα πολλά very many, Od.1.1; μ. πᾶσα, μ. πάντα, every one, all together, Il.13.741, Od.2.306, etc.; μάλ' ἀσκηθής all unhurt, 5.26; ἀβληχρὸς μ. τοῖος quite gentle, 11.135; σαρδάνιον μ. τοῖον a quite sardonic smile, 20.302;

    μάλα μυρίοι 15.556

    , 16.121, etc.; ἐμέο πρότερος μ. actually before me, Il.10.124; later, μ. φιλόσοφοι, πλάτανος μάλ' ἀμφιλαφής, etc., Pl.Prm. 126b, Phdr. 230b, etc.: strengthd., μ. δὴ πρεσβύτης very old, X.Cyr.8.7.1;

    μ. γέ τινες ὀλίγοι Pl.R. 531e

    .
    b with Advs., πάγχυ μ., μ. πάγχυ, quite utterly, Il.12.165, 14.143;

    πάνυ μ. Pl.Phd. 80c

    ; εὖ μ. right well, Od.22.190, Pl.Phd. 92d, etc.;

    μάλα.. εὖ Od.23.175

    , cf. Pl.Tht. 156a; μάλ' αὐτίκα (v. αὐτίκα) ; μάλ' αἰεί for ever and aye, Il.13.557, 23.717; ἄχρι μ. κνέφαος until quite dark, Od.18.370; μάλ' ὧδε just in this way, 6.258; μ. διαμπερές right through, Il.20.362; μ. μόλις (v. μόλις); to express repeated action,

    μάλ' αὖθις A.Ag. 1345

    , Ch. 654;

    μάλ' αὖ S.El. 1410

    , etc.; μ. alone,

    ἔα, ἔα μ. A.Ch. 870

    ;

    οἲ μ. καὶ τόδ' ἀλγῶ Id.Pers. 1045

    (lyr.);

    εἶα μ. Ar. Pax 460s

    q. (so

    ἄλλος πύργος.., καὶ ἕτερος μ. ἐπὶ τούτῳ Hdt. 1.181

    , cf. 7.186): freq. after

    καί, αὗταί σ' ὁδηγήσουσι καὶ μάλ' ἀσμένως A.Pr. 728

    , cf. Ch. 879: with neg., μάλ' οὐ, μάλ' οὔ πως, Il.2.241, Od. 5.103;

    οὐ μ. Hdt.1.93

    , 2.37, S.Ph. 676 (lyr.).
    c with Verbs,

    μήτ' ἄρ με μάλ' αἴνεε Il.10.249

    ;

    μ. τ' ἔκλυον αὐτοῦ 1.218

    ; ἡ δὲ μάλ' ἡνιόχευεν drove carefully, Od.6.319; μ... προπέμπει in earnest, A.Th. 915 (lyr.), cf. Eu. 368 (lyr.);

    καὶ μ. δοκοῦντας φρονίμους εἶναι X.Cyr.6.1.36

    ;

    μ. πολιορκούμενοι Id.HG7.1.25

    .
    2 strengthening an assertion, νῦν σε μ. χρὴ αἰχμητὴν ἔμεναι, i.e. now or never, Il.16.492; τῷ κε μάλ' ἤ κεν μεῖνε .. then doubtless he would have stayed, Od.4.733; σοὶ δὲ μάλ' ἕψομ' ἐγώ yes indeed.., Il.10.108; ἀλλὰ μάλ' ὤφελλες why plainly.., Od.4.472: freq. with another word, as ἦ μ. δή .. now in very truth, Il.5.422, etc.;

    ἦ δή που μ. 21.583

    ; freq. ἦ μ. (without δή) 3.204, etc.
    3 in Hom. sts. after εἰ, as εἰ μ. μιν χόλος ἵκοι if wrath come on him ever so much, Il.17.399, cf. Od.5.485, al.;

    καὶ εἰ μ. τις πολεμίζοι Il.9.318

    ; also μ. περ c. part., μ. περ μεμαώς though desiring never so much, 13.317, cf. 14.58, 17.710, al.;

    καὶ μ. περ 1.217

    , cf. 17.571;

    καὶ εὐρέα περ μάλ' ἐόντα Od.18.385

    .
    4 in [dialect] Att. freq. in answers, yes, certainly,

    μ. γε Pl.R. 555d

    , 564e, etc.;

    μ. τοι X.Mem.1.2.46

    ;

    καὶ μ. Pl.Phdr. 258c

    ;

    καὶ μ. γε Id.Tht. 148c

    , etc.; καὶ μ. δή ib. 177a; καὶ μ. ἐπαύσατο certainly it stopped, Id.Smp. 189a, etc.
    II [comp] Comp. [full] μᾶλλον [[pron. full] by nature, Hdn.Gr.2.932], [dialect] Ion. [full] μάλιον [pron. full] [ᾰ] only in Tyrt.12.6, cf. Choerob.in An.Ox.2.240; late [dialect] Dor. [full] μαλλότερον Pempel. ap. Stob.4.25.52:—more, rather, Il.5.231, Od.1.351, al.: mostly folld. by , but in Prose also by a gen., μ. τοῦ ξυμφέροντος more than is expedient, Antipho 5.1;

    μ. τοῦ δέοντος Pl.Grg. 487b

    , X.Mem.4.3.8 (sts. expressed by μᾶλλον alone, Pl. Phd. 63d);

    οὐπώποτ' ἔργου μ. εἱλόμην λόγους E.Fr. 394

    ; παντὸς μ. most assuredly, Pl.Lg. 715d (v. infr. 8); in Id.Ap. 36d, οὐκ ἔσθ' ὅτι μ. πρέπει οὕτως, ὡς.., ὡς is prob. = (v. ὡς): denoting a constant increase, more and more, sts. doubled,

    μ. μ. E.IT 1406

    , Ar.Ra. 1001 (lyr.), Alex.29: in positive sense, exceedingly,

    κηρόθι μ. Il.9.300

    , Od.15.370, al.:—Usage:
    1 freq. strengthened by other words,

    πολὺ μ. Il.9.700

    , etc.;

    ἔτι μ. 14.97

    , al.;

    μ. ἔτ' ἢ τὸ πάροιθεν Od.1.322

    ;

    καὶ μ. Il.8.470

    ;

    καὶ μ. ἔτι Od.18.22

    ;

    ἔτι καὶ μ. Pi.P.10.57

    ;

    ἔτι καὶ πολὺ μ. Il.23.386

    , 429, Hes.Th. 428;

    ἐπὶ μ. Hdt.3.104

    ;

    ἔτι ἐπὶ μ. Id.1.94

    ;

    πολλῷ μ. Pl.Phd. 80e

    , 1 Ep.Cor.12.22: also modified, μᾶλλόν τι somewhat more,

    μ. τι περιημέκτεε Hdt.1.114

    , cf.50, etc.;

    μ. ἤδη προσδεχομένου Th.8.71

    .
    2 sts. with a second [comp] Comp.,

    ῥηΐτεροι μ. Il.24.243

    , cf. Hdt.1.32, A.Th. 673, Supp. 279, S.Ant. 1210, E.El. 222, Pl. Phd. 79e, Is.4.14 (s.v.l.), Arist.Top. 116b24.
    3 μᾶλλον δέ much more.., or rather.., to correct a statement already made,

    ὁ δεσπότης πέπραγεν εὐτυχέστατα, μ. δ' ὁ Πλοῦτος αὐτός Ar.Pl. 634

    ;

    πολλοί, μ. δὲ πάντες D.18.65

    , cf. Pl.Smp. 173e; so

    ἢ μ. Corn.ND20

    , Simp.in Ph.25.16; οὐχὶ μ. ἤ .. not so, but rather so.., Th.2.87.
    4 μ. δὲ καὶ ἡσυχαίτερα more or less violent, Id.3.82.
    5 οὐδὲν μ. none the more, ib.79;

    οὐδέν τι μ. Pl.Phd. 87d

    ; μηδέν τι μ. ἤ .. S.Aj. 280.
    6 μ. ἤ .. folld. by οὐ in comparisons, where preference implies rejection or denial,

    πόλιν ὅλην διαφθεῖραι μᾶλλον ἤ οὐ τοὺς αἰτίους Th.3.36

    : preceded by another neg., Hdt.4.118, 5.94, 7.16. γ, etc.: by an interrog. which conveys a neg. force, τίδεῖ.. μᾶλλον, ἤ οὐ .. ; X.HG6.3.15.
    7 τὸ μ. καὶ ἧττον, a form of argument, a fortiori, Arist.Rh. 1397b12.
    8 παντὸς μ., v. πᾶς 111.4.
    III [comp] Sup. [full] μάλιστα most of all, above all, Hom., etc.;

    πᾶσι, μάλιστα δ' ἐμοί Od.21.353

    ; μ. μὲν.., ἔπειτα or ἔπειτα δέ .., first and above all.., next.., S.OT 647, cf. Ph. 1285; μ. μὲν.., δεύτερον δὲ .. Is.2.20; μ. μὲν.., εἰ δὲ μὴ .. Hdt.8.22, Th.1.40, Pl.R. 590d, D.20.25, etc.;

    τοῦτο δ' ἐστὶ μ. μὲν θάνατος, εἰ δὲ μή, πάντα τὰ ὄντα ἀφελέσθαι Id.21.152

    ; μάλιστα μὲν.., μᾶλλον μέντοι .. Pl.Smp. 180b; μάλιστα.., εἰ μὴ δ' .. S.Ph. 617; δοκέων μιν μ. ταύτης ἂν πείθεσθαι certainly, Hdt.3.53; τί μ.; what precisely? Pl.Grg. 448d, cf. Men. 80b, Smp. 218c: c. gen. partit.,

    μ. πάντων Hdt.2.37

    , Pl.Prt. 327a, cf. Th. 4.86; τὸ μ. πάντων the supreme reality, Plot.5.5.11; τὸ μ. εἶναι the highest degree of being, Id.6.2.7.
    1 strengthd., ὡς μ. certainly, A.Supp. 294, Pl.R. 460a, etc.;

    ὅσον μ. A.Pr. 524

    ;

    ὅσα ἐδύνατο μ. Hdt.1.185

    ;

    ὡς δύναμαι μ. Pl.R. 367b

    ;

    ὡς οἷόν τε μ. Id.Grg. 510b

    ;

    εἰς ὅσον ἀνθρώπῳ δυνατὸν μ. Id.Phdr. 277a

    ;

    ὅτι μ. δύνασαι Id.Sph. 239b

    ;

    μακρῷ μ. Hdt.1.171

    ;

    πολλῷ μ. Paus.1.42.3

    ;

    παντὸς μ. D.H.3.35

    , etc.
    2 with the Art., ἐς τὰ μ. in the highest degree, Hdt.1.20, 2.76, Th.6.104, 8.6, D.21.212: without

    ἐς, φίλοι τὰ μ. Hdt.2.147

    , cf.Th. 1.92, D.21.62;

    τά γε μ. Pl.Lg. 794d

    ; εἰ τὰ μ. ἦσαν ἀληθεῖς if they were ever so true, D.18.95; εἰ τὰ μ. μὴ τινές, ἀλλὰ πάντες .. if ( to put an extreme case) not some, but all.., Id.20.2;

    εἰ.. δοκοίη τὰ μ. Id.18.21

    ; ἀνὴρ δόκιμος ὁμοῖα τῷ μ. as famous as he that is most [famous], Hdt.7.118, cf. 3.8;

    τοῖς μάλισθ' ὁμοίως D.Ep.2.24

    .
    b ἐν τοῖς μ. especially, as much as any, Th.8.90, Pl.Smp. 173b, etc.: with a [comp] Sup.,

    ἐν τοῖς μ. ὠμότατος Ael.VH14.40

    ;

    φιλτάτη καὶ ἀναγκαιοτάτη ἐν τοῖς μ. Procop.Arc.4

    .
    3 added to a [comp] Sup. (v.

    μάλα 11.2

    , πλεῖστον) , ἔχθιστος μ., μ. φίλτατος, Il.2.220, 24.334;

    μ. κῃ ἐμφερέστατα Hdt.2.76

    ;

    μ. φίλτατος E.Hipp. 1421

    : to a [comp] Comp. (?),

    μ. δὴ ὀκνηρότεροι ἐγένοντο Th.4.55

    .
    4 μάλιστα for

    μᾶλλον, μ. τῆς κόρης E.IA[1594]

    ;

    μ. ἤ ἐμοί A.R.3.91

    .
    5 with numerals, in round numbers, about, Th.3.29, 92, X.HG5.2.31, etc.; πεντήκοντα μάλιστα is 49 in Th.1.118;

    ἑκατοστὸς μ. 99t

    h, Id.8.68; ἐς μέσον μάλιστά κῃ about the middle, Hdt. 1.191, cf. 76;

    ἥμισυ μ. Th.1.93

    ; μ. σφᾶς μεσοῦν δειπνοῦντας that they were about the middle of supper, Pl.Smp. 175c;

    κου μ. Hdt.7.22

    ;

    μ. πως Plb.2.41.13

    .
    6 in answers, most certainly, Ar.Pl. 827, etc.;

    μ. γε S.OT 994

    , Ar.Nu. 253;

    μ. πάντων Id.Av. 1531

    ;

    πάντων μ. Pl.Grg. 453d

    ; v. supr.1.4. (Orig. perh. fiercely, cf. μαλερός.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μάλα

  • 2 μάλα

    1 greatly, really
    a c. verb.

    φιλεῖ δέ μιν Παλλὰς, μάλα φιλεῖ δὲ παῖς O. 2.27

    μάλα δέ οἱ θερμαίνει φιλότατι νόον O. 10.87

    μάλα δ' ἐθέλοντι σύμπειρον ἀγωνίᾳ θυμὸν ἀμφέπειν N. 7.10

    Ἡσιόδου μάλα τιμᾷ τοῦτ' ἔπος I. 6.67

    separated from its verb,

    ἦ μάλα δὴ μετὰ καὶ νῦν ὥτε φοινικανθέμου ἦρος ἀκμᾷ, παισὶ τούτοις ὄγδοον θάλλει μέρος Ἀρκεσίλας P. 4.64

    b c. adj., part.

    μιν αἰνέω, μάλα μὲν τροφαῖς ἑτοῖμον ἵππων O. 4.14

    κέρδει δὲ τί μάλα τοῦτο κερδαλέον τελέθει; P. 2.78

    μάλα ἁδόντι νόῳ P. 6.51

    τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον σύγγονοι P. 9.107

    μάλα μὲν ἀνδρῶν δικαίων περικαδόμενοι N. 10.54

    κ]αὶ μάλ' ἐπις[ Δ. 4a. 2.
    c ? c. adv.

    σφίσιν μάλα πρᾶξον δικαίως Pae. 8.12

    2 comp., μᾶλλον, more,
    b c. adj. in comparisons.

    τεκεῖν μή τιν' πόλιν φίλοις ἄνδρα μᾶλλον εὐεργέταν Θήρωνος O. 2.93

    ἔλπομαι δ' τὸν Ἱπποκλέαν ἔτι καὶ μᾶλλον σὺν ἀοιδαῖς ἕκατι στεφάνων θαητὸν ἐν ἅλιξι θησέμεν P. 10.57

    3 superl. μᾰλιστα, especially, most of all

    ἀστῶν δ' ἀκοὰ κρύφιον θυμὸν βαρύνει μάλιστ ἐσλοῖσιν ἐπ ἀλλοτρίοις P. 1.84

    ὧν θαλίαις ἔμπεδον εὐφαμίαις τε μάλιστ' Ἀπόλλων χαίρει P. 10.35

    ἀεθλονικία δὲ μάλιστ' ἀοιδὰν φιλεῖ N. 3.7

    ὦ τέκνον, ποντίου θηρὸς πετραίου χρωτὶ μάλιστα νόον προσφέρων” fr. 43. 2. Ἐλπίς, ἃ μάλιστα θνατῶν πολύστροφον γνώμαν κυβερνᾷ fr. 214. 3. c. gen.,

    μάλιστα μὲν Κρονίδαν θεῶν σέβεσθαι P. 6.23

    τῶν νῦν δὲ καὶ Θρασύβουλος πατρῴαν μάλιστα πρὸς στάθμαν ἔβα P. 6.45

    τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων λέγεται παντὶ μάλιστα δονεῖν θυμόν N. 6.56

    τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων μάλιστα θυμὸν τεὸν εὔφρανας; I. 7.2 frag., ] μαλισταβ[ P. Oxy. 2445, fr. 21a.

    Lexicon to Pindar > μάλα

  • 3 καί

    καί, Conj., copulative, joining words and sentences,
    A and; also Adv., even, also, just, freq. expressing emphatic assertion or assent, corresponding as positive to the negative οὐ ([etym.] μή ) or οὐδέ ([etym.] μηδέ).
    A copulative, and,
    I joining words or sentences to those preceding,

    ἦ, καὶ κυανέῃσιν ἐπ' ὀφρύσινεῦσε Κρονίων Il.1.528

    , etc.: repeated with two or more Nouns,

    αἱ δὲ ἔλαφοι κ. δορκάδες κ. οἱ ἄγριοι οἶες κ. οἱ ὄνοι οἱ ἄγριοι X.Cyr.1.4.7

    ; joining only the last pair, Cleom.2.1 (p.168.5 Z.), Phlp.in APr.239.30, etc., v. l. in Arist.Po. 1451a20; ὁ ὄχλος πλείων κ. πλείων ἐπέρρει more and more, X.Cyr.7.5.39; to add epithets after

    πολύς, πολλὰ κ. ἐσθλά Il.9.330

    ;

    πολλὰ κ. μεγάλα D.28.1

    , etc.
    2 to addalimiting or defining expression, πρὸς μακρὸν ὄρος κ. Κύνθιον ὄχθον to the mountain and specially to.., h.Ap. 17, cf. A.Ag. 63 (anap.), S.Tr. 1277 (anap.) (sts. in reverse order,

    πρὸς δῶμα Διὸς κ. μακρὸν Ὄλυμπον Il.5.398

    ); to add by way of climax, θεῶν.. κ. Ποσειδῶνος all the gods, and above all.., A.Pers. 750, etc.;

    ἐχθροὶ κ. ἔχθιστοι Th.7.68

    ;

    τινὲς κ. συχνοί Pl.Grg. 455c

    ; freq. ἄλλοι τε καί.., ἄλλως τε καί.. , v. ἄλλος 11.6,

    ἄλλως 1.3

    ; ὀλίγου τινὸς ἄξια κ. οὐδενός little or nothing, Id.Ap. 23a: joined with the demonstr. Pron. οὗτος (q. v.),

    εἶναι.. δούλοισι, κ. τούτοισι ὡς δρηπέτῃσι Hdt.6.11

    , cf. 1.147; κ. ταῦτα and this too..,

    γελᾶν ἀναπείθειν, κ. ταῦθ' οὕτω πολέμιον ὄντα τῷ γέλωτι X.Cyr.2.2.16

    , etc.
    II at the beginning of a sentence,
    1 in appeals or requests,

    καί μοι δὸς τὴν Χεῖρα Il.23.75

    ; καί μοι λέγε.., καί μοι ἀπόκριναι.. , Pl.Euthphr.3a, Grg. 462b; freq. in Oratt., καί μοι λέγε.. τὸ ψήφισμα, καί μοι ἀνάγνωθι.. , D.18.105, Lys.14.8, etc.
    2 in questions, to introduce an objection or express surprise, κ. τίς τόδ' ἐξίκοιτ' ἂν ἀγγέλων τάχος; A.Ag. 280; κ. πῶς.. ; pray how..? E. Ph. 1348; κ. δὴ τί.. ; but then what..? Id.Hel. 101; κ. ποῖον.. ; S.Aj. 462; κ. τίς εἶδε πώποτε βοῦς κριβανίτας; Ar.Ach.86; κἄπειτ' ἔκανες; E.Med. 1398 (anap.); κ. τίς πώποτε Χαριζόμενος ἑτέρῳ τοῦτο εἰργάσατο; Antipho 5.57, cf. Is.1.20, Isoc.12.23, Pl. Tht. 163d,al.
    3 = καίτοι, and yet, Ar.Eq. 1245, E.HF 509.
    4 at the beginning of a speech, Lys.Fr. 36a.
    III after words implying sameness or like ness, as, γνώμῃσι ἐχρέωντο ὁμοίῃσι κ. σύ they had the same opinion as you, Hdt.7.50, cf. 84; ἴσον or ἴσα κ... , S.OT 611, E.El. 994; ἐν ἴσῳ (sc. ἐστὶ)

    κ. εἰ.. Th.2.60

    , etc.
    2 after words implying comparison or opposition,

    αἱ δαπάναι οὐχ ὁμοίως κ. πρίν Id.7.28

    ;

    πᾶν τοὐναντίον ἔχει νῦν τε κ. ὅτε.. Pl.Lg. 967a

    .
    3 to express simultaneity,

    ἦν ἦμαρ δεύτερον.., κἀγὼ κατηγόμην S.Ph. 355

    , cf. Th.1.50; παρέρχονταί τε μέσαι νύκτες κ. ψύχεται [ τὸ ὕδωρ] Hdt.4.181, cf. 3.108; [ οἱ Λακεδαιμόνιοι]

    οὐκ ἔφθασαν τὴν ἀρχὴν κατασχόντες κ. Θηβαίοις εὐθὺς ἐπεβούλευσαν Isoc.8.98

    .
    IV joining an affirm. clause with a neg.,

    ἀλλ' ὥς τι δράσων εἷρπε κοὐ θανούμενος S.Tr. 160

    , etc.
    V καί.., καί.. correlative, not only.., but also.., κ. ἀεὶ κ. νῦν, κ. τότε κ. νῦν, Pl.Grg. 523a, Phlb. 60b;

    κ. κατὰ γῆν κ. κατὰ θάλατταν X.An.1.1.7

    .
    VI by anacoluthon, ὣς φαμένη κ. κερδοσύνῃ ἡγήσατ' Ἀθήνη, for ὣς ἔφη κ... , Il.22.247; ἔρχεται δὲ αὐτή τε.. κ. τὸν υἱὸν ἔχουσα, for κ. ὁ υἱός, X.Cyr.1.3.1;

    ἄλλας τε κατηγεόμενοί σφι ὁδούς, κ. τέλος ἐγίνοντο Hdt.9.104

    ;

    τοιοῦτος ὤν, κᾆτ' ἀνὴρ ἔδοξεν εἶναι Ar.Eq. 392

    , cf. Nu. 624.
    B even, also, just,
    1 τάχα κεν κ. ἀναίτιον αἰτιόῳτο even the innocent, Il.11.654, cf. 4.161, etc.; δόμεναι κ. μεῖζον ἄεθλον an even greater prize, 23.551, cf. 10.556, 5.362: with numerals, κ. πέντε full five, 23.833;

    γενομένης κ. δὶς ἐκκλησίας Th.1.44

    , cf. Hdt.2.44,60, 68, al. (but ἐτῶν δύο κ. τριῶν two or three, Th.1.82, cf. X.Eq.4.4).
    2 also, κ. ἐγώ I also, Il.4.40; κ. αὐτοί they also, X.An.3.4.44, etc.; Ἀγίας καὶ Σωκράτης κ. τούτω ἀπεθανέτην likewise died, ib. 2.6.30; in adding surnames, etc.,

    Ὦχος ὁ κ. Δαρειαῖος Ctes.Fr.29.49

    (sed Photii est): Ptol. Papyri have nom. ὃς κ., gen. τοῦ κ. etc.,

    Πανίσκος ὃς κ. Πετεμῖνις PLond.2.219

    (b) 2 (ii B.C.); dat. τῷ κ. ib.(a) v2, PRein.26.5 (ii B. C.); nom. ὁ κ. first in PTeb.110.1 (i B. C.), freq. later, BGU22.25 (ii A. D.), etc.;

    Ἰούδας ὁ κ. Μακκαβαῖος J.AJ12.6.4

    ;

    Σαῦλος ὁ κ. Παῦλος Act.Ap.13.9

    : with

    ἄλλος, λαβέτω δὲ κ. ἄλλος Od.21.152

    ; εἴπερ τι κ. ἄλλο, ὥς τις κ. ἄλλος, X.Mem.3.6.2, An.1.3.15, cf. Pl. Phd. 59a, Ar.Nu. 356: freq. in antithetic phrases, οὐ μόνον.., ἀλλὰ καὶ.. , not only.., but also.., v. μόνος; οὐδὲν μᾶλλον.. ἢ οὐ καὶ.. Hdt.5.94, al.
    b freq. used both in the anteced. and relat. clause, where we put also in the anteced. only,

    εἰ μὲν κ. σὺ εἶ τῶν ἀνθρώπων ὧνπερ κ. ἐγώ Pl.Grg. 458a

    , cf. Il.6.476, X.An.2.1.21.
    3 freq. in apodosi, after temporal Conjs.,

    ἀλλ' ὅτε δή ῥα.., κ. τότε δή.. Il.1.494

    , cf. 8.69, Od. 14.112; also after εἰ, Il.5.897: in Prose,

    ὡς δὲ ἔδοξεν, κ. ἐχώρουν Th.2.93

    : as a Hebraism,

    κ. ἐγένετο.. κ... LXX Ge.24.30

    , al., Ev.Luc.1.59, etc.
    4 with Advs., to give emphasis,

    κ. κάρτα Hdt.6.125

    ; κ. λίην full surely, Il.19.408, Od.1.46;

    κ. μᾶλλον Il.8.470

    , cf. E.Heracl. 386; κ. πάλαι, κ. πάνυ, S.OC 1252, Pl. Chrm. 154e; κ. μάλα, κ. σφόδρα, in answers, Ar.Nu. 1326, Pl.La. 191e.
    5 with words expressing a minimum, even so much as, were it but, just,

    ἱέμενος κ. καπνὸν ἀποθρῴσκοντα νοῆσαι Od.1.58

    ; οἷς

    ἡδὺ κ. λέγειν Ar.Nu. 528

    ; τίς δὲ κ. προσβλέψεται; who will so much as look at you? E.IA 1192, cf. Ar.Ra. 614, Pl.Ap. 28b, 35b.
    6 just, τοῦτ' αὐτὸ κ. νοσοῦμεν 'tis just that that ails me, E.Andr. 906, cf. Ba. 616, S.Tr. 490, Ar. Pax 892, Ra.73, Pl.Grg. 456a, Tht. 166d: freq. with a relat.,

    τὸ κ. κλαίουσα τέτηκα Il.3.176

    ;

    διὸ δὴ καὶ.. Th.1.128

    , etc.: also in interrogations (usu. to be rendered by emphasis in intonation), ποίου Χρόνου δὲ καὶ πεπόρθηται πόλις; and how long ago was the city sacked? A.Ag. 278; ποῦ καί σφε θάπτει; where is he burying her? E.Alc. 834, cf. S.Aj. 1290, al., X.An.5.8.2, Ar. Pax 1289, Pl. Euthphr.6b, D.4.46, etc.
    7 even, just, implying assent, ἔπειτά με κ. λίποι αἰών thereafter let life e'en leave me, Il.5.685, cf. 17.647, 21.274, Od.7.224.
    8 κ. εἰ even if, of a whole condition represented as an extreme case, opp. εἰ κ. although, notwithstanding that, of a condition represented as immaterial even if fulfilled, cf. Il.4.347, 5.351, Od.13.292, 16.98 with Il.5.410, Od.6.312, 8.139, etc.; εἰ κ. ἠπιστάμην if I had been able, Pl.Phd. 108d, cf. Lg. 663d. (This remark does not apply to cases where εἰ and καί each exert their force separtely, as

    εἴ περ ἀδειής τ' ἐστί, καὶ εἰ..

    and if..

    Il.7.117

    , cf. Hdt.5.78, etc.)
    9 before a Participle, to represent either καὶ εἰ.. , or εἰ καί.. , although, albeit, Ἕκτορα κ. μεμαῶτα μάχης σχήσεσθαι ὀΐω, for ἢν κ. μεμάῃ, how much soever he rage, although he rage, Il.9.655; τί σὺ ταῦτα, κ. ἐσθλὸς ἐών, ἀγορεύεις; (for εἰ κ. ἐσθλὸς εἶ) 16.627, cf. 13.787, Od.2.343, etc.;

    κ. τύραννος ὢν ὅμως S.OC 851

    .
    C Position: καί and, is by Poets sts. put after another word, ἔγνωκα, τοῖσδε κοὐδὲν ἀντειπεῖν ἔχω, for

    καὶ τοῖσδε οὐδέν A.Pr.51

    , cf. Euph.51.7, etc.
    2 καί also, sts. goes between a Prep. and its case,

    ἐν κ. θαλάσσᾳ Pi.O.2.28

    .
    3 very seldom at the end of a verse, S.Ph. 312, Ar.V. 1193.
    D crasis: with [pron. full] , as κἄν, κἀγαθοί, etc.; with ε, as κἀγώ, κἄπειτα, etc., [dialect] Dor. κἠγώ, κἤπειτα, etc.; with η, as Χἠ, Χἠμέρη, Χἠμεῖς, etc.; with [pron. full] in Χἰκετεύετε, Χἰλαρή; with ο, as Χὠ, Χὤστις, etc.; with υ in Χὐμεῖς, Χὐποχείριον, etc.; with ω in the pron. ᾧ, Χᾦ; with αι, as κᾀσχρῶν; with αυ, as καὐτός; with ει, as κεἰ, κεἰς (but also κἀς) , κᾆτα; with εὐ-, as κεὐγένεια, κεὐσταλής; with οι in Χοἰ (

    Χᾠ EM816.34

    ); with ου in Χοὖτος, κοὐ, κοὐδέ, and the like .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καί

  • 4 εὖ

    εὖ, [dialect] Ep. also
    A

    ἐΰ Od.1.302

    , etc., cf. A.D.Adv.200.20: Adv. (prop. neut. of ἐΰς):— well, opp. κακῶς (as in Th.4.63), Hom., etc.
    I of knowledge or action, well, thoroughly, competently,

    εὖ μέν τις δόρυ θηξάσθω, εὖ δ' ἀσπίδα θέσθω Il.2.382

    ;

    εὖ καὶ ἐπισταμένως κέασαν ξύλα Od. 20.161

    ;

    τὴν πόλιν κοσμέων καλῶς τε καὶ εὖ Hdt.1.59

    ;

    τὸ πρᾶγμα βασανίσας καλῶς τε καὶ εὖ Pl.Euthd. 307b

    , etc.; τόξων ἐῢ εἰδώς cunning with the bow, Il.2.718, etc.;

    εὖ τόδ' ἴσθι A.Pers. 173

    (troch.); εὖ γὰρ σαφῶς τόδ' ἴστε ib. 784; εὖ οἶδ' ὅτι parenthetic in colloquial speech,

    σὺ γὰρ εὖ οἶδ' ὅτι οὐ πράγματ' ᾄσει Ar. Pax 1296

    , cf. D.14.2, etc.; εὖ οἶδα, in answers, Dioxipp.4; εὖ μήδεο consider well, Il.2.360; εὖ λέγεις well spoken ! Pl.Ap. 24e, cf. D.5.2, etc.: with λέγω omitted,

    οὐδὲ τοῦτ' εὖ Ἐρατοσθένης Str.1.3.1

    .
    2 morally well, kindly, εὖ ἔρδειν, = εὐεργετεῖν, Il.5.650; εὖ εἰπεῖν τινα to speak well of him, Od.1.302;

    εὖ δρᾶν εὖ παθών S.Ph. 672

    , etc.
    3 with passive or intransitive Verbs, fortunately, happily, in good case,

    εὖ ζώουσι Od.19.79

    ; εὖ οἴκαδ' ἱκέσθαι safely, Il.1.19, cf. Od.3.188;

    τοῦ βίου εὖ ἥκειν Hdt.1.30

    ; εὖ φρονῶν in one's right mind, A.Pr. 387, etc. (but εὖ φρονεῖν εἴς τινας, τὰ σά, to be well-disposed towards, And.2.4, S.Aj. 491); standing last for emphasis,

    ἄνδρες γεγονότες εὖ Hdt.7.134

    ;

    νόμους μὴ λύειν ἔχοντας εὖ Id.3.82

    ;

    τελευτήσει τὸν βίον εὖ Id.1.32

    , cf. Th.1.71, Arist. EN 1124b13, etc.: separated from its Verb,

    εὖ πρᾶγμα συντεθέν D. 18.144

    .
    II coupled with other Adverbs, esp. when qualifying nouns, adjectives, and adverbs,

    εὖ μάλα Od.4.96

    , etc.;

    ἡ ἀορτὴ εὖ μάλα κοίλη Arist.HA 514b22

    ;

    εὖ μάλα πᾶσαι h.Ap. 171

    ;

    εὖ μάλα πολλά Heraclit.35

    ;

    εὖ μάλα πρεσβύτης Pl.Euthphr.4a

    ;

    μάλα εὖ καὶ κομψῶς Id.Sph. 236d

    ;

    εὖ καὶ μάλα Id.Smp. 194a

    (sed cf. CQ15.4);

    κάρτα εὖ Hdt.3.150

    ; εὖ.. πάνυ or πάνυ εὖ, Ar.Pl. 198, Pl.Men. 80b;

    εὖ σφόδρα Nicostr.8

    , Philem.75.4; εὖ κἀνδρικῶς, εὖ κἀνδρείως, Ar.Eq. 379 (lyr.), Th. 656; καλῶστεκαὶ εὖ (v.supr.1.1);

    εὖ τε καὶ καλῶς Pl.R. 503d

    .
    IV as the Predicate of a propos., τί τῶνδ' εὖ; A.Ch. 338 (lyr.), cf. 116; εὖ εἴη may it be well, Id.Ag. 216 (lyr.); εὐορκεῦντι μέμ μοι εὖ εἶμεν or εἴη, SIG953.9 (Calymna, ii B.C.), PEleph.23.19 (iii B.C.); εὖ σοι γένοιτο well be with thee, E.Alc. 627, cf.Fr. 707.
    V Interjection, well done! to cheer on dogs,

    εὖ κύνες X.Cyn.9.20

    ; ahoy! ho! Lyr.Alex.Adesp.20.11; cf. εὖγε.
    VI in Compds., implying abundance ([etym.] εὐανδρία), prosperity ( εὐδαίμων, opp. κακοδαίμων), ease ( εὔβατος, opp. δύσβατος): compounded only with Nouns and Adjs. (hence εὖ πάσχω, εὖ ποιέω are better written divisim, but εὐποιητικός implies εὐποιέω: v. ἀντευποιέω) ; εὐδοκέω is exceptional. (Replaced by καλῶς in later Gr., exc. in set phrases.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > εὖ

  • 5 χαίρω

    χαίρω, Il.7.191, etc.; [ per.] 3pl. imper.
    A

    χαιρόντων E.HF 575

    : [tense] impf., [dialect] Ep.

    χαῖρον Il.14.156

    , [dialect] Ion.

    χαίρεσκον 18.259

    : [tense] fut.

    χαιρήσω 20.363

    , Hdt. 1.128, Ar.Pl.64, And.1.101, Arr.An.5.20.6; [dialect] Ep. redupl. inf.

    κεχᾰρησέμεν Il.15.98

    ; later χᾰρῶ v.l. in Apoc. 11.10: [tense] aor.

    ἐχαίρησα Plu. Luc.25

    : [tense] pf.

    κεχάρηκα Ar.V. 764

    , part.

    - ηκώς Hdt.3.42

    , etc., [dialect] Ep. acc. κεχᾰρηότα, pl. -ότας, Il.7.312, Hes.Fr.77:—[voice] Med. (in same sense), χαίρομαι, noted as a barbarism in Ar. Pax 291 (v. Sch.), but found in BCH36.622 (Perinthus, written χέρ-), Alex.Aphr.Pr.1.20, al.: [tense] fut. χᾰρήσομαι Ps.-Luc.Philopatr.24, ([etym.] συγ-) Plb.30.18.1, D.S. 31.15; [dialect] Dor.

    χαρησοῦμαι Pythag.Ep.3.7

    ; χᾰροῦμαι LXXZa.4.10, ([etym.] κατα-) ib.Pr.1.26; [dialect] Ep.

    κεχᾰρήσομαι Od.23.266

    : [tense] aor. 1 part.

    χαιρησάμενος BGU 742 ii 3

    (ii A. D.): [dialect] Ep. [tense] aor.1

    χήρατο Il.14.270

    ;

    ἐχ- Opp.C.1.509

    , etc.; part.

    χηράμενος AP7.198

    (Leon.): [dialect] Ep. redupl. [tense] aor. 2, [ per.] 3pl.

    κεχάροντο Il.16.600

    (

    χάροντο Q.S.6.315

    ); opt. [ per.] 3sg. and pl. κεχάροιτο, -οίατο, Od.2.249, Il.1.256:—[voice] Pass. (in same sense), [tense] aor. 2 ἐχάρην [pron. full] [ᾰ] 7.54, etc., [dialect] Ep. [ per.] 3sg.

    χάρη 5.682

    , 13.609; subj.

    χᾰρῇς Pl.R. 606c

    ; opt.

    χᾰρείη Il.6.481

    ; inf.

    χᾰρῆναι Simon.164

    ; part.

    χᾰρείς Il.10.541

    , Sapph.118, Pi.I.6(5).10, Ar.Th. 981 (lyr.), etc.; [tense] pf.

    κεχάρημαι h.Bacch.7.10

    , E.IA 200 (lyr.), Ar.V. 389 (anap.); part.

    κεχαρμένος E.Or. 1122

    , Tr. 529 (lyr.), Cyc. 367 (lyr.): [tense] plpf. [ per.] 3sg. and pl. κεχάρητο, -ηντο, Hes.Sc.65, h.Cer. 458:—rejoice, be glad, Il.3.111, 21.347, etc.;

    γραῦς ἥδε οἰνοφόρος κεχαρημένη ὧδε κάθηται IG12(8).679

    (Scyros, ii B. C.):

    χ. θυμῷ Il.7.191

    , al.;

    ἐν θυμῷ 24.491

    , Od.22.411;

    φρεσὶν ᾗσι Il.13.609

    ;

    φρένα 6.481

    ; χ. νόῳ to rejoice in wardly, Od. 8.78;

    χαίρει δέ μοι ἦτορ Il.23.647

    ;

    αὐτὰρ ἐμὸν κῆρ χ. Od.4.260

    ;

    χ. καὶ γελᾶν S.El. 1300

    ;

    ἥδομαι καὶ χαίρομαι κεὐφραίνομαι Ar. Pax 291

    ; opp. λυπεῖσθαι, A.Fr.266.3, S.Aj. 555, etc.; opp. ἀλγεῖν, Id.Tr. 1119. —Constr.,
    1 c. dat. rei, rejoice at, take pleasure in a thing,

    νίκῃ Il.7.312

    ;

    φήμῃ Od.2.35

    ;

    δώρῳ Hes.Op. 358

    ;

    μόλπᾳ Sapph.Supp. 25.5

    , cf. S.OT 1070, Pl.Mx. 238d, etc.: c. dat. pers.,

    χαῖρε.. ἀνδρὶ δικαίῳ Od.3.52

    ; with a part. added,

    χάρη δ' ἄρα οἱ προσιόντι Il.5.682

    , cf. 24.706, Od.19.463: with Preps.,

    χαίρειν ἐπί τινι S.Fr. 926

    , X. Mem.2.6.35, Cyr.8.4.12, Isoc.2.30, Pl.Lg. 739d, etc.;

    πρὸς τοῖς παιδικοῖς Eup.327

    ; with a part. added,

    ἐπ' ἐξεργασμένοις κακοῖσι χ. E.Ba. 1040

    , cf. 1033: rarely

    ἔν τινι A.Eu. 996

    (lyr.), S.Tr. 1119: also c. dat. modi, χ. γέλωτι express one's joy by laughter, X.Cyr.8.1.33.
    b of a plant,

    χαίρει ὑφάμμοις χωρίοις Thphr.HP6.5.2

    ; also

    ἡ κύστις χ. τῇ χολῇ Gal.19.646

    .
    2 rarely c. acc., with a part. added,

    χαίρω δέ σ' εὐτυχοῦντα E.Rh. 390

    ;

    τοὺς γὰρ εὐσεβεῖς θεοὶ θνῄσκοντας οὐ χ. Id.Hipp. 1340

    ; χαίρω σ' <ἐλθόντα> Id.Fr. 673 (this usage is said to be Oropian, EM808.4).
    b with a neut. Adj.,

    ταὐτὰ λυπεῖσθαι καὶ ταὐτὰ χαίρειν τοῖς πολλοῖς D.18.292

    : c. acc. cogn.,

    ἁπλῆν χαίρειν ἡδονήν Arist.EN 1154b26

    ;

    χ. ἀνδραπόδων τινὰ χαράν Plu.2.1091e

    .
    3 c. part., χαίρω.. τὸν μῦθον ἀκούσας I rejoice at having heard, am glad to hear, Il.19.185, cf. 7.54, 11.73;

    χαίρουσιν βίοτον νήποινον ἔδοντες Od.14.377

    , cf. 12.380, Hes.Op.55;

    χαίρω.. κόμπον ἱείς Pi.N.8.49

    ;

    χαίρεις ὁρῶν φῶς, πατέρα δ' οὐ χαίρειν δοκεῖς; E.Alc. 691

    ;

    χαίρω φειδόμενος Ar.Pl. 247

    ;

    θωπευόμενος χαίρεις Id.Eq. 1116

    (lyr.), cf. Pl.Smp. 191e, etc.
    b c. part. [tense] pres., delight in doing, to be wont to do,

    χρεώμενοι χαίρουσι Hdt.7.236

    , cf. S.Ph. 449, Ar.V. 764, Pl.Prt. 318d, 346c, 358a.
    4 χαίρειν ὅττι or ὅτι .., Od.14.51, 526, Pi.N.5.46; ἐχάρην καὶ ἐθρασυνάμην ὅτι ἔμαθον .. Metrod.Fr.42; χ. οὕνεκα .. Od.8.200.
    II with negat., esp. with [tense] fut., οὐ χαιρήσεις thou wilt or shalt not rejoice, i.e. thou shalt not go unpunished, shalt repent it, Ar.Pl.64;

    οὐ χαιρήσετον Id.Eq. 235

    ; so

    οὐδέ τιν' οἴω Τρώων χαιρήσειν Il.20.363

    , cf.15.98, Od.2.249, Ar.V. 186; ἀλλ' οὐδ' ὣς Κῦρός

    γε χαιρήσει Hdt.1.128

    ; with an interrog.,

    σὺ.. χαιρήσειν νομίζεις; Plu.Alex.51

    : rarely with other tenses,

    ὅπως ἂν μὴ χαίρωσιν. D.19.299

    ;

    οὐκ ἐχαίρησεν Plu.Luc.25

    : for a similar use of the part., v. infr. IV. 2.
    III freq. in imper. χαῖρε, dual χαίρετον, pl. χαίρετε, as a form of greeting,
    1 at meeting, hail, welcome (esp. in the morning, acc. to D.C.69.18, cf. Luc.Laps.), Il.9.197, Od.13.229, etc.;

    χαῖρε, ξεῖνε, παρ' ἄμμι φιλήσεαι 1.123

    ; strengthd.,

    οὖλέ τε, καὶ μάλα χαῖρε, θεοὶ δέ τοι ὄλβια δοῖεν 24.402

    ;

    χαῖρέ μοι Il.23.19

    , cf. S.OC 1137; repeated, A.Eu. 996, 1014 (both lyr.), S.Aj.91, etc.;

    χαῖρ' ὡς μέγιστα, χαῖρε Id.Ph. 462

    ; in greeting one's native land, the sun, etc., A.Ag. 508,22, S.Ph. 1453 (anap.).
    b sts. implied in the use of χαίρω, κῆρυξ Ἀχαιῶν, χαῖρε .. Answ. χαίρω I accept the greeting, A.Ag. 538; νῦν πᾶσι χαίρω, νῦν με πᾶς ἀσπάζεται I hear the word χαῖρε from all, S.OT 596: so in inf., τὸ χαίρειν dub. l. in Pl.Chrm. 164e; χαίρειν δὲ τὸν κήρυκα προὐννέπω I bid him welcome, S.Tr. 227;

    προσειπών τινα χ. οὐκ ἀντιπροσερρήθη X.Mem.3.13.1

    ; but χαίρειν τἄλλ' ἐγώ σ' ἐφίεμαι I bid thee have thy pleasure, S.Aj. 112.
    c inf. alone at the beginning of letters, Κῦρος Κυαζάρῃ χαίρειν (sc. λέγει) X.Cyr.4.5.27, cf. Theoc.14.1; used by Alexander the Great to Phocion as a mark of respect, Duris 51J.
    2 at leavetaking, fare-thee-well, Od.5.205, 13.59, 15.151;

    χαῖρε πόλλ' ὦδελφέ Ar.Ra. 164

    ; pl.,

    χαίρετε πολλάκι Theoc.1.144

    ; freq. put into the mouth of the dying, S.Aj. 863, Tr. 921, Pl.Phd. 116d, etc.: hence in sepulchral inscriptions, IG7.203, etc.
    b hence, imper. χαιρέτω, χαιρόντων, have done with.., away with..,

    εἴτ' ἐγένετο ἄνθρωπος εἴτ' ἐστὶ δαίμων, χαιρέτω Hdt.4.96

    ;

    χαιρέτω βουλεύματα τὰ πρόσθεν E. Med. 1044

    ,

    χαιρόντων πόνοι Id.HF 575

    ; cf. Pl.Smp. 199a, Lg. 636d, 886d.
    c ἐᾶν χαίρειν τινά or τι dismiss from one's mind, put away, renounce, Hdt.6.23, 9.41, Ar.Pl. 1187, Pl.Phd. 63e, Prt. 348a, X.An.7.3.23, etc.;

    συχνὰ χ. ἐᾶν τινα Pl.Phlb. 59b

    ;

    ἐλευθερίαν μακρὰ χ. ἐᾶν Luc.Apol.3

    ;

    μακρὰ χ. εἰποῦσα Ael.VH12.1

    ;

    πόλλα μοι τὰν Πωλυανάκτιδα παῖδα χαίρην Sapph.86

    ;

    τὴν Κύπριν πόλλ' ἐγὼ χαίρειν λέγω E.Hipp. 113

    , cf. 1059, Pl.Tht. 188a;

    χ. κελεύων πολλὰ τοὺς Ἀχαρνέας Ar.Ach. 200

    ;

    εἰπεῖν χαίρειν τινά Ath.Mitt.56.131

    (Milet., Hellenistic), cf. Luc.Dem.Enc.50;

    χαίρειν προσαγορεύειν Ar.Pl. 322

    (metaph. in Pl.Lg. 771a);

    χαίρειν προσειπεῖν Eup.308

    : less freq. c. dat. pers. (never with ἐᾶν χ.)

    , πολλὰ χαίρειν ξυμφοραῖς καταξιῶ A.Ag. 572

    (nisi leg. ξυμφοράς)

    ; φράσαι.. χαίρειν Ἀθηναίοισι Ar.Nu. 609

    (troch.);

    πολλὰ εἰπόντα χ. τῷ ἀληθεῖ Pl.Phdr. 272e

    , cf. Phd. 64c, R. 406d, X.HG4.1.31 (codd., fort. ἀλλήλους), Jul.ad Them.255a.
    3 on other occasions, as in comforting, be of good cheer, Od.8.408; at meals, 4.60, 18.122; χαῖρε, γύναι, φιλότητι good luck be on our union, 11.248;

    εὐχωλῇς χαίρετε 13.358

    :

    χαῖρε ἀοιδῇ h.Hom.9.7

    .
    IV part.

    χαίρων

    glad, joyful,

    Il.1.446

    , etc.;

    χαίροντα φίλην ἐς πατρίδ' ἔπεμπον εἰς Ἰθάκην Od.19.461

    ;

    χαίροντι φέρειν.. χαίρων 17.83

    ; λυπούμενοι καὶ χαίροντες in sorrow and in joy, Arist.Rh. 1356a16: also [tense] pf. part.

    κεχαρηκώς Hdt.3.27

    ,42, etc.
    2 joined with another Verb, safe and sound, with impunity, χαίροντα ἀπαλλάσσειν ib.69, cf. 9.106, D.24.153; more freq. with a neg., οὐ χαίρων to one's cost,

    οὐ χαίροντες γέλωτα ἐμὲ θήσεσθε Hdt.3.29

    ;

    οὔ τι χαίρων.. ἐρεῖς S. OT 363

    , cf. Ant. 759, Ph. 1299, E.Med. 398, Ar.Ach. 563, Pl.Grg. 510d;

    οὐ γὰπ.. χαίρων τις.. τοὐμὸν ἀλγυνεῖ κέαρ Eup.90

    ;

    οὔτε χαίροντες ἂν ἀπαλλάζαιτε X.An.5.6.32

    ; also

    οὔτι χαιρήσων γε σύ Ar.V. 186

    ; cf. supr. 11.
    3 in the same sense as imper. (supr. 111), σὺ δέ μοι χαίρων ἀφίκοιο fare-thee-well, and may'st thou arrive, Od.15.128, cf. Theoc.2.163; χαίροισ' ἔρχεο go thy way rejoicing, Sapph.Supp.23.7; ἀλλ' ἑρπέτω χαίρουσα let her go with a benison, S.Tr. 819; χαίρων ἴθι fare-thee-well, E.Alc. 813, Ph. 921;

    χαίρουσα.. στεῖχε Id.Hipp. 1440

    .
    V Astrol., of a planet, occupy the position appropriate to another of its own αἵρεσις, Serapio in Cat.Cod.Astr.8(4).230, Ptol.Tetr.51, Vett.Val. 63.6, Man.2.348. (Cf. Skt. háryati 'take pleasure in', Umbr. heriest 'will wish', Lat. horior.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > χαίρω

  • 6 μόλις

    μόλῐς, Adv., post-Hom. synonym of μόγις, prevailing in Trag., Com., and [dialect] Att. prose, though in Pl. and later prose μόγις was preferred (in A. the Laur. Ms. gives each form twice, the same Ms. of S. μόλις always);
    A

    μ. μέν, ἀλλ' ὅμως ἠνεσχόμην Ar.Nu. 1363

    , cf. S.Ant. 290, 1105, El. 575, Ph. 329; ζῶντι καὶ μάλα μ. nay, only just alive, Pl. Tht. 142b (cod. W μόγις) ; μ. καὶ ἠρέμα πάσχειν scarcely at all.., Arist.Metaph. 1019a31 (cod. Ab μόγις)

    ; ἢ ὅλως οὐκ ἔστιν ἢ μ. Id.Ph. 217b32

    ;

    μ. πάνυ Eub.30

    ;

    πάνυ μ. Philem.88.8

    : with a neg., οὐ μ. not scarcely, i.e. quite, utterly,

    ἀπώλεσας οὐ μ. A.Ag. 1082

    ;

    θυραῖος ἔστω πόλεμος, οὐ μ. παρών Id.Eu. 864

    (where Sch. explains οὐ μ. by οὐ μακράν, but the sense is dub.);

    θέλουσαν οὐ μ. καλεῖς E.Hel. 334

    (lyr.).

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μόλις

  • 7 οὔλω

    A to be whole or sound (

    τὸ γὰρ οὔλειν ὑγιαίνειν Str.14.1.6

    ), used by Hom. in imper. οὖλε, as a salutation, health to thee, οὖλέ τε καὶ μάλα χαῖρε health and joy be with thee, Od.24.402, cf.h.Ap. 466:— a form [full] οὐλέω is cited by Hsch. ([etym.] οὐλείοιεν· ἐν ὑγείᾳ φυλάσσοιεν) and Greg. Cor.p.491S.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > οὔλω

  • 8 τηλόθεν

    τηλόθεν, [dialect] Aeol.[[full] π]ήλοθεν prob. in Alc.Supp.12.10:—Adv., ([etym.] τηλοῦ)
    A from after,

    τ. ἦλθεν Il.5.651

    , cf. S.Aj. 1318, Ph. 454;

    εἰ καὶ μάλα τηλόθεν ἐσσί Od.6.312

    , cf. 7.194: in Hom. mostly folld. by

    ἐκ, τηλόθεν ἐξ ἀπίης γαίης Il.1.270

    , al.:—[full] τηλόθε, Pi.N.3.81, AP9.246 (Marc. Arg.).
    2 sts. in the sense of

    τηλόθι, σήμηνε δὲ τέρματ' Ἀχιλλεὺς τ. ἐν λείῳ πεδίῳ Il.23.359

    : so c. gen., Πελειάδων τηλόθεν far from them. Pi.N.2.12, cf. S.Aj. 204 (anap.), E.HF 1112.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τηλόθεν

  • 9 χαλεπαίνω

    χαλεπ-αίνω, Il.14.399, etc.: [tense] fut.
    A

    - ᾰνῶ Pl.Tht. 161a

    , Men.Sam. 204: [tense] aor.1

    ἐχαλέπηνα Isoc.4.102

    , etc.; subj.

    χαλεπήνῃ Il.16.386

    ; inf.

    - ῆναι 18.108

    :—[voice] Pass., [tense] aor. ἐχαλεπάνθην, v. infr. 11: ([etym.] χαλεπός):—to be severe, sore, grievous, μέγα βρέμεται χαλεπαίνων [ἄνεμος] Il.14.399; εἰ καὶ μάλα περ χαλεπαίνοι [ὥρη χειμερίη] Od.5.485.
    2 mostly of persons, to be violent, angry,

    ὅτε τις πρότερος χαλεπήνῃ Il.19.183

    , cf. Ar.Ra. 1020 (anap.), Th.3.82, 8.92, Pl.R. 426e, etc.; display or portray anger,

    ἀληθινώτατα Arist.Po. 1455a31

    : c. dat., to be angry with..,

    Ζεὺς ὅτε δή ῥ' ἄνδρεσσι κοτεσσάμενος χαλεπήνῃ Il.16.386

    , cf. Od.5.147, 16.114, 19.83;

    χ. τῷ ποταμῷ Hdt.1.189

    , cf. Pl.Phd. 116c, X. An.1.4.12, etc.;

    αἱ [κύνες] τοῖς λίθοις, οἷς ἂν βληθῶσι, χαλεπαίνουσι Pl.R. 469e

    : folld. by a Prep., χ. ἐπί τινι to be angry at a thing, Od. 18.415;

    πρός τι Th.2.22

    ,59;

    πρός τινα X.Mem.2.2.1

    : c. dupl. dat. pers. et rei, χ. τινὶ τοῖς εἰρημένοις to be angry with him for his words, Id.An.5.5.24: rarely, c. gen. causae, ὧν ἐμοὶ χαλεπαίνετε, τούτων τοῖς θεοῖς χάριν εἰδέναι ib.7.6.32; also

    χ. ὑπέρ τινος Luc.Ind.25

    : folld. by a conjunction, χ. ὅτι .. X.An.1.5.14; χαλ. εἰ .. Plu.Cam.8, etc.
    3 Medic., to be irritated, Aret.SD2.11.
    II [voice] Pass., to be embittered or provoked, χαλεπανθῆναί τινι, ὅτι .. against one, X.An.4.6.2, Cyr.3.1.38; πρὸς ἀλλήλους ib.5.2.18.
    III [voice] Pass., to be judged or treated harshly,

    ἐλεεῖσθαι.. μᾶλλον εἰκός ἐστί που.. ἢ χαλεπαίνεσθαι Pl.R. 337a

    .—Never used in Trag.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > χαλεπαίνω

  • 10 δέ

    δέ (the following combinations are to be found elsewhere: μέν δέ v. μέν. τε δέ v. τε δὲ δή v. δή. δ' ὦν v. ὦν. δέ τοι v. τοι. δὲ καί v. also καί. δαὖτε v. also αὖτε. δαὖ v. αὖ. δἄρα v. ἄρα. Since δέ is normallv used in a purely connective capacity, a decision between progressive and adversative δέ must often be arbitrary.)
    1 adversative.
    a opposing one sentence to what precedes (*, = following negative sentence)

    ἰδοῖσα δ O. 2.41

    λείφθη δὲ O. 2.43

    μαθόντες δὲ O. 2.87

    κρύψε δὲ O. 6.31

    μαντεύσατο δ O. 7.32

    ἔστι δὲ O. 8.77

    φέροις δὲ O. 9.41

    ἕπεται δ O. 13.47

    ἐξίει δ *P. 1.91

    χρὴ δὲ P. 2.34

    , P. 2.88

    φέρειν δ P. 2.93

    ἁδόντα δ P. 2.96

    πεύθομαι δP. 4.38

    κλέπτων δὲ P. 4.96

    ἐσσὶ δ P. 4.269

    φαντὶ δ P. 4.287

    λῦσε δὲ P. 4.291

    εἰμὶ δ P. 8.29

    ἔλπομαι δ P. 11.55

    πειρῶντι δὲ P. 10.67

    ἐλᾷ δὲ N. 3.74

    ἔστι δ N. 3.80

    διείργει δὲ N. 6.2

    εἴργει δὲ *N. 7.6

    τυχεῖν δ N. 7.55

    χρὴ δ' Pae. 2.56

    θνᾴσκει δὲ fr. 121. 4. πέφνε δὲ fr. 135.

    Χάρις δ O. 1.30

    ἁμέραι δ O. 1.33

    αἰὼν δ (v. l. τ) O. 2.10

    λάθα δὲ O. 2.18

    πένθος δὲ O. 2.23

    ῥοαὶ δ *O. 2.33 πολλοὶ δὲ *O. 6.11

    τεθμὸς δὲ O. 8.25

    Ἑρμᾶ δὲ O. 8.91

    νεῖκος δὲ O. 10.39

    ἀστῶν δ P. 1.84

    ἀμφοτέροισι δ P. 1.99

    ἑτέροισι δὲ P. 2.52

    στάθμας δὲ *P. 2.90

    αἰὼν δ P. 3.86

    παυροῖς δὲ P. 3.115

    Μοῖραι δ P. 4.145

    πόνων δ *P. 5.54 φάει δὲ *P. 6.14

    βία δὲ P. 8.15

    δαίμων δὲ P. 8.76

    βαιὰ δ P. 9.77

    πατὴρ δὲ P. 9.11

    ναυσὶ δ P. 10.29

    φθονεροὶ δ P. 11.54

    φθονερὰ δ N. 4.39

    ἄλλοισι δ N. 4.91

    τιμὰ δὲ N. 7.31

    ἐλπίδες δ N. 11.22

    κερδέων δὲ N. 11.47

    πάντα δ I. 1.60

    αἰὼν δὲ I. 3.17

    δαίμων δ I. 7.43

    ματρὸς δὲ Pae. 2.29

    κέντρον δὲ fr. 180. 3.

    ἴσαις δὲ O. 2.61

    ὑγίεντα δεἴ τις O. 5.23

    ἀκίνδυνοι δ O. 6.9

    ἄλλα δ O. 8.12

    τερπνὸν δ O. 8.53

    ἄγνωμον δὲ O. 8.60

    κεῖνα δὲ O. 8.62

    εὐανθέα δ P. 2.62

    ἀδύνατα δ P. 2.81

    σὸν δἄνθοςP. 4.158

    πότνια δ P. 4.213

    εὐδαίμων δὲ P. 10.22

    μυριᾶν δ *N. 3.42

    ἑκόντι δ N. 6.57

    πὰν δὲ N. 10.29

    ἀρχαῖαι δ N. 11.37

    Πανελλάνεσσι δ *I. 4.29

    ἰατὰ δ I. 8.15

    ματαίων δὲ Pae. 4.34

    ἐμπείρων δὲ fr. 110. σφετέραν δαἰνεῖ fr. 215. 3.

    ὡς δ O. 1.46

    εἰ δὲ O. 1.64

    , O. 1.108

    ὅσοι δ O. 2.68

    εἰ δ O. 3.42

    ὅσσα δὲ P. 1.13

    εἰ δὲ P. 3.63

    , P. 3.80, P. 3.103, P. 9.50 ὅσαις δὲ *P. 10.28

    τῶν δ P. 10.61

    εἰ δὲ P. 12.28

    , N. 3.19

    ὃς δὲ N. 3.41

    εἰ δ N. 5.19

    , N. 5.50

    ὃς δ I. 1.50

    εἰ δέ τις I. 1.67

    ἐμοὶ δ O. 1.52

    τὶν δ O. 10.93

    ἐγὼ δὲ O. 10.97

    , O. 13.49

    ἐμὲ δ O. 13.93

    , P. 2.52

    τὶν δὲ P. 3.84

    τὺ δ P. 8.61

    ἐμοὶ δὲ P. 10.48

    ἐγὼ δ N. 1.33

    ἐμοὶ δ N. 4.41

    ἐγὼ δὲ N. 7.20

    ἐγὼ δ N. 8.38

    σεῦ δ *N. 8.46

    ἐγὼ δὲ I. 1.32

    ἄμμι δ I. 1.52

    τὶν δ I. 5.17

    ἐμοὶ δὲ I. 6.56

    ἄμμι δ I. 7.49

    ἐμοὶ δὲ Πα. 7B. 21.

    τοὶ δ O. 6.52

    τὸν δ O. 13.92

    τῶν δP. 4.41

    τὸν δ P. 4.101

    τὸ δ P. 7.18

    ὁ δὲ P. 8.48

    τὸ δὲP. 8.51

    τά δ P. 8.76

    P. 10.63 τὰν δ fr. 107a. 6 ὁ δ fr. 169. 26.

    τὸ δ O. 1.99

    τῶν δ O. 2.15

    τῶν δὲ *O. 12.9

    τὸν δὲ P. 1.95

    ὁ δὲ P. 2.73

    τὰν δ *P. 3.62

    τὸ δ P. 5.72

    , P. 8.32

    ὁ δὲ P. 8.88

    τὸ δὲ N. 6.55

    N. 7.102

    ὁ δ N. 9.24

    τὸ δ N. 11.43

    , I. 5.19

    ὁ δ I. 7.39

    ἐς δ O. 2.85

    σὺν δὲ. O. 6.98

    ἀμφὶ δὲ O. 7.24

    ἐν δὲ O. 7.94

    ποτὶ δ P. 2.84

    ἐν δαὖτε χρόνῳ P. 3.96

    ἐν δ P. 8.92

    σὺν δὲ N. 7.6

    ἐν δ I. 5.53

    ἐς δὲ fr. 133. 5. ἀνὰ δ' ἔλυσεν *N. 10.90

    αἰεὶ δ O. 5.15

    ὅμως δὲ O. 10.9

    νῦν δὲ O. 12.17

    ἄλλοτε δ P. 3.103

    εὐθὺς δ N. 1.54

    νῦν δ I. 1.39

    , I. 4.18 κρυφᾷ δὲ fr. 203. 2.
    b opposing one part of a sentence to the preceding negative part.

    μήτὦν τινι πῆμα πορών, ἀπαθὴς δαὐτὸς πρὸς ἀστῶν P. 4.297

    ἄδικον οὔθ' ὑπέροπλον ἥβαν δρέπων, σοφίαν δ P. 6.49

    καί μιν οὔπω τεθναότ, ἄσθματι δὲ φρίσσοντα πνοὰς ἔκιχεν N. 10.74

    2 progressive, connective.
    a connecting sentences.

    λάμπει δὲ O. 1.23

    ἔστι δ O. 1.35

    ἔχει δ O. 1.59

    ἕλεν δ O. 1.88

    πέποιθα δὲ O. 1.103

    ἕπεται δὲ O. 2.22

    φιλεῖ δὲ O. 2.26

    φύονται δὲ O. 4.25

    ἵκων δὲ O. 5.9

    ἀρχομένου δ O. 6.3

    ἀντεφθέγξατο δ O. 6.61

    ἵκοντο δ O. 6.64

    τιμῶντες δ O. 6.72

    εἶπον δὲ O. 6.93

    τεῦξαν δ O. 7.48

    μνασθέντι δ O. 7.61

    ἐκέλευσεν δ O. 7.64

    τελεύταθεν δὲ O. 7.68

    κέκληνται δὲ O. 7.76

    ἄνεται δὲ O. 8.8

    ἦν δὲ O. 8.19

    κατακρύπτει δὲ O. 8.79

    θάλλει δ O. 9.16

    ἀείδετο δὲ O. 10.76

    χλιδῶσα δὲ O. 10.84

    τρέφοντι δ O. 10.95

    ἔστι δ O. 11.2

    ἐθέλοντι δ O. 13.9

    δέξαι δὲ (v. l. τε) O. 13.29

    νοῆσαι δὲ O. 13.48

    φώνασε δ O. 13.67

    εὕδει δ P. 1.6

    φαντὶ δὲ P. 1.52

    θέλοντι δὲ P. 1.62

    ἔσχον δ P. 1.65

    ἔμαθε δὲ P. 2.25

    καιομένα δ P. 3.44

    εἶπε δ P. 4.11

    ἔπταξαν δ P. 4.57

    ἧλθε δέ οἱ P. 4.73

    τάφε δ P. 4.95

    δύνασαι δP. 4.158 μεμάντευμαι δP. 4.163

    πέμψε δ P. 4.178

    ἔειπεν δ P. 4.229

    κτίσεν δ P. 5.89

    ἄγοντι δὲ P. 7.13

    αὔξων δὲ *P. 8.38

    ῥαίνων δὲ P. 8.57

    ὑπέδεκτο δ P. 9.9

    γεύεται δ P. 9.35

    ἔστι δ N. 2.10

    ἄρχε δ N. 3.10

    δάμασε δὲ N. 3.23

    ἕπεται δὲ N. 3.29

    λεγόμενον δὲ N. 3.52

    νύμφευσε δ N. 3.56

    φρονεῖν δ N. 3.75

    δέξαιτο δ N. 4.11

    χαίρω δ N. 5.46

    χρὴ δ N. 5.49

    πέταται δ N. 6.48

    ἀναπνέομεν δ N. 7.5

    πέσε δ N. 7.31

    ἐὼν δ N. 7.64

    μαθὼν δὲ N. 7.68

    δύνασαι δὲ N. 7.96

    ἔβλαστεν δ N. 8.7

    αὔξεται δ N. 8.40

    χαίρω δὲ N. 8.48

    ἔστι δ N. 9.6

    ἔστι δὲ N. 10.20

    ἐκράτησε δὲ N. 10.25

    ἕπεται δὲ N. 10.37

    μεταμειβόμενοι δ N. 10.55

    λάμπει δὲ I. 1.22

    ἔστιν δ I. 4.31

    κρίνεται δ I. 5.11

    κλέονται δ I. 5.27

    τετείχισται δὲ I. 5.44

    φέρε δεὔμαλλον μίτραν I. 5.62

    φλέγεται δὲ I. 7.23

    ἔτλαν δὲ I. 7.37

    παυσάμενοι δ *I. 8.7

    χρὴ δὲ I. 8.15

    εἶπε δ I. 8.31

    ἰόντων δ I. 8.41

    ἔραται δέ Pae. 6.58

    ἐπεύχομαι δ' Πα. 7B. 15. πεφόρητο δ' Πα. 7B. 49.

    ἐνέθηκε δὲ Pae. 8.82

    ἔειπε δὲ[ Πα. 8A. 23.

    κατακρίθης δὲ Pae. 16.5

    λέγοντι δὲ Δ. 1. 1. τρέχετο δὲ fr. 74. εὕδει δὲ fr. 131b. 3. μαντεύεο, Μοῖσα, προφατεύσω δἐγώ fr. 150. λαβὼν δ fr. 169. 20. λάμπει δὲ fr. 227. 2. κόρῳ δ *O. 1.56

    ἄνθεμα δὲ O. 2.72

    Μοῖσα δ O. 3.4

    ξείνων δ O. 4.4

    χεῖρες δὲ O. 4.25

    βασιλεὺς δ O. 6.47

    Οὐρανὸς δ O. 7.38

    Ὀρσοτρίαινα δ O. 8.48

    πατρὶ δὲ O. 8.70

    λαοὶ δ O. 9.46

    κείνων δ (δ del. Schr.) O. 9.53

    τόλμα δὲ O. 9.82

    φῶτας δ O. 9.91

    μία δ O. 9.106

    ἀρχαῖς δὲ O. 10.78

    πολλὰ δ O. 12.10

    πατρὸς δὲ O. 13.35

    κῆλα δὲ P. 1.12

    κίων δ P. 1.19

    στρωμνὰ δὲ P. 1.28

    ἄνδρα δ P. 1.42

    χάρμα δ P. 1.59

    ἄλλοις δέ P. 2.13

    θεῶν δ P. 2.21

    εὐναὶ δὲ P. 2.35

    βουλαὶ δὲ P. 2.65

    ψευδέων δ P. 3.29

    δαίμων δ P. 3.34

    βάματι δ P. 3.43

    Διὸς δ P. 3.95

    ἐσθὰς δ P. 4.79

    φὴρ δέ P. 4.119

    δράκοντος δὲ P. 4.244

    πολλοῖσι δ P. 4.248

    θεράπων δέ οἱ P. 4.287

    σοφοὶ δέ τοι P. 5.12

    νόῳ δὲ P. 6.47

    Μεγάροις δ P. 8.78

    φόβῳ δP. 9.32

    θαλάμῳ δὲ P. 9.68

    ἀρεταὶ δ P. 9.76

    πατρὸς δ P. 10.2

    ἅρμα δ N. 1.7

    ἀρχαὶ δὲ N. 1.8

    Ἀχάρναι δὲ N. 2.16

    διψῇ δὲ N. 3.6

    Λαομέδοντα δ N. 3.36

    σώματα δ N. 3.47

    βοὰ δὲ N. 3.67

    ῥῆμα δ N. 4.6

    ἴυγγι δ N. 4.35

    Θεανδρίδαισι δ N. 4.73

    ὕμνος δὲ N. 4.83

    πότμος δὲ N. 5.40

    ἔργοις δὲ N. 7.14

    σοφοὶ δὲ N. 7.20

    σοφία δὲ N. 7.23

    φυᾷ δ N. 7.54

    Διὸς δὲ N. 7.80

    βασιλῆα δὲ N. 7.82

    παίδων δὲ παῖδες N. 7.100

    χρεῖαι δ N. 8.42

    ἀρχοὶ δὲ N. 9.14

    Ἰσμηνοῦ δ N. 9.22

    παῦροι δὲ N. 9.37

    ἡσυχία δὲ N. 9.48

    Σικυωνόθε δ N. 10.43

    Κάστορος δ N. 10.49

    παῦροι δN. 10.78

    Ζεὺς δ N. 10.79

    λύρα δὲ N. 11.7

    ἄνδρα δ N. 11.11

    προμαθείας δ N. 11.46

    μελέταν δ I. 5.28

    Λάμπων δὲ I. 6.66

    γλῶσσα δ I. 6.72

    ἐπέων δὲ I. 8.46

    Αἰολίδαν δὲ fr. 5.

    Παιὰν δὲ Πα. 2. 3,, 1. κείνοις δ' Pae. 2.68

    τέρας δ Pae. 4.39

    ἤτορι δὲ Pae. 6.12

    Ἰλίου δὲ Pae. 6.81

    ἀμφιπόλοις δὲ Pae. 6.117

    ὑδάτεσσι δ Pae. 6.134

    γνώμας δ Pae. 14.39

    Ὀλυμ]πόθεν δέ Δ.. 3. πέτραι δ Δ... ἁνδρὸς δ Παρθ. 2. 3. ἀσκὸς δ fr. 104b. 4. πολλὰ δ fr. 111. 2. ὀδμὰ δ' Θρ... πυρὶ δ fr. 168. 3.

    ἑπτὰ δ O. 6.15

    μελίφθογγοι δ O. 6.21

    κυρίῳ δ O. 6.32

    τερπνᾶς δέπεὶ O. 6.57

    ἁδύλογοι δὲ O. 6.96

    ἀγαθαὶ δὲ O. 6.100

    ἐμῶν δ O. 6.105

    τοῦτο δ O. 7.25

    πολλαὶ δ O. 8.13

    ἐσλὰ δ O. 8.84

    ὀξείας δὲ O. 8.85

    πτερόεντα δ O. 9.11

    ἀγαθοὶ δὲ O. 9.28

    ἄλλαι δὲ O. 9.86

    ταύτᾳ δὲ O. 10.51

    ἀφθόνητος δ O. 11.7

    ἄμαχον δὲ O. 13.13

    δύο δ O. 13.32

    κελαινῶπιν δ P. 1.7

    ναυσιφορήτοις δ P. 1.33

    ἀψευδεῖ δὲ P. 1.86

    εὐανθεῖ δ P. 1.89

    πολλὰν δ P. 3.36

    αἴθων δὲ P. 3.58

    εἴκοσι δ P. 4.104

    Κρονίδᾳ δὲP. 4.115 τρίταισιν δP. 4.143 ταχέες δ (δ del. Boeckh) P. 4.179

    χαλκέαις δ P. 4.226

    ὀρθὰς δ P. 4.227

    μεγάλαν δ P. 5.98

    γλυκεῖα δὲ P. 6.82

    νέᾳ δ P. 7.18

    τέτρασι δ P. 8.81

    ὠκεῖα δ P. 9.67

    χρυσοστεφάνου δὲ P. 9.109

    Ἰσμήνιον δ P. 11.6

    κακολόγοι δὲ P. 11.28

    ξυναῖσι δ (om. Tricl.) P. 11.54

    μεγάλων δ N. 1.11

    ἁδυμελεῖ δ N. 2.25

    χαρίεντα δ N. 3.12

    καματωδέων δὲ *N. 3.17

    ποτίφορον δὲ N. 3.31

    συγγενεῖ δέ N. 3.40

    ξανθὸς δ N. 3.43

    κραγέται δὲ N. 3.82

    τυφλὸν δ N. 7.23

    ποτίφορος δ N. 7.63

    ἀγαπατὰ δὲ N. 8.4

    μέγιστον δ N. 8.25

    χρυσέων δ N. 8.27

    κενεᾶν δ N. 8.45

    θεσπεσία δ *N. 9.7

    κρέσσων δὲ N. 9.15

    ἀργυρέαισι δὲ N. 9.51

    ὕπατον δ N. 10.32

    λαιψηροῖς δὲ N. 10.63

    τόνδε δN. 10.80

    ἀπροσίκτων δ N. 11.48

    μυρίαι δ I. 6.22

    ἁδεῖα δ I. 6.50

    ἀμνάμονες δὲ I. 7.17

    θνατᾶς δ fr. 61. 5. σειρῆνα δὲ Παρθ. 2. 13. πιοστὰ δ' Παρθ. 2. 3. ἀκλεὴς δ (om. codd.: supp. Boeckh) fr. 105b. 3.

    εἰ δὲ O. 2.56

    , O. 6.77, O. 8.54

    οἷον δ O. 9.89

    εἰ δὲ O. 11.2

    , O. 13.105, P. 3.110

    ὅσσα δὲ N. 2.17

    εἰ δ N. 4.13

    , N. 7.11, N. 7.86, N. 7.89, I. 1.41, I. 5.22

    τὰ δ N. 4.91

    οἷοι δ I. 9.6

    εἰ δέ τις Pae. 2.31

    οἷσι δὲ (Boeckh: γὰρ ἂν codd.) fr. 133. 1.

    ἐμὲ δὲ O. 1.100

    τὶν δὲ O. 5.7

    ὔμμιν δὲ O. 13.14

    τὺ δὲ P. 2.57

    τὶν δὲ P. 4.275

    σὲ δ P. 5.14

    σεῦ δ N. 1.26

    ἐγὼ δὲ N. 3.11

    τὺ δ N. 5.41

    ἐγὼ δ I. 6.16

    τὺ δέ I. 7.31

    τὶν δὲ Pae. 3.13

    ἐμοὶ δ' Pae. 4.52

    ὁ δ O. 7.10

    τὰ δ O. 13.101

    O. 13.106

    δὲ P. 1.8

    οἱ δ P. 4.133

    τῶν δ P. 4.277

    τὸν δὲ P. 9.38

    ὁ δὲ P.9.107. “ ταὶδP. 9.62

    τὰ δ N. 9.42

    τοὶ δ N. 10.66

    , I. 8.45 ἁ δὲ fr. 130. 6.

    τὸ δὲ O. 1.93

    , O. 2.51

    αἱ δὲ O. 7.30

    τὸ δὲ O. 10.55

    ὁ δὲ P. 1.35

    τὸ δὲ P. 1.99

    τὸν δὲ P. 2.40

    P. 3.108

    ἁ δὲ P. 3.114

    τὸν δὲ P. 4.184

    ὁ δ P. 5.60

    τὸ δ P. 5.85

    ὁ δὲ P. 9.78

    τῶν δ P. 10.19

    αἱ δὲ N. 4.2

    ὁ δὲ N. 7.67

    τὸ δὲ I. 7.47

    τὰ]ν δὲ Pae. 1.9

    ὁ δὲ Pae. 2.66

    τὸ δὲ Pae. 4.32

    ἐν δὲ O. 7.5

    , O. 7.43

    ἄτερ δ O. 9.44

    ἐν δὲ O. 13.22

    , O. 13.40

    σὺν δ P. 1.51

    ἐν δ P. 2.41

    ἐκ δ P. 2.46

    ἐν δὲP. 4.88

    ἐς δ P. 4.188

    σὺν δ P. 4.221

    ἐν δὲ P. 4.291

    σὺν δ P. 9.115

    ἐν δ P. 10.71

    ἐκ δὲ N. 10.44

    ἂν δ fr. 33d. 7, fr. 119. 1. σὺν δ fr. 122. 9. πρὸς δ fr. 123. 6.

    οὕτω δὲ O. 2.35

    ἠυ δὲ O. 5.16

    ἄλλοτε δ O. 7.11

    ἀπάτερθε δ O. 7.74

    μάλα δὲ O. 10.87

    νῦν δ O. 13.104

    οὕτω δ P. 1.56

    εὖ δ P. 1.99

    ἁμᾶ δ P. 3.36

    τάχα δ P. 4.83

    αἶψα δ P. 4.133

    ἀκᾷ δ P. 4.156

    τάχα δὲ P. 4.171

    ἄτερθε δὲ P. 5.96

    οὕτω δὲ P. 8.93

    νῦν δP. 9.55

    οὕτω δ P. 9.117

    ταχὺ δ P. 10.51

    θαμὰ δ N. 1.22

    μάλα δ N. 7.10

    ἅμα δ fr. 74. ἔνθεν δὲ fr. 119. 2. ταχέως δ fr. 169. 24.
    b in enumeration, narration, simm. ὁ δ' ἐμὲ δ κράτει δὲO. 1.73—8. ἔργα δὲ ἦν δὲ δαέντι δὲ καὶ φαντὶ δ', ἁλμυροῖς δ, ἀπεόντος δ —. O. 7.52—8. γλαυκοὶ δὲ, οἱ δύο μὲν, αὖθι δ'. εἷς δ ἔννεπε δO. 8.37—41. ἔχεν δὲ, μάτρωος δὲ. πόλιν δ'. ἀφίκοντο δὲ. υἱὸν δὲO. 9.61—9. τὰ δὲ. σύνδικος δ'. τὸ δὲ. πολλοὶ δὲ. ἄνευ δὲO. 9.94—103. τράπε δὲ. πύκτας δ'. θάξαις δὲ. ἄπονον δ. ἀγῶνα δ, πέφνε δ. λόχμαισι δὲO. 10.15—30. ἀνὰ δ'. παρκείμενον δὲ. ἐνυπνίῳ δ. τελεῖ δὲ. ἀναβαὶς δ. σὺν δὲO. 13.72—87. “δώδεκα δὲ. τουτάκι δ'. φιλίων δ. φάτο δ. γίνωσκε δ. ἂν δ —” P. 4.25—34. ἐσσύμενοι δ'. τῶν δ. πραὺν δP. 4.135—6. ἐπεὶ δ'. ἐκ νεφέων δὲ. λαμπραὶ δ. ἀμπνοὰν δ. κάρυξε δ. εἰρεσία δ. σὺν Νότου δ. φοίνισσα δὲ. ἐς δὲ κίνδυνονP. 4.191—207. πῦρ δὲ. σπασσάμενος δ'. ἴυξεν δ. πρὸς δ. αὐτίκα δ. ἔλπετο δP. 4.233—43. ὁ δ'. Μεσσανίου δὲ. χαμαιπετὲς δ. αὐτοῦ μένων δP. 6.33—8. κέρδος δὲ. βία δὲ. δμᾶθεν δὲ. ἔπεσε. τελέαν δP. 8.13—24. Μοῖσα δ'. παντᾷ δὲ. νόσοι δ. πόνων δὲ. θρασείᾳ δὲ. ἁγεῖτο δP. 10.37—45. ἔσταν δ'. λέλογχε δὲ. τέχναι δ. χρὴ δN. 1.19—25. ταχὺ δὲ. ἐν χερὶ δ'. ἔστα δὲ. παλίγγλωσσον δέ. γείτονα δ. ὁ δέN. 1.51—61. ἐν δ'. Θέτις δὲ. Νεοπτόλεμος δ. Παλίου δὲ. τὰ Δαιδάλου δὲ. ἄλαλκε δὲ. πῦρ δὲ. εἶδεν δN. 4.49—66. πρόφρων δὲ. ἐν δὲ. αἱ δὲ. ψεύσταν δὲ. τὸ δ'. τοῖο δ. εὐθὺς δ. ὁ δN. 5.22—34. ὁ δ' Μολοσσίᾳ δ. ᾤχετο δὲ. βάρυνθεν δὲ. ἐχρῆν δέN. 7.36—44. νεαρὰ δ'. ὄψον δὲ. ἅπτεται δ. χειρόνεσσι δ —. N. 8.20—2. πατρὶ δ — (Heyne: τ codd.) θρέψε δ'. ὁ δN. 10.12—3. Ζεὺς δ'. ἅμα δ. χαλεπὰ δ. ταχέως δN. 10.71—3. Ζεῦ, μεγάλαι δ'. ζώει δὲ. πλαγίαις δὲ. εὐκλέων δ. ἔστι δὲ. τὰ δὲ. ἀνδρῶν δI. 3.4—13. εἷλε δὲ. πέφνεν δὲ, σφετέρας δI. 6.31—3. ἐν δὲ, ἄγγελλε δὲ. νῦν δαὖ Πα. 2.. νέφεσσι δ'. περὶ δ. ἐπεὶ δ Πα... ἔλαμψαν δ. τελέσαι δ. ἐφθέγξαντο δ Πα. 12. 1. ῥίμφα δ. ὁ δὲ. ἐμὲ δN. 2.19—23. τιμαὶ δὲ. παντὶ δ'. ὁ δὲ. φιλέων δ Παρθ. 1.. πολλὰ δ. τέλος δ. αἰὼν δὲ — fr. 111. 2—5. ἐν δ', παρὰ ναῦν δὲ. κάπρῳ δὲ — fr. 234. 2. connecting imperatives. δίδοι φωνάν, ἀνὰ δἱστία τεῖνον, πύκταν τέ νιν καὶ παγκρατίου φθέγξαι ἑλεῖνἀρετάν, προθύροισιν δΑἰακοῦ ἀνθέων ποιάεντα φέρε στεφανώματα (Wil.: φέρειν codd.) N. 5.51—4.
    c connecting subordinate clauses.

    ὅτε σύτο, κράτει δὲ προσέμειξε O. 1.22

    φιάλαν ὡς εἴ τις δωρήσεται, ἐν δὲ θῆκε O. 7.5

    ἁνίκ' ἤρειδε Ποσειδάν, ἤρειδε δέ μιν (Hermann: τε codd.) O. 9.31 ἔλπομαι μὴ βαλεῖν ἔξω, μακρὰ δὲ ῥίψαις ἀμεύσασθ' ἀντίους *P. 1.45

    ἀλλ' ἐπεὶ τείχει θέσαν, σέλας δ ἀμφέδραμεν P. 3.39

    ὁπόθ' Ἁρμονίαν γᾶμεν βοῶπιν, ὁ δὲ Νηρέος εὐβούλου Θέτιν παῖδα P. 3.92

    ὄφρα ἀφέλοιτ' αἰδῶ, ποθεινὰ δ Ἑλλὰς δονέοι P. 4.218

    εἰ γάρ τις ἐξερείψειεν αἰσχύνοι δὲ P. 4.264

    διαγγέλοισ, ὅτι νίκη ἐκ δὲ Κρόνου Αἰακίδας ἐγέραιρεν N. 5.7

    εἰ δὲ μάρνασαι, πάντων δὲ νοεῖς ἀποδάσσασθαι ἴσον N. 10.86

    εἰ δέ τις ἔνδον νέμει πλοῦτον ἄλλοισι δἐμπίπτων γελᾷ I. 1.68

    ἢ Δωρίδ' ἀποικίαν οὕνεκεν ὀρθῷ ἔστασας ἐπὶ σφυρῷ Λακεδαιμονίων, ἕλον δ Ἀμύκλας I. 7.14

    τέρας, ἅν τε βροτοὶ Δᾶλον κικλῄσκοισιν, μάκαρες δἐν Ὀλύμπῳ χθονὸς ἄστρον fr. 33c. 5. ἁνίκ' οἴχονται μέριμναι πελάγει δ ἐν πολυχρύσοιο πλούτου πάντες ἴσᾳ νέομεν fr. 124. 6.
    d connecting parts of sentences.

    ἴσαις δὲ νύκτεσσιν αἰεί, ἴσαις δ' ἁμέραις O. 2.62

    μαιομένων μεγάλαν ἀρετὰν θυμῷ λαβεῖν, τῶν δὲ μόχθων ἀμπνοὰν O. 8.7

    ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ O. 8.58

    Ἄργει τ' ἔσχεθε κῦδος ἀνδρῶν παῖς δ ἐν Ἀθάναις O. 9.88

    πόλλἄνω, τὰ δαὖ κάτω O. 12.6

    οἶκον ἥμερον ἀστοῖς ξένοισι δὲ θεράποντα (v. 1. τε) O. 13.3

    ἐν Ἀθάναισι τρία ἔργα ποδαρκὴς ἁμέρα θῆκε κάλλιστ' ἀμφὶ κόμαις, Ἑλλώτια δ ἑπτάκις O. 13.40

    Ζηνὸς υἱοὶ τρεῖς δοιοὶ δ' ὑψιχαῖται ἀνέρες P. 4.172

    κεῖνος γὰρ ἐν παισὶν νέος, ἐν δὲ βουλαῖς πρέσβυς P. 4.282

    βουσὶν εἰρήναν παρέχοισα πατρῴαις, τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν ὕπνον ἀναλίσκοισα P. 9.23

    θήσονταί τέ νιν ἀθάνατον, Ζῆνα καὶ ἁγνὸν Ἀπόλλων' Ἀγρέα καὶ Νόμιον, τοῖς δ Ἀρισταῖον καλεῖνP. 9.65

    ἑξέτης τὸ πρῶτον, ὅλον δ' ἔπειτ ἂν χρόνον N. 3.49

    πεντάκις Ἰσθμοῖ στεφανωσάμενος Νεμέᾳ δὲ τρεῖς N. 6.20

    χρυσὸν εὔχονται, πεδίον δ' ἕτεροι ἀπέραντον N. 8.37

    αἰνέων αἰνητά, μομφὰν δ' ἐπισπείρων ἀλιτροῖς N. 8.39

    μορφὰν βραχύς, ψυχὰν δ' ἄκαμπτος, προσπαλαίσων ἦλθ ἀνὴρ I. 4.53

    τὶν δ' ἐν Ἰσθμῷ διπλόα θάλλοισ ἀρετά, Φυλακίδα, κεῖται, Νεμέᾳ δὲ καὶ ἀμφοῖν Πυθέᾳ τε, παγκρατίου I. 5.18

    ἄραντο γὰρ νίκας τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας I. 6.61

    εἴπερ τριῶν Ἰσθμοῖ), Νεμλτ;έγτ;αλτ;ι δγτ;ὲ δυ[οῖν (supp. Lobel e Σ.) fr. 6a. h. ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν, πολίων δ' ἑκατὸν πεδεχεῖν Πα. 4. 37, similarly, connecting subordinate infinitives, O. 13.80, N. 7.46, N. 9.31 νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς, ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας [] ἐκόσμηθεν Παρθ. 2.. θεῷ δὲ δύνατον ὄρσαι φάος, κελαινεφέι δὲ σκότει καλύψαι fr. 108b. 3. irregularly coordinating:

    τόλμᾳ γὰρ εἰκὼς θυμὸν ἐριβρεμετᾶν θηρῶν λεόντων ἐν πόνῳ, μῆτιν δ' ἀλώπηξ I. 4.65

    e in anaphora.

    ἴσαις δὲ, ἴσαις δ O. 2.62

    ἤρειδε Ποσειδάν, ἤρειδεν δὲ (Hermann: τε codd.) O. 9.32

    πέφνε Κτέατον ἀμύμονα, πέφνε δ' Εὔρυτον O. 10.28

    ἔστιν. ἔστιν δ O. 11.2

    ἐν δὲ Μοῖσ' ἁδύπνοος, ἐν δ Ἄρης ἀνθεῖ O. 13.22

    τίς γὰρ ἀρχὰ, τίς δὲ κίνδυνος P. 4.71

    τὺ γὰρ. τὺ δ P. 8.8

    τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον σύγγονοι, πολλοὶ δὲ καὶ ξένων P. 9.108

    cf.

    πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ P. 9.123

    —5.

    Ζεῦ, τεὸν γὰρ αἶμα, σέο δ' ἀγών N. 3.65

    μαχατὰν αἰνέων Μελέαγρον, αἰνέων δὲ καὶ Ἕκτορα I. 7.32

    χρὴ δ'. χρὴ δ I. 8.15

    κλεινὸς Αἰακοῦ λόγος, κλεινὰ δὲ καὶ ναυσικλυτὸς Αἴγινα I. 9.1

    ἔα, φρήν, κυπάρισσον, ἔα δὲ νομὸν Περιδάιον Pae. 4.51

    cf. Πα.. 23. ἐν δὲ. ἐν δὲ. ἐν δ' Δ. 2. 10—15.
    f introducing parenthesis.

    ὁ δ' ἐπαντέλλων χρόνος τοῦτο πράσσων μὴ κάμοι O. 8.28

    ἷκεν δὲ Μιδέαθεν

    στρατὸν ἐλαύνων O. 10.66

    ἄγει δὲ χάρις P. 2.17

    χόλος δ' οὐκ ἀλίθιος γίνεται παίδων Διός P. 3.11

    αἰσίαν δP. 4.23

    μόλεν Δανάας ποτὲ παῖς, ἁγεῖτο δ' Ἀθάνα, ἐς ἀνδρῶν μακάρων ὅμιλον P. 10.45

    ἐκ δὲ τελευτάσει νιν ἤτοι σάμερον δαίμων, τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτόν, ἀλλ' ἔσται (Tricl.: γε codd.) P. 12.30

    ὀκτὼ στεφάνοις ἔμιχθεν ἤδη, ἑπτὰ δ' ἐν Νεμέᾳ, τὰ δ οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ, Διὸς ἀγῶνι N. 2.23

    κιρναμένα δ' ἔερσ ἀμφέπει N. 3.78

    ἐν Πυθίοισι δὲ δαπέδοις κεῖται N. 7.34

    γαστρὶ δὲ πᾶς τις ἀμύνων λιμὸν αἰανῆ τέταται I. 1.49

    χρὴ δὲ πᾶν ἔρδοντ' ἀμαυρῶσαι τὸν ἐχθρόν I. 4.48

    g
    a introducing question. θανεῖν δ' οἶσιν ἀνάγκα, τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι μάταν; O. 1.82 εἰ δ' εἴη μὲν Ὀλυμπιονίκας, τίνα κεν φύγοι ὕμνον; O. 6.4 κέρδει δὲ τί μάλα τοῦτο κερδάλεον τελέθει; P. 2.78 τίς δὲ κίνδυνος; P. 4.71 τί δέ τις; τί δ' οὔ τις; P. 8.95τίς νιν ἀνθρώπων τέκεν; ποίας δ' ἀποσπασθεῖσα φύτλαςP. 9.33 κούρας δ' ὁπόθεν γενεὰν ἐξερωτᾷς;” P. 9.43

    πολέμοιο δὲ σᾶμα φέρεις τινός; Pae. 9.13

    II following questions.

    τίς βασιλέα δίδυμον ἐπέθηκ; ἐν δὲ Μοῖσ' ἁδύπνοος O. 13.22

    ποίας δ' ἀποσπασθεῖσα φύτλας ; γεύεται δ ἀλκᾶςP. 9.35

    ἔννυχοι πάραγον κοῖται; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον P. 11.25

    III in questions, varied with asyndeton. τίνα θεόν, τίν' ἥρωα, τίνα δ ἄνδρα κελαδήσομεν; O. 2.2 cf.

    βασιλεύς, πραὺς ἀστοῖς, οὐ φθονέων ἀγαθοῖς, ξείνοις δὲ θαυμαστὸς πατήρ P. 3.71

    h where δέ replaces an expected γάρ. χαλκέοισι δἐν ἔντεσι (ἀντὶ τοῦ γάρ. Σ.) O. 4.22 ἐκ Λυκίας δὲ (ἀντὶ τοῦ γάρ. Σ.) O. 13.60

    Πυθιάδος δ P. 1.32

    ἔστι δὲ P. 3.21

    βαρὺ δέ σφιν νεῖκος N. 6.50

    φλέγεται δ N. 10.2

    ἐκ δὲ N. 11.19

    The Σ also comment ἀντὶτοῦ γάρ: O. 2.58, O. 6.3, P. 3.12, but δέ often contains a notion of explanation.
    i introducing an appositive phrase. ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι

    ἕκ τ' Ἄργεος, ἔκ τε Θηβᾶν, οἱ δ Ἀρκάδες οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.68

    3 apodotic. εἰ δ' ἀριστεύει μὲν ὕδωρ, κτεάνων δὲ χρυσὸς αἰδοιέστατος, νῦν δὲ Θήρων ἅπτεται Ἡρακλέος σταλᾶν (v. 1. γε) O. 3.43 [δ codd.: del. Er. Schmid sec.

    Σ. P. 11.56

    ]
    4 where δέ does not occupy second position in the sentence.
    I following a vocative.

    υἱὲ Ταντάλου, σὲ δ O. 1.36

    Ἁγησία, τὶν δ O. 6.12

    δέσποτα ποντόμεδον, εὐθὺν δὲ πλόον O. 6.103

    Τιμόσθενες, ὔμμε δὲ O. 8.15

    Ζεῦ τέλεἰ, αἰεὶ δὲ P. 1.67

    ὦ μάκαρ υἱὲ Πολυμνάστου, σὲ δ P. 4.59

    Ἀλεξιβιάδα, σὲ δ P. 5.45

    ὦναξ, ἑκόντι δ' εὔχομαι νόῳ P. 8.67

    Ἄπολλον, γλυκὺ δ P. 10.10

    Μοῖσα, τὸ δὲ τεὸν P. 11.41

    Ἁγησιδάμου παῖ, σέο δ N. 1.29

    ὦ Τιμόδημε, σὲ δ N. 2.14

    Θεαρίων, τὶν δ N. 7.58

    ὦ μάκαρ, τὶν δ N. 7.95

    ὦ Μέγα, τὸ δ N. 8.44

    Ζεῦ, μεγάλαι δ I. 3.4

    II following a prep.

    πρὸς εὐάνθεμον δ' ὅτε φυὰν O. 1.67

    ἐπ' ἄλλοισι δ ἄλλοι (ἐπ om. codd.: supp. byz.: alia alii) O. 1.113

    πρὸς Πιτάναν δὲ O. 6.28

    περὶ θνατῶν δ O. 6.50

    ἀν' ἵπποισι δὲ O. 10.69

    ἐκ θεοῦ δ O. 11.10

    ἐξ ὀνείρου δ O. 13.66

    ἀντὶ δελφίνων δ P. 4.17

    ἐν δαιτὸς δὲ μοίρᾳ P. 4.127

    ἐξ Ἀπόλλωνος δὲ P. 4.17

    b.

    ἐκ νεφέων δὲ P. 4.197

    σὺν Νότου δ' αὔραις P. 4.303

    ἐς φᾶσιν δ P. 4.211

    ἀνὰ βωλακίας δ P. 4.228

    κατὰ λαύρας δ P. 8.86

    ἐν χερὶ δ N. 1.52

    ἐκ μιᾶς δὲ N. 6.1

    σὺν θεοῦ δὲ τύχᾳ N. 6.24

    ἐκ πόνων δ N. 9.44

    ἐν λόγοις δ N. 11.17

    ἐν σχερῷ δ N. 11.39

    ἐν Κρίσᾳ δ I. 2.18

    σὺν Ὀρσέᾳ δέ I. 4.72

    σὺν Χάρισιν δ I. 5.21

    ἐκ μεγάλων δὲ πενθέων I. 8.6

    ἐν διχομηνίδεσσιν δὲ ἑσπέραις” *I. 8.44

    σὺν θεῶν δέ νιν αἴσᾳ I. 9.1

    ἐν χρόνῳ δ fr. 33b. ἐν ἔργμασιν δὲ fr. 38.

    πρὸ πόνων δὲ Pae. 6.90

    III following article with adj., part., prep., simm.

    ὁ μέγας δὲ κίνδυνος O. 1.81

    ὁ νικῶν δ O. 1.97

    τὸ πόρσω δ O. 3.44

    τὸ διδάξασθαι δέ τοι O. 8.59

    αἱ δύο δ

    ἀμπλακίαι P. 2.30

    τὸ πλουτεῖν δὲ P. 2.56

    ἐν πάντα δὲ νόμον P. 2.86

    ὁ Βάττου δ P. 5.55

    τὰ μακρὰ δ N. 4.33

    τᾷ Δαιδάλου δὲ (τε coni. Schr.) N. 4.59 ταὐτὰ δὲ *N. 7.104

    ὁ πονήσαις δὲ I. 1.40

    Πρωτεσίλα, τὸ τεὸν δὲ I. 1.58

    ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς I. 4.19

    τὰν Ψαλυχιαδᾶν δὲ πάτραν I. 6.63

    τὰ μακρὰ δ' εἴ τις I. 7.43

    τῷ παρέοντι δ fr. 43. 4. ὁ ζαμενὴς δ' ὁ χοροιτύπος fr. 156. ἁ Μειδύλου δ fr. 190.
    IV following two emphatically connected words. φιλεῖ δὲ, μάλα φιλεῖ δὲ (post μάλα distinxerunt codd.: corr. Bergk) O. 2.27 αὐτοῦ μένων δ' ὁ θεῖος ἀνὴρ (post αὐτοῦ distinxerunt codd.: corr. Heyne: δ del. Bergk) P. 6.38 τῶν νῦν δὲ (byz.: τῶν δὲ νῦν codd.) P. 6.43 < οὐ πενθέων δ> (supp. Blass e Plutarcho) Πα... νηλεεῖ νοῷ δ fr. 177e.
    V for metrical convenience? παῖδ' ἐρατὸν δ Ἀρχεστράτου (δ supp. Mosch.: om. codd.) O. 10.99
    5 beginning fragments, where its value is obscure. fr. 2. 1, fr. 6. a. d, fr. 33a. 3, fr. 44, Πα. 2. 3,, Πα. 7B. 14, Πα. 12., Πα. 13a. 18, Πα. 13c. 5, Πα. 1. 31, 3, Πα. 1., Πα. 2. 1, Πα. 21. 1, Πα. 21. 21, fr. 60a. 3, fr. 81, Δ.. 1, Δ. 4. 46, fr. 74, fr. 108a. 1, b. 1, fr. 110, fr. 121, fr. 124c, fr. 177f, fr. 179, fr. 185, fr. 215. 2, fr. 215b. 4, fr. 219, 227, 233, 236, 237, 260. 2, 5, Θρ.. 2, Θρ. 6. 7, fr. 131a, fr. 135, fr. 153, fr. 166. 1, fr. 169. 49, fr. 177c.

    Lexicon to Pindar > δέ

  • 11

    , Adv., never in the form ἦε ([etym.] ἠέ):
    I TO CONFIRM an assertion, in truth, of a surety,

    ἦ ὀλίγον οἷ παῖδα ἐοικότα γείνατο Τυδεύς Il.5.800

    , etc.; ironically, 1.229, al.; with concessive force, it is true that..: hence, although..,

    ἦ καὶ γένει ὕστερος ἦεν 3.215

    : freq. strengthd. by the addition of one or two other Particles, as

    ἦ ἄρα Od.24.193

    ;

    ἦ ἄρα δή Il.13.446

    ;

    ἦ ῥα 4.82

    ;

    ἦ ῥά νυ 6.215

    ;

    ἦ γάρ 1.78

    ;

    ἦ γάρ τοι Od.16.199

    ;

    ἦ δή Il.2.272

    ;

    ἦ δή που 21.583

    ;

    ἦ δῆτα S.OT 429

    ;

    ἦ θην Il.20.452

    ;

    ἦ κάρτα S. El. 1279

    ;

    ἦ μάλα Il.3.204

    ;

    ἦ μάλα δή 5.422

    ; ἦ μήν and ἦ μέν (v. infr.);

    ἦ νυ Il.22.11

    ;

    ἦ τάχα Od.18.73

    ;

    ἦ τε 13.211

    : and to express doubt, ἦ που, v. ἦ που and ποῦ: esp. ἦ μήν used in oaths and asseverations, Il.2.291, 7.393, A.Pr.73, 168, etc.; also

    ἦ μάν Il.2.370

    , 13.354, Sapph.Supp.23.5;

    ἦ μέν Od.10.65

    (later εἶ μήν, v. εἷ): c. inf. in orat. obliq., after Verbs of swearing, etc.,

    σὺ δὲ σύνθεο, καί μοι ὄμοσσον, ἦ μέν μοι πρόφρων ἔπεσιν καὶ χερσὶν ἀρήξειν Il.1.77

    ; ἦ μέν also in [dialect] Ion. historical Prose, Hdt.4.154, 5.93, al.;

    ἐγγυᾶσθαι, ἦ μὴν παραμενεῖν Pl. Phd. 115d

    ; ἐγγυητὰς καταστῆσαι ἦ μὴν ἐκτείσειν Lexap.D.24.39: with other Particles,

    ἦ μὲν δή Il.2.798

    , Od.18.257, al.;

    ἦ δὴ μάν Il.17.538

    .
    2 in the combinations ἐπεὶ ἦ, ὅτι ἢ and τί ἢ; A.D.Conj.255.5, Synt.307.19(cf. Hdn.Gr.1.520), recognizes an 'expletive' ([etym.] παραπληρωματικὸς σύνδεσμος) perispom. after ἐπεί, barytone after ὅτι or τί. It is prob. the same as the affirmative (cf. A.D.Conj.l.c.), and occurs in the same combinations,

    ἐπεὶ ἦ πολύ.. Il.1.169

    , al.; ἐπεὶ ἦ μάλα ib. 156, Od.10.465;

    ἐπεὶ ἦ καί.. Il.20.437

    , Od.16.442. Trypho took τίη as one word, and this can be supported by

    τί ἢ δὲ σύ.. Il.6.55

    , but A.D. (Conj.l.c.) infers from the accent of ὅτι ἢ that τί ἢ was two words. The Attic accentuation is said by Eust.45 init., 118.39, 907.14 to be τιή, ὁτιή(qq. v.).
    3 this (or ) is prob. to be recognized in

    ὥς τε γὰρ ἦ Il.2.289

    ,

    ὥς τέ τευ ἦ Od.3.348

    , 19.109, where codd. have (in Od.3.348 ἠδέ (cj. Bekker) shd. perh. be read for ἠέ).
    II in Questions not involving alternatives:
    1 Direct questions,
    a epexegetic of a preceding question, suggesting the answer to it, τίπτ' εἰλήλουθας; ἦ ἵνα ὕβριν ἴδῃ Ἀγαμέμνονος; why hast thou come? is it that thou mayst see.. ? Il.1.203, cf. 5.466,7.26, Od.4.710,13.418, 17.376, B.17.5; τί δῆτα χρῄζεις; ἦ με γῆς ἔξω βαλεῖν; S.OT 622, cf. E.Or. 1425 ( codd.); τίς σοι διηγεῖτο; ἦ αὐτὸς Σωκράτης; Pl.Smp. 173a (perispom., cod. B): on the accent, Hdn. Gr.2.112.
    b not epexegetic of a preceding question, ἦ σύ γ' Ὀδυσσεύς ἐσσι πολύτροπος; art thou the wily Odysseus? Od.10.330, cf. Il.11.666, 15.504; ἦ οὐκ ὀτρύνοντος ἀκούετε.. Ἕκτορος; do you not hear..? ib. 506, cf. Od.16.424; ἦ τὸ πλοῖον ἀφῖκται; Pl.Cri. 43c; ἦ οὐ δοκεῖ καὶ σοὶ οὕτω; don't you think so too? Id.Grg. 479b (perispom., cod. T); ἦ βούλει συλλογισώμεθα αὐτά; shall we work them (the consequences) out? ib. 479c (perispom., cod. T); ἦ τορῶς λέγω; A.Ag. 269; ἦ κἀν δόμοισι τυγχάνει τανῦν παρών; S.OT 757: freq. with other Particles, ἦ ἄρ.. ; Od.20.166, Il.19.56; mostly ἦ ῥα.. ; 5.421, 762, Od.4.632; also in Trag. (in lyr.), A.Pers. 633, S.Aj. 172, 955: esp. to mark the first of several questions, Pi.I.7(6).3 sqq.; ἦ ἄρα δή.. ; Il.13.446; ἦ ῥά νυ.. ; 4.93; ἦ νυ.. ; 15.128; ἦ ταῦτα δή.. ; S.Ph. 565, El. 385; ἦ ταῦτα δῆτα.. ; Id.OT 429; ἦ γάρ.. ; A.Pr. 745, 757, S.OT 1000: in [dialect] Att. Prose, ἦ γάρ; standing alone, is it not so? Pl.Tht. 160e, Grg. 449d, 468d; ἦ καί.. ; A.Ag. 1207, 1362:— usu. begins the sentence, except that the vocative may precede, as in Il.5.421, 762, Od.4.632, S.OC 863, 1102, or ἀλλά, as in A.Ag. 276, Ch. 774:—by Crasis combines with ἄρα in [dialect] Att. and the κοινή to ἆρα (q. v.), in all other dialects (cf. A.D.Conj.223.24 ) to ἦρα (q. v.), but ἆρα is found in Pi.P.4.78 ( ἄρα codd.), al., Archil.86, 89.
    2 Indirect questions,

    οἴχετο πευσόμενος μετὰ σὸν κλέος ἤ που ἔτ' εἴης Od. 13.415

    (v.l. εἰ, which alone has Ms. authority in Il.1.83, Od.19.325);

    ὄφρα καὶ Ἕκτωρ εἴσεται ἢ καὶ ἐμὸν δόρυ μαίνεται ἐν παλάμῃσιν Il.8.111

    (v.l. εἰ) ; ἀλλ' ἄγε μοι τόδε εἰπὲ.. ἢ καὶ Λαέρτῃ αὐτὴν ὁδὸν ἄγγελος ἔλθω; Od.16.138 (v.l. εἰ) ; ἀμφίστασθαι ἦ κα πεφυτεύκωντι πάντα κὰτ τὰν συνθήκαν they shall investigate whether.. Tab.Heracl.1.125;

    μαντεύσασθαί οἱ.. ἦ λώϊόν οἵ κα εἴη Isyll.34

    ;

    διαφαφίξασθαι ἦ δοκεῖ αὐτὸν στεφανῶσαι IG12(3).170.12

    ([place name] Astypalaea): accented in codd. Hom., but it shd. perh. be perispom.
    ------------------------------------
    , for ἔφη, [ per.] 3sg. [tense] impf. or [tense] aor. 2 of ἠμί (q. v.). [full] , for ἦν, [dialect] Att. [var] contr. from lon. ἔα, [tense] impf. of εἰμί (
    A sum).

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) >

  • 12 μέγας

    μέγᾰς, μεγάλη [pron. full] [ᾰ], me/ga?μέγαςX, gen. μεγάλου, ης, ου, dat. μεγάλῳ, ῃ, ῳ, acc. μέγᾰν, μεγάλην, μέγᾰ; dual μεγάλω, α, w; pl. μεγάλοι, μεγάλαι, μεγάλα, etc.: the stem μεγάλο- is never used in sg. nom. and acc. masc. and neut., and only once in voc. masc.,
    A

    ὦ μεγάλε Ζεῦ A.Th. 822

    (anap.).
    I big, of bodily size: freq. of stature,

    εἶδος.. μ. ἦν ὁράασθαι Od.18.4

    ;

    κεῖτο μ. μεγαλωστί Il.16.776

    ;

    ἠΰς τε μ. τε Od.9

    . 508; φῶτα μέγαν καὶ καλόν ib. 513;

    καλή τε μεγάλη τε 15.418

    ;

    κάρτα μεγάλη καὶ εὐειδής Hdt.3.1

    ; φύσιν τίν' εἶχε φράζε; Answ.

    μέγας S.OT 742

    .
    b full-grown, of age as shown by stature,

    νῦν δ' ὅτε δὴ μ. εἰμί Od.2.314

    ;

    μήτε μέγαν μήτ' οὖν νεαρῶν τινα A.Ag. 358

    (anap.); later, elder of two persons of the same name, Wilcken Chr. 305 (iii B. C.);

    Σκιπίων ὁ μ. Plb.18.35.9

    .
    c of animals, μ. ἵπποι, βοῦς, σῦς, Il.2.839, 18.559, Od.19.439;

    αἰετός Pi.I.6(5).50

    .
    2 generally, vast, high, οὐρανός, ὄρος, πύργος, Il.1.497, 16.297, 6.386; wide, πέλαγος, λαῖτμα θαλάσσης, Od.3.179, 5.174; long, ἠϊών, αἰγιαλός, Il.12.31,2.210: sts. opp.

    ὀλίγος, κῦμα οὔτε μέγ' οὔτ' ὀ. Od.10.94

    ; but usu. opp. μικρός or

    σμικρός, πρὸς ἑαυτὸ ἕκαστον καὶ μ. καὶ σμικρόν Anaxag. 3

    ;

    τὸ ἄπειρον ἐκ μεγάλου καὶ μικροῦ Arist.Metaph. 987b26

    , etc.
    II of quality or degree, great, mighty, freq. epith. of gods,

    ὁ μ. Ζεύς A. Supp. 1052

    (lyr.), etc.; μεγάλα θεά, of Demeter and Persephone, S. OC 683 (lyr.); θεοὶ μεγάλοι, of the Cabiri, IG12(8).71 ([place name] Imbros), etc.; Μήτηρ μ., of Cybele, SIG1014.83 (Erythrae, iii B. C.), 1138.3 (Delos, ii B. C.);

    Μήτηρ θεῶν μ. OGI540.6

    ([place name] Pessinus), etc.;

    Ἴσιδος μ. μητρὸς θεῶν PStrassb.81.14

    (ii B.C.);

    μ. ἡ Ἄρτεμις Ἐφεσίων Act.Ap.19.28

    ; τίς θεὸς μ. ὡς ὁ θεὸς ἡμῶν; LXX Ps.76(77).13;

    ὁ μ. θεός Ep.Tit.2.13

    ; of men,

    μ. ἠδὲ κραταιός Od.18.382

    ;

    ὀλίγος καὶ μ. Callin.1.17

    , etc.; μέγας ηὐξήθη rose to greatness, D.2.5; ἤρθη μ. ib.8; βασιλεὺς ὁ μ., i. e. the King of Persia, Hdt.1.188, etc. (θεῶν β. ὁ μ., of Zeus, Pi.O. 7.34);

    βασιλεὺς μ. A.Pers.24

    (anap.); as a title of special monarchs,

    Ἀρδιαῖος ὁ μ. Pl.R. 615c

    ;

    ὁ μ. Ἀλέξανδρος Ath.1.3d

    ;

    ὁ μ. ἐπικληθεὶς Ἀντίοχος Plb.4.2.7

    , etc.;

    μ. φίλος E.Med. 549

    ;

    πλούτῳ τε κἀνδρείᾳ μ. Id.Tr. 674

    ;

    ἐπὶ μέγα ἦλθεν ἰσχύος Th.2.97

    .
    2 strong, of the elements, etc., ἄνεμος, λαῖλαψ, Ζέφυρος, Od.19.200, 12.408, 14.458; of properties, passions, qualities, feelings, etc., of men, θάρσος, πένθος, ποθή, etc., 9.381, Il.1.254, 11.471, etc.;

    ἀρετή Od.24.193

    , Pi. O.8.5;

    θυμός Il.9.496

    , E.Or. 702;

    κλέος Il.6.446

    ;

    ἄχος 9.9

    ;

    πυρετός Ev.Luc.4.38

    (incorrect acc. to Gal.7.275); ἡ μ. νοῦσος epilepsy, Hp. Epid.6.6.5, cf. Gal.17(2).341.
    3 of sounds, great, loud, ἀλαλητός, ἰαχή, πάταγος, ὀρυμαγδός, Il.12.138, 15.384, 21.9, 256; θόρυβοι, κωκυτός, S.Aj. 142 (anap.), E.Med. 1176;

    οὐκ ἔστι ὅκως τι νεῖκος ἔσται ἢ μέγα ἢ σμικρόν Hdt.3.62

    ;

    μὴ φώνει μέγα S.Ph. 574

    .
    4 generally, great, mighty,

    ὅρκος Il.19.113

    ; ὄλβος, τιμά, Pi.O.1.56, P.4.148; μ. λόγος, μῦθος, a great story, rumour, A.Pr. 732, S.Aj. 226 (lyr.); ἐρώτημα a big, i. e. difficult, question, Pl.Euthd. 275d, Hp.Ma. 287b; weighty, important,

    τόδε μεῖζον Od.16.291

    ; μέγα ποιέεσθαί τι to esteem of great importance, Hdt.3.42, cf. 9.111;

    μέγα γενέσθαι εἴς τι X.HG7.5.6

    ;

    μ. ὑπάρχειν πρός τι Id.Mem.2.3.4

    ;

    μέγα διαφέρειν εἴς τι Pl.Lg. 78o

    c; οὐκ ἂν εἴη παρὰ μέγα τὸ δικολογεῖν not of great importance, Phld.Rh.2.85 S.; τὸ δὲ μέγιστον and what is most important, Th.4.70, cf. 1.142; οἱ μέγιστοι καιροί the most pressing emergencies, D.20.44; μ. ὠνησάμενοι χρημάτων for large sums, Plb. 4.50.3, etc.
    5 with a bad sense, over-great, μέγα εἰπεῖν to speak big, and so provoke divine wrath, Od.22.288;

    λίην μέγα εἶπες 3.227

    , 16.243;

    μέγα ἔργον 3.261

    , Pi.N.10.64;

    ἔργων μ. A.Ag. 1546

    (anap.);

    ὠμὸν τὸ βούλευμα καὶ μ. Th.3.36

    ; ἔπος μ., μ. λόγοι, S.Aj. 423 (lyr.), Ant. 1350 (anap.); μ. γλῶσσα ib. 127 (anap.);

    μηδὲν μέγ' εἴπῃς Id.Aj. 386

    ;

    μὴ μέγα λέγε Pl.Phd. 95b

    ;

    μὴ μεγάλα λίαν λέγε Ar.Ra. 835

    ;

    μέγα φρονεῖν S.OT 1078

    , E.Hipp.6;

    μεγάλα φρονεῖν Ar.Ach. 988

    ; μεγάλα, μεῖζον ἢ δικαίως πνεῖν, E.Andr. 189, A.Ag. 376 (lyr.);

    μέγα τι παθεῖν X.An.5.8.17

    ;

    μὴ μέγα λέγων μεῖζον πάθῃς E. HF 1244

    .
    6 of style. impressive, Demetr.Eloc. 278; μεῖζον more striking, ib. 103.
    7 of days, long, Gal.12.714.
    B Adv. μεγάλως [] greatly, mightily, Od.16.432, Hes.Th. 429, Hdt.1.16,30, al., X.Cyr.8.2.10, Parth.28.1, etc.; strengthd.,

    μάλα μ. Il.17.723

    ;

    δμαθέντες μ. A.Pers. 907

    (lyr.); with Adjs., Hdt. 1.4, 7.190.
    II more freq. neut. sg. μέγα as Adv., very much, exceedingly, μ. χαῖρε all hail!, v. l. for μάλα in Od.24.402; esp. with Verbs expressing strong feeling,

    μ. κεν κεχαροίατο Il.1.256

    ;

    μ. κήδεται 2.27

    , etc.: with Verbs expressing power, might,

    μ. πάντων.. κρατέει 1.78

    ;

    ὃς μ. πάντων.. ἤνασσε 10.32

    ;

    πατρὸς μ. δυναμένοιο Od.1.276

    , cf. Hom.Epigr.15.1, A.Eu. 950 (anap.), E.Hel. 1358 (lyr.), Ar.Ra. 141, Pl.R. 366a;

    μ. δύνασθαι παρά τινι Th.2.29

    ;

    πλουτέειν μ. Hdt.1.32

    ; or those expressing sound, loudly, μ. ἰάχειν, ἀῧσαι, βοῆσαι, εὔξασθαι, ἀμβῶσαι, Il.2.333, 14.147, 17.334, Od.17.239, Hdt.1.8 (also pl.,

    μεγάλ' εὔχετο Il.1.450

    ; μ. αὐδήσαντος, μ. ἤπυεν, Od.4.505, 9.399): strengthd.,

    μάλα μ. Il.15.321

    ;

    μ. δ' ἔβραχε φήγινος ἄξων 5.838

    , etc.: so in Trag. with all kinds of Verbs, μ. στένειν, σθένειν, χλίειν, A.Ag. 711 (lyr.), 938, Ch. 137: also in pl.,

    μεγάλα.. δυστυχεῖς Id.Eu. 791

    (lyr.).
    3 with Adjs., as μέγ' ἔξοχος, μέγα νήπιος, Il.2.480, 16.46; μ. νήπιε Orac. ap. Hdt.1.85;

    μ. πλούσιος Id.1.32

    , 7.190;

    ὦ μέγ' εὔδαιμον κόρη A.Pr. 647

    : with [comp] Comp. and [comp] Sup., by far, μέγ' ἀμείνονες, ἄριστος, φέρτατος, Il.4.405, 2.82, 16.21.
    C degrees of Comparison (regul. μεγαλώτερος, -ώτατος late, EM780.1,2):
    1 [comp] Comp. μείζων, ον, gen. ονος, [dialect] Ep., [dialect] Att. (also Delph., SIG 246 H 260 (iv B. C.)); [dialect] Ion., Arc., [dialect] Dor., [dialect] Aeol. μέζων, ον, Heraclit. 25, Hp.Acut.44, Hdt.1.26, IG7.235.16 ([place name] Oropus), 5(2).3.18 ([place name] Tegea), Epich.62 (also early [dialect] Att., IG12.22.65, but [με] ίζων ib.6.93, by analogy of ὀλείζων ib.76,95); dat. pl.

    μεζόνεσσι Diotog.

    ap. Stob.4.7.62: written μέσδων in Sapph.Supp.7.6, Plu.Lyc.19: cf. [full] μέττον· μεῖζον, Hsch. (dub.); later

    μειζότερος 3 Ep.Jo.4

    (used as title, elder, POxy. 943.3 (vi A. D.), etc.);

    μειζονώτερος A.Fr. 434

    :—greater, longer, taller, Il.3.168, 9.202, etc.; freq. also, too great,

    γέρας Pl.Sph. 231a

    ; Μηνόφιλος μείζων M. the elder, Ostr.Bodl.vC 2 (ii A. D.); as title, μειζων κώμης headman of a village, POxy.1626.5 (iv A. D.), etc.: generally, the higher authority, PLond.2.214.22 (iii A. D.), POxy.1204.17 (pl., iii A. D.); οὔτε μεῖζον οὔτε ἔλαττον, a strong form of denial, nothing whatever, D.H.Comp.4;

    οὐδαμὰ προὔφηνεν οὔτε μείζον' οὔτ' ἐλάττονα S.Tr. 324

    . Adv.

    μειζόνως E.Hec. 1121

    , Th.1.130, X.Cyn.13.3, Isoc.9.21, etc.; [dialect] Ion.

    μεζόνως Hdt.3.128

    , Herod.4.80, etc.: neut. as Adv.,

    μεῖζον σθένειν S.Ph. 456

    , E.Supp. 216;

    μ. ἰσχύειν D.Ep.3.28

    ;

    ἐπὶ μ. ἔρχεται S.Ph. 259

    .
    2 [comp] Sup. μέγιστος, η, ον, Il.2.412, etc.: neut. as Adv.,

    μέγιστον ἴσχυσε S.Aj. 502

    ; δυνάμενος μ., c. gen., Hdt.7.5, 9.9: with another [comp] Sup.,

    μέγιστον ἐχθίστη E.Med. 1323

    : in pl.,

    χαῖρ' ὡς μέγιστα S.Ph. 462

    ;

    θάλλει μ. Id.OC 700

    (lyr.);

    τὰ μέγιστ' ἐτιμάθης Id.OT 1203

    (lyr.); ἐς μέγιστον ib. 521;

    ἐς τὰ μ. Hdt.8.111

    :—late [comp] Sup.

    μεγιστότατος PLond.1.130.49

    (i/ii A. D.). (Cf. Skt. majmán- 'greatness', Lat. magnus, Goth. mikils 'great'.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μέγας

  • 13 μέν

    1 where μέν is merely an emphatic particle, and is not balanced by δέ or another particle.
    a emphasising a demonstrative, not in nom., which refers back to a word in (esp. subject of) a preceding sentence.

    ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη· τῷ μὲν εἶπε O. 1.75

    οὐδ' ἀκράντοις ἐφάψατο ἔπεσι· τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86

    μαντεύσατο

    δ' ἐς θεὸν ἐλθών. τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας εἶπε O. 7.32

    Γλαῦκον τρόμεον Δαναοί. τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60

    ( ὄρος)

    τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν γείτονα P. 1.30

    πατήρ. τῷ μὲν εἰ κατέβαν ὑγίειαν ἄγων P. 3.72

    δεσπόταν· τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσει P. 4.53

    ὣς φάτο· τὸν μὲν ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120

    ( δοιοὶ δ' ὑψιχαῖται ἀνέρες).

    τῶν μὲν κλέος P. 4.174

    Κυράναν· ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18

    γαμβρὸς Ἥρας. τῷ μὲν δαῖτα πορσύνοντες ἀστοὶ I. 4.61

    ( Αἰακὸν)

    τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24

    ( Ἀχιλεύς)

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56

    ( καὶ κεῖνος)

    τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65

    Ὕλλου τε καὶ Αἰγιμιοῦ · τῶν (Hermann: τὰ cod.)

    μὲν ὑπὸ στάθμᾳ νέμονται I. 9.4

    cf. fr. 140b. 16.
    b emphasising adv., esp. temporal.

    νῦν μὲν αὐτῷ γέρας Ἀλκιμέδων O. 8.65

    μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85

    σάμερον μὲν χρή P. 4.1

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν Διὸς ἀρχόμεναι σεμνὰν Θέτιν N. 5.25

    ὃς τότε μὲν βασιλεύων κεῖθι N. 9.11

    ( Διόσκουροι)

    μάλα μὲν ἀνδρῶν δικαίων περικαδόμενοι N. 10.54

    adv. phrase, “τὸ μὲν ἐμόν, Πηλέι γέρας θεόμορον ὀπάσσαι γάμου ΑἰακίδᾳI. 8.38
    c emphasising verb.

    ἐπέγνω μὲν Κυράνα P. 4.279

    d where the balancing thought is,
    I suppressed.

    παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν Λίνδον τε O. 7.73

    τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι (v. also μέν τε) P. 11.46

    ξανθὸς δ' Αχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις, παῖς ἐὼν ἄθυρε μεγάλα ἔργα N. 3.43

    πρῶτον μὲν fr. 30. 1.
    II not expressed in coordinated clause.

    ἤδη γὰρ αὐτῷ, πατρὶ μὲν βωμῶν ἁγισθέντων, διχόμηνις ἀντέφλεξε Μήνα O. 3.19

    τοὺς μὲν ὦν P. 3.47

    τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῷ φέρειν ἀλλ' ἀγαθοί, τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83

    e contrasting with what precedes, not what follows. ἄγγελος ἔβαν πέμπτον ἐπὶ εἴκοσι τοῦτο γαρύων εὖχος ἀγώνων ἄπο. δύο μὲν Κρονίου πὰρ τεμένει, παῖ, σέ τ' ἐνόσφισε καὶ Πολυτιμίδαν κλᾶρος προπετὴς ἄνθἐ Ὀλυμπιάδος ( μὰν coni. Wil.) N. 6.61 esp.,

    ἀλλὰ μέν, ἀλλ' ἐπεύξασθαι μὲν ἐγὼν ἐθέλω Ματρί P. 3.77

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσονP. 4.154
    f dub. & fragg. [ ἀγαθοῖς μὲν (Schr.: ἀγαθοῖσιν codd.) N. 11.17]

    ἐγὼ μὲν ὑπὲρ χθονὸς Pae. 8.14

    ]ἔνθεν μὲν αρ[ Πα. 13a. 22. ]

    α μὲν γὰρ εὔχομαι[ Pae. 16.3

    ἔνθεν μὲν fr. 59. 11. πρόσθα μὲν fr. 70. 1. πρὶν μὲν ἕρπε Δ. 2. 1. μὲν στάσις[ Δ. 3. 3. ]φθίτο μὲν γα[ Δ. 4e. 8. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον fr. 82. κείνῳ μὲν fr. 92. Λάκαινα μὲν fr. 112. δελφῖνος, τὸν μὲν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161. φθέγμα μὲν πάγκοινον ἔγνωκας fr. 188. πανδείματοι μὲν fr. 189. ἴσον μὲν fr. 224. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242. ] υν μὲν θεο[ ?fr. 337. 11. στῆναι μὲν οὐ θέμις οὐδὲ παύσασθαι φορᾶς ?fr. 358.
    g γε μέν, v. 4.
    a where sentences are opposed.

    ἐμοὶ μὲν τὺ δὲ O. 1.84

    θανόντων μὲν ἐνθάδ' τὰ δ ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ O. 2.57

    παρὰ μὲν τιμίοις τοὶ δὲ O. 2.65

    τὸν μὲν λεῖπε χαμαί· δύο δὲ ἐθρέψαντο δράκοντες O. 6.44

    τὰ μὲν ἐκ θεοῦ δ O. 11.8

    κελαδέοντι μὲν σὲ δ P. 2.15

    —8.

    νεότατι μὲν βουλαὶ δὲ πρεσβύτεραι P. 2.63

    —5.

    τόδε μὲν μέλος ὑπὲρ πολιᾶς ἁλὸς πέμπεται· τὸ Καστόρειον δ' θέλων ἄθρησον P. 2.67

    τῷ μὲν Ἀπόλλων · ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγὼ P. 4.66

    τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν P. 4.86

    ἀλλὰ τούτων μὲν κεφάλαια λόγων ἴστε. λευκίππων δὲ δόμους πατέρων φράσσατέ μοιP. 4.116

    μάκαρ μὲν ἀνδρῶν μέτα ἔναιεν, ἥρως δ' ἔπειτα λαοσεβής P. 5.95

    μάλιστα μὲν Κρονίδαν θεῶν σέβεσθαι· ταύτας δὲ μή ποτε τιμᾶς ἀμείρειν γονέων βίον πεπρωμένον P. 6.23

    ὁ μὲν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (contra Wil., 467.) P. 10.11—2.

    οἱ μὲν πάλαι, νῦν δ I. 2.1

    —9.

    ἀλλ' ὀνοτὸς μὲν ἰδέσθαι, συμπεσεῖν δ ἀκμᾷ βαρύς I. 4.50

    —1.

    ἀλλ' ἐμοὶ δεῖμα μὲν παροιχόμενον καρτερὰν ἔπαυσε μέριμναν. τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.11

    ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε· βροτέων δὲ λεχέων τυχοῖσα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντ' ἐν πολέμῳI. 8.35 καλῶν μὲν ὦν μοῖράν τε τερπνῶν ἐς μέσον χρὴ παντὶ λαῷ δεικνύναι· εἰ δέ τις ἀνθρώποισι θεόσδοτος ἀτληκηκοτας προστύχῃ, ταύταν σκότει κρύπτειν ἔοικεν fr. 42. 3—5. ἀλλὰ [ βαρεῖα μὲν] ἐπέπεσε μοῖρα· τλάντων δ' ἔπειτα Πα. 2.. ταῦτα θεοῖσι μὲν πιθεῖν σοφοὺς δυνατόν, βροτοῖσιν δ ἀμάχανον εὑρέμεν Πα... τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ] ὦ Μοῖσαι, τοῦ δὲ παντεχ[ ] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Πα... χάλκεοι μὲν τοῖχοι χρύσεαι δ ἓξ ὑπὲρ αἰετοῦ ἄειδον κηληδόνες Πα... Κρῆτα μὲν καλέοντι τρόπον, τὸ δ ὄργανον Μολοσσόν *fr. 107b. 2.* σῶμα μὲν πάντων ἕπεται θανάτῳ περισθενεῖ, ζωὸν δ' ἔτι λείπεται αἰῶνος εἴδωλον fr. 131b. 1.
    b where sentences are joined.

    ζώει μὲν ἐν Ὀλυμπίοις Σεμέλα. λέγοντι δ' ἐν καὶ θαλάσσᾳ βίοτον ἄφθιτον Ἰνοῖ τετάχθαι O. 2.25

    — 30.

    Ὀλυμπίᾳ μὲν γὰρ Πυθῶνι δ O. 2.48

    —9.

    τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασέν τε Μοίρας. ἧλθεν δ ὑπὸ σπλάγχνων Ἴαμος O. 6.41

    κείνοισι μὲν ( κείνοις ὁ μὲν coni. Mingarelli) —.

    αὐτὰ δὲ O. 7.49

    —50.

    Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε, τὸ δὲ κύκλῳ πέδον ἔθηκε δόρπου λύσιν O. 10.45

    —7.

    εἰ γὰρ ὁ πᾶς χρόνος ὄλβον μὲν οὕτω καὶ κτεάνων δόσιν εὐθύνοι, καμάτων δ' ἐπίλασιν παράσχοι P. 1.46

    τοὶ μὲν ἀλλάλοισιν ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ· ἀνὰ δ' ἡμιόνοις Πελίας ἵκετο P. 4.93

    —4.

    ὀρφανίζει μὲν, ἔμαθε δ P. 4.283

    —4. τὸ μὲν ἔχει συγγενὴς ὀφθαλμὸς

    αἰδοιότατον γέρας. μάκαρ δὲ καὶ νῦν P. 5.15

    —20.

    πολλοῖσι μὲν γὰρ ἀείδεται νικαφόροις ἐν ἀέθλοις. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.25

    —8.

    τοιαῦτα μὲν ἐφθέγξατ' Ἀμφιάρηος. χαίρων δὲ καὶ αὐτὸς Ἀλκμᾶνα στεφάνοισι βάλλω P. 8.55

    —6.

    τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας, οἴκοι δὲ πρόσθεν ἁρπαλέαν δόσιν ἐπάγαγες P. 8.64

    ποτὶ γραμμᾷ μέν αὐτὰν στᾶσε κοσμήσαις τέλος ἔμμεν ἄκρον, εἶπε δ P. 9.118

    —9. θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας. ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο (others join μέν with τ v. 33) P. 11.31—4.

    ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα, πειρᾶτο δὲ πρῶτον μάχας N. 1.43

    ἐν Τροίᾳ μὲν Ἕκτωρ Αἴαντος ἄκουσεν. ὦ Τιμόδημε, σὲ δ' ἀλκὰ παγκρατίου τλάθυμος ἀέξει N. 2.14

    ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν μείς τ' ἐπιχώριος. ἅλικας δ ἐλθόντας οἴκοι τ ἐκράτει Νίσου τ ἐν εὐαγκεῖ λόφῳ N. 5.44

    —5.

    καὶ ταῦτα μὲν παλαιότεροι ὁδὸν ἀμαξιτὸν εὗρον. ἕπομαι δὲ καὶ αὐτός N. 6.53

    —4.

    χρεῖαι δὲ παντοῖαι φίλων ἀνδρῶν. τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα, μαστεύει δὲ καὶ τέρψις ἐν ὄμμασι θέσθαι πιστόν N. 8.42

    πεῖραν μὲν ἀγάνορα Φοινικοστόλων ἐγχέων ἀναβάλλομαι ὡς πόρσιστα, μοῖραν δ' εὔνομον αἰτέω N. 9.28

    —9.

    τὰν μέν ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ' ἐς νᾶσον Οἰνοπίαν ἐνεγκὼν κοιμᾶτο I. 8.19

    —21. καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ]ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Πα. 2.. χρῆν μὲν κατὰ καιρὸν ἐρώτων δρέπεσθαι, τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας δρακείς, ὃς μὴ ποθῷ κυμαίνεται, κεχάλκευται (Hermann: με codd.) fr. 123. 1. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἀπὸ μὲν λευκὸν γάλα χερσὶ τραπεζᾶν ὤθεον, αὐτόματοι δ' ἐπλάζοντο fr. 166. 3.
    c where subordinate clauses are joined.

    εἰ δ' ἀριστεύει μὲν ὕδωρ, κτεάνων δὲ χρυσὸς αἰδοιέστατος O. 3.42

    ἐκέλευσεν δ' αὐτίκα χρυσάμπυκα μὲν Λάχεσιν χεῖρας ἀντεῖναι θεῶν δ ὅρκον μέγαν μὴ παρφάμεν O. 7.64

    —5. ( φόρμιγξ) τᾶς ἀκούει μὲν βάσις, πείθονται δ

    ἀοιδοὶ σάμασιν P. 1.2

    —3.

    τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί. ποταμοὶ δὲ P. 1.21

    —2.

    τῶ σε μὴ λαθέτω, Κυράνα, παντὶ μὲν θεὸν αἴτιον ὑπερτιθέμεν, φιλεῖν δὲ Κάρρωτον P. 5.25

    —6. ( πάρφασις)

    ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34

    d where parts of sentences are opposed or joined.

    ὃς σε μὲν Νεμέᾳ πρόφατον, Ἀλκιμέδοντα δὲ πὰρ Κρόνου λόφῳ θῆκεν Ὀλυμπιονίκαν O. 8.16

    αἴνει δὲ παλαιὸν μὲν οἶνον, ἄνθεα δ' ὕμνων νεωτέρων O. 9.48

    —9.

    τέρας μὲν θαυμάσιον προσιδέσθαι, θαῦμα δὲ καὶ παρεόντων ἀκοῦσαι P. 1.26

    πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν N. 1.26

    ὅσσους μὲν ἐν χέρσῳ κτανών, ὅσσους δὲ πόντῳ θῆρας ἀιδροδίκας N. 1.62

    οἶον αἰνέων κε Μελησίαν ἔριδα στρέφοι ῥήματα πλέκων, ἀπάλαιστος ἐν λόγῳ ἕλκειν, μαλακὰ μὲν φρονέων ἐσλοῖς, τραχὺς δὲ παλιγκότοις ἔφεδρος N. 4.95

    —6.

    Αἰακόν, ἐμᾷ μὲν πολίαρχον εὐωνύμῳ πάτρᾳ, Ἡράκλεες, σέο δὲ προπράον' ἔμμεν ξεῖνον ἀδελφεόν τ N. 7.85

    ὥρα πότνια τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις, ἕτερον δὲ ἑτέραις N. 8.3

    τρὶς μὲν, τρὶς δὲ N. 10.27

    —8. “ ἥμισυ μὲν ἥμισυ δN. 10.87—8.

    ἀνὰ δ' ἔλυσεν μὲν ὀφθαλμόν, ἔπειτα δὲ φωνὰν χαλκομίτρα Κάστορος N. 10.90

    ἀλλ' ἐπέρα ποτὶ μὲν Φᾶσιν θερείαις, ἐν δὲ χειμῶνι πλέων Νείλου πρὸς ἀκτάν I. 2.41

    κατὰ μὲν φίλα τέκν' ἔπεφνεν, αὐτὸν δὲ τρίτον fr. 171. πολλοῖς μὲν ἐνάλου ὀρείου δὲ πολλοῖς ἄγρας ἀκροθινίοις ( δὲ πολλοῖς Duebner: πολλάκις codd.) ?fr. 357.
    e explicative, distributive.

    ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ὕδωρ δ' ἄλλα φέρβει O. 2.72

    γλαυκοὶ δὲ δράκοντες τρεῖς, οἱ δύο μὲν κάπετον, εἷς δ O. 8.38

    , cf. O. 13.58, P. 2.48

    διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον P. 4.179

    Κάδμου κόραι, Σεμέλα μὲν Ὀλυμπιάδων ἀγυιᾶτις, Ἰνὼ δὲ Λευκοθέα P. 11.1

    φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιοτὰν

    λαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55

    ἀλλ' ἄγε τῶνδέ τοι ἔμπαν αἵρεσιν παρδίδωμ· εἰ μὲν, εἰ δὲ N. 10.83

    —5.

    ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν καὶ παρ' Εὐρώτᾳ πέλας, Ἰφικλέος μὲν παῖς Τυνδαρίδας δὲ I. 1.30

    I μέν δέ δέ — (δέ..) στάδιον μὲν ἀρίστευσεν. ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν. Δόρυκλος δὲ. ἂν ἵπποισι δὲ. μᾶκος δὲ. ἐν δO. 10.64

    ἐγγὺς μὲν Φέρης. ἐκ δὲ Μεσσάνας Ἀμυθάν. ταχέως δ' Ἄδματος ἶκεν καὶ Μέλαμπος P. 4.125

    —6. κρέσσονα μὲν ἁλικίας νόον φέρβεται γλῶσσάν τε· θάρσος δὲ (δὲ Schneidewin: τε codd.)—.

    ἀγωνίας δ P. 5.109

    —113.

    ἄγοντι δέ με πέντε μὲν Ἰσθμοῖ νῖκαι, μία δ'. δύο δ P. 7.13

    —6.

    ἡσυχία δὲ φιλεῖ μὲν συμπόσιον· νεοθαλὴς δ' αὔξεται μαλθακᾷ νικαφορία σὺν ἀοιδᾷ· θαρσαλέα δὲ παρὰ κρατῆρα φωνὰ γίνεται N. 9.48

    μακρὰ μὲν. πολλὰ δ'. οὐδ Ὑπερμήστρα. Διομήδεα δ. γαῖα δ N. 10.4

    τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι. ὅσσα δ'. ἀνορέαις δ I. 4.7

    —11.

    ἐν μὲν Αἰτωλῶν θυσίαισι φαενναῖς Οἰνείδαι κρατεροί, ἐν δὲ Θήβαις ἱπποσόας Ἰόλαος γέρας ἔχει, Περσεὺς δ' ἐν Ἄργει Κάστορος δ αἰχμὰ Πολυδεύκεός τ ἐπ Ἐὐρώτα ῥεέθροις. ἀλλ ἐν Οἰνώνᾳ I. 5.30

    —4.

    τὸν μὲν ἄνδωκε δ'. ὁ δ I. 6.37

    —41.

    ἵπποι μὲν ἀθάναται Ποσειδᾶνος ἄγοντ' Αἰακ[ ] Νηρεὺς δ ὁ γέρων ἕπετα[ι ] πατὴρ δὲ Κρονίων μολ[ Pae. 15.2

    σεμνᾷ μὲν κατάρχει. ἐν δὲ κέχλαδεν. ἐν δὲ Ναίδων. ἐν δ Δ. 2.. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου, φοινικορόδοις δ ἐνὶ λειμώνεσσι (δ supp. Bergk: τ Boeckh) Θρ.. 1. τεῖρε δὲ στερεῶς ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχυν, τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 30—2. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιότα. τέρπεται δὲ καί τις fr. 221.
    II in paratactic climax. ἄριστον μὲν ὕδωρ, ὁ δὲ χρυσὸς, εἰ δ' ἄεθλα (cf. O. 3.45) O. 1.1—3.

    ἐμοὶ μὲν ὦν, ἐπ' ἄλλοισι δὲ, τὸ δ ἔσχατον O. 1.111

    —3.

    Πίσα μὲν Διός. Ὀλυμπιάδα δὲ. Θήρωνα δὲ O. 2.3

    πολλὰ μὲν, πολλὰ δ'. ἅπαν δ εὑρόντος ἔργον O. 13.14

    ἀρέομαι πὰρ μὲν Σαλαμῖνος, ἐν Σπάρτᾳ δ', παρὰ δὲ τὰν εὔυδρον ἀκτὰν Ἱμέρα P. 1.76

    πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ[ ]δαιδάλλοισ' ἔπεσιν, τὰ δ α[ ] Ζεὺς οἶδ, ἐμὲ δὲ πρέπει Παρθ. 2. 31. ἀπὸ Ταυγέτοιο μὲν. Σκύριαι δ. ὅπλα δ ἀπ Ἄργεος, ἅρμα Θηβαῖον, ἀλλ ἀπὸ Σικελίας fr. 106. ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δ' Ὑμέναιον. ἁ δ Ἰάλεμον υἱὸν Οἰάγρου λτ;δὲγτ; Ὀρφέα (δὲ supp. Wil.) *qr. 3. 6.—10
    IIIμέν. νῦν αὖτε δὲ. ἐν Νεμέᾳ μὲν πρῶτον νῦν αὖτε Ἰσθμοῦ. εἴη δὲ τρίτον σωτῆρι πορσαίνοντας Ὀλυμπίῳ I. 6.3—7.
    g ὁ μέν ὁ δέ — ( ὁ δέ).

    ἀλλ' ὁ μὲν Πυθῶνάδ ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37

    —41.

    τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν τὸ δ' ματρόθεν O. 7.23

    ἐδόκησαν ἐπ' ἀμφότερα μαχᾶν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58

    ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω, τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48

    δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι P. 2.65

    τὸν μὲν ἁ δ P. 3.8

    —12.

    ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας ἢ γυίοις περάπτων παντόθεν φάρμακα, τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.51

    τὸν μὲν τοῦ δὲ P. 3.97

    —100.

    τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.43

    Κάστορος βίαν σέ τε, ἄναξ Πολύδευκες, υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου P. 11.63

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὗτος, ὃ καί τιν ἀελπτίᾳ βαλὼν ἔμπαλιν γνώμας τὸ μὲν δώσει, τὸ δ οὔπω P. 12.32

    τοὶ μὲν ὁ δ N. 1.41

    διείργει δὲ πᾶσα κεκριμένα δύναμις, ὡς τὸ μὲν οὐδὲν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3

    ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται τὰν δ' ὑπὸ κεύθεσι γαίας N. 10.55

    ἀλλὰ

    βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον. τὸν δ' αὖ παρέσφαλεν καλῶν θυμὸς ἄτολμος ἐών N. 11.29

    ἁ μὲν ἁ δ' ἁ δ Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται, παρὰ δέ σφισιν εὐανθὴς ἅπας τέθαλεν ὄλβος Θρ. 7. 6—7. irregularly coordinated,

    τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43

    , cf. P. 3.51
    h with anaphora.

    πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ O. 13.14

    πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ (Boeckh: μιν codd.) P. 9.123

    ὅσσους μὲν ὅσσους δὲ N. 1.62

    ἀλλ' ἀνὰ μὲν βρομίαν φόρμιγγ, ἀνὰ δ αὐλὸν ἐπ αὐτὰν ὄρσομεν ἱππίων ἀέθλων κορυφάν N. 9.8

    τρὶς μὲν τρὶς δὲ N. 10.27

    ἥμισυ μὲν ἥμισυ δὲ N. 10.87

    εὖ μὲν Ἀρισταγόραν δέξαι εὖ δ' ἑταίρους N. 11.3

    —4.

    πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ N. 11.6

    —7.

    χρὴ μὲν ὑμνῆσαι τὸν ἐσλόν, χρὴ δὲ κωμάζοντ' ἀγαναῖς χαρίτεσσιν βαστάσαι I. 3.7

    —8.

    ἀγαπᾶται, μέτρα μὲν γνώμᾳ διώκων, μέτρα δὲ καὶ κατέχων I. 6.71

    διαγινώσκομαι μὲν, γινώσκομαι δὲ καὶ Pae. 4.22

    ἐντὶ μὲν. ἐντὶ [δὲ καὶ] (supp. Wil.) Θρ. 3. 1. οἶδε μὲν βίου τελευτάν, οἶδεν δὲ διόσδοτον ἀρχάν fr. 137. 1.
    i where the μέν cl. has concessive force.

    σοφίαι μὲν αἰπειναί· τοῦτο δὲ προσφέρων O. 9.107

    κώμῳ μὲν ἁδυμελεῖ Δίκα παρέστακε· θεῶν δ' ὄπιν ἄφθονον αἰτέω P. 8.70

    ἦ τιν' ἄγλωσσον μέν, ἦτορ δ ἄλκιμον, λάθα κατέχει ἐν λυγρῷ νείκει N. 8.24

    cf.

    μὲν ἀλλά P. 4.139

    ; P. 6.23
    k indicating comparison.

    λέγεται μὰν Ἕκτορι μὲν κλέος ἀνθῆσαι Σκαμάνδρου χεύμασιν ἀγχοῦ, βαθυκρήμνοισι δ' ἀμφ ἀκταῖς Ἑλώρου δέδορκεν παιδὶ τοῦθ Ἁγησιδάμου φέγγος ἐν ἁλικίᾳ πρώτᾳ N. 9.39

    l where μέν and δὲ clauses are irregularly balanced.

    Ἱέρωνος ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον δρέπων μὲν κορυφὰς ἀρετᾶν ἄπο πασᾶν, ἀγλαίζεται δὲ καὶ μουσικᾶς ἐν ἀώτῳ O. 1.13

    οἱ ὤπασε θησαυρὸν δίδυμον μαντοσύνας, τόκα μὲν

    φωνὰν ἀκούειν, εὖτ' ἂν δὲ Ἡρακλέης κτίσῃ, τότ αὖ χρηστήριον θέσθαι κέλευσεν O. 6.66

    ὃς τύχᾳ μὲν δαίμονος, ἀνορέας δ' οὐκ ἀμπλακὼν O. 8.67

    πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δὲ O. 12.11

    οὐ ψεύσομ' ἀμφὶ Κορίνθῳ, Σίσυφον μὲν πυκνότατον παλάμαις ὡς θεόν, καὶ τὰν Μήδειαν. τὰ δὲ καί ποτ ἐν ἀλκᾷ ἐδόκησαν ἐπ ἀμφότερα μαχᾶν τάμνειν τέλος O. 13.52

    —5. πρύτανι κύριε πολλᾶν μὲν εὐστεφάνων ἀγυιᾶν καὶ στρατοῦ. εἰ δέ τις (v. G. P., 374) P. 2.58

    διψῇ δὲ πρᾶγος ἄλλο μὲν ἄλλου, ἀεθλονικία δὲ μάλιστ' ἀοιδὰν φιλεῖ N. 3.6

    —7.

    ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε πλαγχθέντες δ εἰς Ἐφύραν ἵκοντο N. 7.37

    χαίρω δὲ πρόσφορον ἐν μὲν ἔργῳ κόμπον ἱείς, ἐπαοιδαῖς δ' ἀνὴρ νώδυνον καί τις κάματον θῆκεν N. 8.48

    —9 cf. N. 9.48

    ἄνδρα δ' ἐγὼ μακαρίζω μὲν πατέῤ Ἀρκεσίλαν. εἰ δέ τις N. 11.11

    λίσσομαι παῖδα θρασὺν ἐξ Ἐριβοίας ἀνδρὶ τῷδε τελέσαι, τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθωI. 6.47—9.

    μάτρωί θ' χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν, τιμὰ δ ἀγαθοῖσιν ἀντίκειται I. 7.25

    —6. σὲ δ' ἐγὼ παρά μιν αἰνέω μέν, Γηρυόνα, τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον σιγῷμι πάμπαν fr. 81 ad Δ. 2. πόλιν ἀμφινέμονται, πλεῖστα μὲν δῶρ' ἀθανάτοις ἀνέχοντες, ἕσπετο δ αἰενάου πλούτου νέφος fr. 119. 3.
    m μέν δέ combined with other particles.
    I

    μὲν ὦν δέ. ἀρούραισιν, αἵτ ἀμειβόμεναι τόκα μὲν ὦν βίον ἀνδράσιν ἐπηετανὸν ἐκ πεδίων ἔδοσαν, τόκα δ αὖτ ἀναπαυσάμεναι σθένος ἔμαρψαν N. 6.10

    cf. O. 1.111
    II γε μὲνδέ, opposing two connected thoughts to what precedes; v. 4. infra. (Fortune, you guide ships and wars and councils).

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω ψεύδη μεταμώνια τάμνοισαι κυλίνδοντ ἐλπίδες. σύμβολον δ οὔ πώ τις ἐπιχθονίων πιστὸν εὗρεν θεόθεν O. 12.5

    ὕπατον δ' ἔσχεν Πίσα Ἡρακλέος τεθμόν. ἁδεῖαί γε μὲν ἀμβολάδαν ἐν τελεταῖς δὶς Ἀθαναίων μιν ὀμφαὶ κώ-

    μασαν· γαίᾳ δὲ καυθείσᾳ πυρὶ καρπὸς ἐλαίας ἔμολεν N. 10.33

    n fragg. τὶν μὲν [πά]ρ μιν[ ] ἐμὶν δὲ πὰ[ρ] κείνοι[ς Πα. 1. 1. λίγεια μὲν Μοῖσ' ἀφα [ ] μνάσει δὲ καί τινα Πα. 14. 32—5.
    3 μέν balanced with particles other than δέ.
    a μέν ἀλλά lang=greek>
    I

    τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος, φωνᾶεν Ὀλυμπίᾳ ἄρκεσε. ἀλλὰ νῦν O. 9.1

    λέγοντι μὰν χθόνα μὲν κατακλύσαι μέλαιναν ὕδατος σθένος, ἀλλὰ ἀνάπωτιν ἐξαίφνας ἄντλον ἑλεῖν O. 9.50

    ποταμοὶ δ' ἁμέραισιν μὲν προχέοντι ῥόον καπνοῦ αἴθων· ἀλλ ἐν ὄρφναισιν P. 1.22

    ἀσθενεῖ μὲν χρωτὶ βαίνων, ἀλλὰ μοιρίδιον ἦν P. 1.55

    ἐντὶ μὲν θνατῶν φρένες ὠκύτεραι κέρδος αἰνῆσαι ἀλλ' ἐμὲ χρὴ καὶ σὲP. 4.139

    ῥᾴδιον μὲν γὰρ πόλιν σεῖσαι ἀλλ' ἐπὶ χώρας αὖτις ἕσσαι δυσπαλὲς δὴ γίνεται P. 4.272

    πολλὰ μὲν ἀρτιεπὴς γλῶσσά μοι τοξεύματ' ἔχει. ἀλλ ὅμως καύχαμα κατάβρεχε σιγᾷ I. 5.46

    —52, cf. fr. 106.
    II μέν ἀλλά δέ δέ, in enumeration.

    παρὰ μὲν ὑψιμέδοντι Παρνασσῷ τέσσαρας ἐξ ἀέθλων νίκας ἐκόμιξαν, ἀλλὰ Κορινθίων ὑπὸ φωτῶν ἐν ἐσλοῦ Πέλοπος πτυχαῖς ὀκτὼ στεφάνοις ἔμιχθεν ἤδη, ἑπτὰ δ' ἐν Νεμέᾳ, τὰ δ οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ, Διὸς ἀγῶνι N. 2.19

    —24.
    b μέν τε.
    I

    χαίταισι μέν ζευχθέντες ἔπι στέφανοι πράσσοντί με τοῦτο χρέος, ἅ τε Πίσα O. 3.6

    ὄτρυνον νῦν ἑταίρους, Αἰνέα, πρῶτον μὲν κελαδῆσαι, γνῶναί τ' ἔπειτ O. 6.88

    ἁδυμελεῖ θαμὰ μὲν φόρμιγγι παμφώνοισί τ' ἐν ἔντεσιν αὐλῶν O. 7.12

    βλάστε μὲν ἐξ ἁλὸς ὑγρᾶς νᾶσος, ἔχει τέ μιν ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατήρ O. 7.69

    τίμα μὲν δίδοι τε O. 7.88

    παρέσταν μὲν ἄρα Μοῖραι σχεδὸν ὅ τ' ἐξελέγχων χρόνος O. 10.52

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μέν ὅτι, ὅτι τε P. 2.31

    ὁ θεῖος ἀνὴρ πρίατο μὲν θανάτοιο κομιδὰν πατρός, ἐδόκησέν τε P. 6.39

    ὀφείλει δ' ἔτι θαμὰ μὲν Ἰσθμιάδων δρέπεσθαι κάλλιστον ἄωτον ἐν Πυθίοισί τε νικᾶν Τιμονόου παῖδ N. 2.9

    ἦ μὰν ἀνόμοιά γε

    δᾴοισι ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30

    —1. τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ Δ.. 3. γόνον ὑπάτων μὲν πατέρων μελπόμενοι γυναικῶν τε Καδμειᾶν fr. 75. 11.
    II μέν τε — ( και/τε.), in enumeration.

    μιν αἰνέω μάλα μὲν τροφαῖς ἑτοῖμον ἵππων χαίροντά τε καὶ πρὸς ἡσυχίαν τετραμμένον O. 4.14

    —6.

    εἰ δ' εἴη μὲν Ὀλυμπιονίκας βωμῷ τε ταμίας συνοικιστήρ τε, τίνα κεν φύγοι ὕμνον O. 6.4

    κτεῖνε μὲν κλέψεν τε ἔν τ P. 4.249

    —51.
    III irregularly coordinated.

    ἀλλ' ἐγὼ Ἡροδότῳ τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας, ἁνία τ ἀλλοτρίαις οὐ χερσὶ νωμάσαντ ἐθέλω ἐναρμόξαι μιν ὕμνῳ I. 1.14

    αἰδοῖος μὲν ἧν ἀστοῖς ὁμιλεῖν, ἱπποτροφίας τε νομίζων ἐν Πανελλάνων νόμῳ. καὶ θεῶν δαῖτας προσέπτυκτο πάσας I. 2.37

    ἐμὲ δὲ πρέπει παρθενήια μὲν φρονεῖν γλώσσᾳ τε λέγεσθαι *parq. 2. 34.
    d uncertain exx. ἀείδει μὲν ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν ποταμόν τε ὤανον ἐγχωρίαν τε λίμναν καὶ σεμνοὺς ὀχετούς, Ἵππαρις οἶσιν ἄρδει στρατόν, κολλᾷ τε σταδίων θαλάμων ταχέως ὑψίγυιον ἄλσος ( κολλᾷ τε cum ἄρδει, Σ; cum ἀείδει μὲν Hermann) O. 5.10—2. [ μὲν — (coni. Hartung: μιν codd.: ὔμμιν de Jongh) τε (v. l. δέ) O. 11.17—9.] [κρέσσονα μὲν. θάρσος τε — (codd.: δὲ Schneidewin),

    ἀγωνίας δ P. 5.109

    —13.] [ θάνεν μὲν μάντιν τ ( θάνεν μὲν cum ὁ δ' ἄρα v. 34, edd. vulg.) P. 11.31—33.] [τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι Ὀλυμπίᾳ ἀγώνων πολυφάτων ἔσχον θοὰν ἀκτῖνα σὺν ἵπποις, Πυθοῖ τε ἤλεγξαν Ἑλλανίδα στρατιὰν ὠκύτατι ( Ὀλυμπίᾳ τ codd., edd.: τ del. Pauw: Ὀλυμπίαθ Maas) P. 11.46] [ μὲν (codd.: ἔμμεν Turyn) N. 7.86] [ μὲν τε (v. l. δ.) Θρ. 7. 1—5.]
    c

    μὲν γε μάν. νῦν δ' ἔλπομαι μέν, ἐν θεῷ γε μὰν τέλος O. 13.104

    d μὲν αὖτε. ( θεός)

    ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων, τότ' αὖθ ἑτέροις ἔδωκεν μέγα κῦδος P. 2.89

    , cf. I. 6.3—7.
    e

    μέν ἀτάρ. οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων αὐτὸς P. 4.168

    Ἀπόλλωνι μὲν θ[εῶν] ἀτὰρ ἀνδρῶν Ἐχεκ[ρά]τει ?fr. 333a. 4.
    f μέν καί καί. cf. 1. b supra. πρῶτον μὲν Ἀλκμήνας σὺν υἱῷ Τρώιον ἂμ πεδίον, καὶ μετὰ ζωστῆρας Ἀμαζόνος ἦλθεν καὶ εἷλε Μήδειαν fr. 172. 3—6.
    4 γε μέν, yet cf. 2. m. β supra. “ νῦν γε μὲν” (byz.: μάν codd.) P. 4.50 τίν γε μέν (cf. G. P., 387) N. 3.83

    Lexicon to Pindar > μέν

  • 14 ἀνήρ

    ᾰνήρ (ἀνήρ, ἀνδρός, ἀνδρί, ἄνδρα; ἄνδρες, ἀνδρῶν, ἄνδρεσσι, ἀνδράσιν): ἆνέρι, ἆνέρα; ἆνέρες, ἆνέρων)
    1 man
    1 man in his prime.
    a

    παίζομεν φίλαν ἄνδρες ἀμφὶ θαμὰ τράπεζαν O. 1.17

    ἀγῶνα νέμειν ἀνδρῶν τ' ἀρετᾶς πέρι καὶ

    διφρηλασίας O. 3.37

    φύονται δὲ καὶ νέοις ἐν ἀνδράσιν πολιαὶO. 4.26

    ἀκίνδυνοι δ' ἀρεταὶ οὔτε παῤ ἀνδράσιν οὔτ ἐν ναυσὶ κοίλαις τίμιαι O. 6.10

    ἀνδράσιν αἰχματαῖσι πλέκων ποικίλον ὕμνον (τῷ τε Ἁγησίᾳ καὶ τοῖς τούτου προγόνοις. Σ.) O. 6.86

    ἀεθλοφόροις ἀνδράσιν O. 7.8

    τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου O. 8.58

    Ἄργει τ' ἔσχεθε κῦδος ἀνδρῶν, παῖς δ ἐν Ἀθάναις O. 9.88

    νέων οὐλίαις αἰχμαῖσιν ἀνδρῶν O. 13.23

    ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον (Hermann: ἀνδράσι codd.) P. 2.65 ἀνδρὸς αἰδοίουP. 4.29

    δέδεξαι τόνδε κῶμον ἀνέρων P. 5.22

    δέκονται θυσίαισιν ἄνδρες οἰχνέοντές σφε δωροφόροι P. 5.86

    τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον σύγγονοι, πολλοὶ δὲ καὶ ξείνων P. 9.107

    ἁρμόζων κόρᾳ νυμφίον ἄνδρα (i. e. husband) P. 9.118

    Ἱπποκλέᾳ θέλοντες ἀγαγεῖν ἐπικωμίαν ἀνδρῶν κλυτὰν ὄπα P. 10.6

    κοιναὶ γὰρ ἔρχοντ' ἐλπίδες πολυπόνων ἀνδρῶν N. 1.33

    ἐν παισὶ νέοισι παῖς, ἐν ἀνδράσιν ἀνήρ, τρίτον ἐν παλαιτέροισι N. 3.72

    ἐπαοιδαῖς δ' ἀνὴρ νώδυνον καί τις κάματον θῆκεν N. 8.49

    νέαισί θ' ἑορταῖς ἰσχύος τ ἀνδρῶν ἁμίλλαις N. 9.12

    ἄγαγον στρατὸν ἀνδρῶν N. 9.18

    ἐντί τοι φίλιπποί τ' αὐτόθι ἄνδρες N. 9.33

    ποτὶ δυσμενέων ἀνδρῶν στίχας N. 9.38

    ἐν Κέῳ ἀμφιρύτᾳ σὺν ποντίοις ἀνδράσιν I. 1.9

    τραχεῖα νιφὰς πολέμοιο τεσσάρων ἀνδρῶν ἐρήμωσεν μάκαιραν ἑστίαν I. 4.17

    ἀναρίθμων ἀνδρῶν χαλαζάεντι φόνῳ I. 5.50

    θάλλοντος ἀνδρῶν ὡς ὅτε συμποσίου I. 6.1

    περικτίονας ἐνίκασε ἄνδρας I. 8.65

    κεἴ μοί τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. Σπαρτῶν ἱερὸν γένος ἀνδρῶν fr. 29. 2.

    ἀλκαὶ δὲ τεῖχος ἀνδρῶν [ὕψιστον ἵστατ]αι Pae. 2.37

    χρὴ δ' ἄνδρα τοκεῦσιν φέρειν βαθύδοξον αἶσαν Pae. 2.57

    ψοφὸν ἀιὼν Κασταλίας ὀρφανὸν ἀνδρῶν χορεύσιος ἦλθον Pae. 6.9

    Ἀλαλά ᾇ θύεται ἄνδρες ὑπὲρ πόλιος fr. 78. 3. ( ψυχὰς) ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ καὶ μέγιστοι ἄνδρες αὔξοντ fr. 133. 5. πέφνε δὲ τρεῖς καὶ δέκ' ἄνδρας fr. 135. νέων ἀνδρῶν ἀριστεύοισιν αἰχμαί fr. 199. 2. ἄγαν φιλοτιμίαν μνώμενοι ἐν πόλεσιν ἄνδρες (fort. non omnia haec sunt Pindari, nott. Wil.) fr. 210. νικώμενοι γὰρ ἄνδρες ἀγρυξίᾳ δέδενται fr. 229.

    ὦ Συράκοσαι, ἀνδρῶν ἵππων τε σιδαροχαρμᾶν δαιμόνιαι τροφοί P. 2.2

    ἄνδρεσσι καὶ γυναιξὶ P. 5.64

    ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικὸς Παρθ. 2. 3. ἄνδρες θήν τινες ἀκκιζόμενοι νεκρὸν ἵππον στυγέοισι (oxymoron intell. Schr.) fr. 203. 1.
    b specifically, men or heroes τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ Hagesias O. 6.18 ἵκωμαί τε πρὸς ἀνδρῶν καὶ γένος Iamidai O. 6.24 εὐθυμάχαν πελώριον ἄνδρα Diagoras O. 7.15 τεθμὸν Ὀλυμπιονίκαν ἄνδρα τε Diagoras O. 7.89 ἀνδρὸς ἀμφὶ παλαίσμασιν Epharmostos O. 9.13 ὑπέρφατον ἄνδρα μορφᾷ τε καὶ ἔργοισι Opous O. 9.65 ἄνδρα δ' ἐγὼ κεῖνον αἰνῆσαι μενοινῶν Hieron P. 1.42 ἀνὴρ ἐξαίρετον ἕλε μόχθον Ixion P. 2.29 ἄιδρις ἀνήρ (Ixion = ἥρως v. 31) P. 2.37 σάμερον μὲν χρή σε παρ' ἀνδρὶ φίλῳ στᾶμεν Arkesilas P. 4.1 ἀνὴρ ἔκπαγλος Jason P. 4.79 ἀνὴρ συγγενέσιν παρεκοινᾶθ Jason P. 4.132 γόνον ἰδὼν κάλλιστον ἀνδρῶν Jason P. 4.123 δοιοὶ δ' ὑψιχαῖται ἀνέρες Euphamos and Periklymenos P. 4.173

    Ζήταν Κάλαίν τε ἄνδρας πτεροῖσιν νῶτα πεφρίκοντας P. 4.182

    βιατὰς ἀνὴρ Jason P. 4.236 καρτερὸν ἄνδρα Jason P. 4.239 ἄνδρα κεῖνον ἐπαινέοντι συνετοί Arkesilas P. 5.107 ὁ θεῖος ἀνὴρ Antilochos P. 6.38

    Τελεσικράτη γεγωνεῖν ὄλβιον ἄνδρα διωξίππου στεφάνωμα Κυράνας P. 9.4

    ἐς ἀνδρῶν μακάρων ὅμιλον Hyperboreans P. 10.46 ἐκ τούτων φίλον ἄνδρα πόνων ἐρρύσατο Perseus P. 12.18 ἔσταν δ' ἐπ αὐλείαις θύραις ἀνδρὸς φιλοξείνου Chromios N. 1.20 καὶ ὅδ' ἀνὴρ καταβολὰν ἱερῶν ἀγώνων νικαφορίας δέδεκται πρῶτον Timodemos N. 2.3 καί τις ἄνδρας ἀλκίμους δαίμων ἀπ' Οἰνώνας ἔλασεν Peleus and Telamon N. 5.15 φίλον ἐς ἄνδρ' ἄγων κλέος ἐτήτυμον Thearion? N. 7.62 ἄνδρα δ' ἐγὼ μακαρίζω μὲν πατέῤ Ἀρκεσίλαν Aristagoras N. 11.11 τοῦδ' ἀνδρὸς ἐν τιμαῖσιν Herodotos I. 1.34 εὐάρματον ἄνδρα γεραίρων Xenokrates I. 2.17 ἦλθ' ἀνὴρ τὰν πυροφόρον Λιβύαν υἱὸς Ἀλκμήνας Herakles v. Fraenkel on Agam. 719. I. 4.53 λευκωθεὶς κάρα μύρτοῖς ὅδ' ἀνὴρ Melissos I. 4.70 κλυταῖς ἀνδρὸς φίλου ἐφετμαῖς Lampon I. 6.18 λίσσομαι παῖδα θρασύν ἐξ Ἐριβοίας ἀνδρὶ τῷδε τελέσαι” Telamon I. 6.46 φαίης κέ νιν ἄνδρ' ἐν ἀεθληταῖσιν ἔμμεν Ναξίαν πέτραις ἐν ἄλλαις χαλκοδάμαντ ἀκόναν Lampon ( ἀνδράσιν ἀεθληταῖσιν coni. Heyne) I. 6.72ὑπὸ σπλάγχ[νοις] φέροισα τόνδ' ἀνέῤ” Paris. Πα. 8A. 19. ] τῶνδ' ἀνδρῶν ἕνεκεν μερίμνας σώφρονος Aioladas and Pagondas. Παρθ. 2.. Πολυμνάστου Κολοφωνίου ἀνδρός fr. 188.
    2 generally = ἄνθρωπος.
    a

    ῥοαὶ δ' ἄλλοτ ἄλλαι ἐς ἄνδρας ἔβαν O. 2.34

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν κυλίνδοντ' ἐλπίδες O. 12.5

    ὄλβος οὐκ ἐς μακρὸν ἀνδρῶν ἔρχεται P. 3.105

    τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28

    λαμπρὸν φέγγος ἔπεστιν ἀνδρῶν καὶ μείλιχος αἰών P. 8.97

    καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ ( ἀνδρῶν cum τινα Σ: “ ἀνδρῶν γιγάντων intellego” Schr.: v. Radt, Mnem., 1966, 169f.) N. 1.65 ( ἄρουραι) βίον ἀνδράσιν ἐπηετανὸν ἐκ πεδίων ἔδοσαν (Hermann: ἄνδρεσσιν codd.) N. 6.10

    παροιχομένων γὰρ ἀνέρων ἀοιδαὶ καὶ λόγοι τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.29

    τυφλὸν δ' ἔχει ἦτορ ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N. 7.24

    ἀρετὰ ἐν σοφοῖς ἀνδρῶν ἀερθεῖσ' ἐν δικαίοις τε πρὸς ὑγρὸν αἰθέρα N. 8.41

    ἀρχαῖαι δ' ἀρεταὶ ἀμφέροντ ἀλλασσόμεναι γενεαῖς ἀνδρῶν σθένος N. 11.38

    χρήματα χρήματ' ἀνήρI. 2.11

    εἴ τις ἀνδρῶν κατέχει φρασὶν αἰανῆ κόρον I. 3.1

    ἀνδρῶν δ' ἀρετὰν σύμφυτον οὐ κατελέγχει (i. e. τῶν προγόνων) I. 3.13 οὔτοι τετύφλωται μακρὸς μόχθος ἀν-

    δρῶν I. 5.57

    δόλιος γὰρ αἰὼν ἐπ' ἀνδράσι κρέμαται I. 8.14

    τυφλα[ὶ γὰ]ρ ἀνδρῶν φρένες, ὅστις Πα. 7B. 18.

    ἔθηκας ἀμάχανον ἰσχύν τ' ἀνδράσι καὶ σοφίας ὁδόν Pae. 9.4

    ἀνδρῶν νέον ἐξ ἀρχᾶς γένος Pae. 9.20

    ἐπιχθόνιον γένος ἀνδρῶν (v. l. ἀνθρώπων) fr. 213. 3. σφετέραν δ' αἰνεῖ δίκαν ἀνδρῶν ἕκαστος fr. 215. 3.
    b contrasted with the gods

    ἔστι δ' ἀνδρὶ φάμεν ἐοικὸς ἀμφὶ δαιμόνων καλά O. 1.35

    εἰ δὲ δή τιν' ἄνδρα θνατὸν Ὀλύμπου σκοποὶ ἐτίμασαν O. 1.54

    εἰ δὲ θεὸν ἀνήρ τις ἔλπεται λαθέμεν O. 1.64

    προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοι μετὰ τὸ ταχύποτμον αὖτις ἀνέρων ἔθνος O. 1.66

    τίνα θεόν, τίν' ἥρωα, τίνα δ ἄνδρα κελαδήσομεν; O. 2.2

    ἄνεται δὲ πρὸς χάριν εὐσεβίας ἀνδρῶν λιταῖς O. 8.8

    ἀγαθοὶ δὲ καὶ σοφοὶ κατὰ δαίμον' ἄνδρες ἐγένοντ O. 9.28

    τόνδ' ἀνέρα δαιμονίᾳ γεγάμεν O. 9.110

    cf. O. 10.22, O. 11.10

    τάμἰ ἀνδράσι πλούτου O. 13.7

    πολλὰ δ' ἐν καρδίαις ἀνδρῶν ἔβαλον ὧραι O. 13.16

    οὔτ' ἐν ἀνδράσι γερασφόρον οὔτ ἐν θεῶν νόμοις P. 2.43

    ( Χίρωνα)

    νόον ἔχοντ' ἀνδρῶν φίλον P. 3.5

    θεῷ ἀνέρι εἰδομένῳP. 4.21 μάκαρ μὲν ἀνδρῶν μέτα ἔναιεν, ἥρως δ' ἔπειτα λαοσεβής sc. Battos P. 5.94

    Διός τοι νόος μέγας κυβερνᾷ δαίμον' ἀνδρῶν φίλων P. 5.123

    τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται· δαίμων δὲ παρίσχει P. 8.76

    θήσονταί τέ νιν ἀθάνατον ἀνδράσι χάρμα φίλοις P. 9.64

    θεὸς εἴη ἀπήμων κέαρ· εὐδαίμων δὲ καὶ ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς P. 10.22

    ἀθάνατων ἀνδρῶν τε σὺν εὐμενίᾳ P. 12.4

    κείνου σὺν ἀνδρὸς δαιμονίαις ἀρεταῖς N. 1.9

    ἓν ἀνδρῶν, ἓν θεῶν γένος N. 6.1

    μάλα μὲν ἀνδρῶν δικαίων περικαδόμενοι (sc. Διόσκουροι).

    καὶ μὰν θεῶν πιστὸν γένος N. 10.54

    κρίνεται δ' ἀλκὰ διὰ δαίμονας ἀνδρῶν I. 5.11

    ἴσον μὲν θεὸν ἄνδρα τε φίλον (< θεῷ> supp. Heyne: sc. ὑποτρέσαι) fr. 224. ὁπόταν θεὸς ἀνδρὶ χάρμα πέμψῃ fr. 225. ]Ἀπόλλωνι μὲν θ[εῶν] ἀτὰρ ἀνδρῶν Ἐχεκ[ρά]τει ?fr. 333a. 5.
    3 generally, a man, anyone ὁ μὰν

    πλοῦτος ἐτυμώτατον ἀνδρὶ φέγγος O. 2.56

    αὐδάσομαι τεκεῖν μή τιν' πόλιν ἄνδρα μᾶλλον εὐεργέταν O. 2.93

    τοῦτο δ' ἀμάχανον εὑρεῖν, ὅτι φέρτατον ἀνδρὶ τυχεῖν O. 7.26

    κεῖνος ἂν εἴποι τίς τρόπος ἄνδρα προβάσει O. 8.63

    Ἀίδα τοι λάθεται ἄρμενα πράξαις ἀνήρ O. 8.73

    θάξαις δέ κε φύντ' ἀρετᾷ ποτὶ πελώριον ὁρμάσαι κλέος ἀνὴρ θεοῦ σὺν παλάμᾳ O. 10.21

    ὅταν εἰς Ἀίδα σταθμὸν ἀνὴρ ἵκηται O. 10.93

    ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.10

    ἀμφοτέροισι δ' ἀνὴρ ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.99

    ἄνδρ' ἐκ θανάτου κομίσαι ἤδη ἁλωκότα P. 3.56

    οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν P. 7.20

    οὐδ' ἀλλοτρίων ἔρωτες ἀνδρὶ φέρειν κρέσσονες N. 3.30

    φθονερὰ δ' ἄλλος ἀνὴρ βλέπων γνώμαν κενεὰν σκότῳ κυλίνδει N. 4.39

    ἵνα κρεῶν νιν ὕπερ μάχας ἔλασεν ἀντιτυχόντ' ἀνὴρ μαχαίρᾳ N. 7.42

    εἰ δὲ γεύεται ἀνδρὸς ἀνήρ τι N. 7.87

    κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15

    χρὴ δ' ἀγαθὰν ἐλπίδ ἀνδρὶ μέλειν I. 8.15

    καὶ συγγένεἰ ἀνδρὶ φ[ ]στέρξαι Pae. 4.33

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; fr. 61. 2. παντὶ δ' ἐπὶ φθόνος ἀνδρὶ κεῖται ἀρετᾶς Παρθ. 1.. πολύ τοι φέριστον ἀνδρὶ τερπνὸς αἰών fr. 126. 2.
    4 where the accompanying adj. or subs. bears the emphasis.
    a c. subs.

    ἄνδρας ὀλέσαις μναστῆρας O. 1.79

    μάτρωες ἄνδρες O. 6.77

    μάντιες ἄνδρες O. 8.2

    ἁγητὴρ ἀνὴρ P. 1.69

    ὥσπερ κυβερνάτας ἀνὴρ P. 1.91

    ἅτε μάντις ἀνήρ I. 6.51

    cf. P. 9.118
    b c. adj.

    οὐ δίκᾳ συναντόμενος ἀλλὰ μαργῶν ὑπ' ἀνδρῶν O. 2.96

    Αἰτωλὸς ἀνὴρ O. 3.12

    τίνα κεν φύγοι ὕμνον κεῖνος ἀνήρ O. 6.7

    ἀνδρῶν Ἀρκάδων O. 6.34

    ἐπὶ προτέρων ἀνδρῶν O. 7.72

    ναυσιφορήτοις δ' ἀνδράσι P. 1.33

    πολεμίων ἀνδρῶν καμόντων P. 1.80

    ἀποιχομένων ἀνδρῶν δίαιταν P. 1.93

    εὐθύγλωσσος ἀνὴρ προφέρει P. 2.86

    ἐσλοῖσι ἀνδράσιν P. 3.66

    Λακεδαι-

    μονίων ἀνδρῶν P. 4.257

    βροτήσιος ἀνὴρ P. 5.3

    ἀλλά νιν εὑροῖσ' ἀνδράσι θνατοῖς ἔχειν P. 12.22

    ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ ἄλλοτ ἄλλα πνέων N. 3.41

    Ἀχαιὸς οὐ μέμψεταί μ' ἀνὴρ N. 7.64

    χρεῖαι δὲ παντοῖαι φίλων ἀνδρῶν N. 8.42

    καὶ Κλεωναίων πρὸς ἀνδρῶν N. 10.42

    κούφα δόσις ἀνδρὶ σοφῷ ξυνὸν ὀρθῶσαι καλόν I. 1.45

    τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58

    εἴ τις εὐδόξων ἐς ἀνδρῶν ἄγοι τιμὰς Ἑλικωνιάδων I. 2.34

    καὶ κρέσσον' ἀνδρῶν χειρόνων ἔσφαλε τέχνα καταμάρψαισ I. 4.34

    [ἀνδ]ρὶ σοφῷ (supp. Lobel.) Πα. 1. 3. ἀνδρῶν δικαίων fr. 159. κενεοφρόνων ἑταῖρον ἀνδρῶν fr. 212.
    c c.

    τις, ἄλλος τις. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον O. 13.31

    εἰ σοφός, εἰ καλός, εἴ τις ἀγλαὸς ἀνήρ O. 14.7

    ἄλλοις δέ τις ἐτέλεσσεν ἄλλος ἀνὴρ εὐαχέα βασιλεῦσιν ὕμνον P. 2.13

    κωφὸς ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει P. 9.87

    5 frag. ]

    φυγον ἄνδρα[ Pae. 12.22

    ]ἔτι δ' ἄνδρ[ Pae. 21.21

    κἀ]νδρῶν (supp. Snell.) Δ. 4. e. 4. ] ἀλαον ἀνδρὸς λ[ fr. 173. 3.

    Lexicon to Pindar > ἀνήρ

  • 15 οὗτος

    οὗτος (οὗτος, τούτῳ, τοῦτον, τούτων, τούτοις; ταύτας, ταύτᾳ, ταύταν, ταύταις; τοῦτο) nom., acc., ταῦτα, τούτων, ταῦτα).)
    1
    a this, that I have just mentioned.

    ἔχει δ' ἀπάλαμον βίον τοῦτον ἐμπεδόμοχθον O. 1.59

    ἀλλ' ἐμοὶ μὲν οὗτος ἄεθλος ὑποκείσεται O. 1.84

    ἔχων τοῦτο κᾶδος O. 1.107

    ἴστω γὰρ ἐν τούτῳ πεδίλῳ δαιμόνιον πόδ' ἔχων Σωστράτου υἱός i. e. the character I have just outlined fits him O. 6.8

    κεῖναι γὰρ ἐξ ἀλλᾶν ὁδὸν ἁγεμονεῦσαι ταύταν ἐπίστανται O. 6.26

    ᾤχετ' ἰὼν ταύτας πεῤ ἀτλάτου πάθας O. 6.38

    τὸ καὶ κατεφάμιξεν καλεῖσθαί μιν χρόνῳ σύμπαντι μάτηρ τοῦτ' ὄνυμ ἀθάνατον O. 6.57

    ἀπό μοι λόγον τοῦτον, στόμα, ῥῖψον i. e. what I have just said O. 9.36

    ταύτᾳ δ' ἐν πρωτογόνῳ τελετᾷ O. 10.51

    ἀφθόνητος δ' αἶνος Ὀλυμπιονίκαις οὗτος ἄγκειται O. 11.8

    ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος P. 1.30

    ὁ δὲ λόγος ταύταις ἐπὶ συντυχίαις δόξαν φέρει P. 1.36

    ἔσχε τοι ταύταν μεγάλαν ἀυάταν καλλιπέπλου λῆμα Κορωνίδος P. 3.24

    ἐν τούτῳ λόγῳ P. 4.59

    παισὶ τούτοις ὄγδοον θάλλει μέρος Ἀρκεσίλας ( τούτοιο) coni. Christ: τεοῖς Wil.: these, your children the adj. has no specific prior reference) P. 4.65 τούτων μὲν κεφάλαια λόγων ἴστεP. 4.116 τοῦτον ἄεθλον ἑκὼν τέλεσονP. 4.165

    σύνθεσιν ταύταν ἐπαινήσαντες P. 4.168

    μάλιστα μὲν Κρονίδαν σέβεσθαι· ταύτας δὲ μή ποτε τιμᾶς ἀμείρειν γονέων βίον P. 6.26

    ἔγεντο καὶ πρότερον Ἀντίλοχος βιατὰς νόημα τοῦτο φέρων P. 6.29

    ἀλλ' ἐπεὶ ἐκ τούτων φίλον ἄνδρα πόνων ἐρρύσατο P. 12.18

    ταύταν μεθέπων Διόθεν αἶσαν N. 6.13

    κράτησεν ἀπὸ ταύτας αἷμα πάτρας Καλλίας (i. e. the Bassidai, v. 31) N. 6.35 Μολοσσίᾳ δ' ἐμβασίλευεν ὀλίγον χρόνον· ἀτὰρ γένος αἰεὶ φέρει

    τοῦτό οἱ γέρας N. 7.40

    οὐκ ἔχω εἰπεῖν τίνι τοῦτο Μοῖρα τέλος ἔμπεδον ὤρεξε (i. e. εὐδαιμονίαν ἅπασαν) N. 7.57

    ποτίφορος δ' ἀγαθοῖσι μισθὸς οὗτος N. 7.63

    δέδορκεν παιδὶ τοῦθ' Ἁγησιδάμου φέγγος ἐν ἁλικίᾳ πρώτᾳ (i. e. κλέος) N. 9.42

    Ζεῦ πάτερ, εὔχομαι ταύταν ἀρετὰν κελαδῆσαι σὺν Χαρίτεσσιν N. 9.54

    καὶ γυναιξὶν καλλικόμοισιν ἀριστεύει πάλαι (sc. Ἄργος). Ζεὺς ἐπ' Ἀλκμήναν Δανάαν τε μολὼν τοῦτον κατέφανε λόγον (Er. Schmid e Σ: τὸν codd.) N. 10.11 ( Διόσκουροι)

    πότμον ἀμπιπλάντες ὁμοῖον· ἐπεὶ τοῦτον εἵλετ' αἰῶνα Πολυδεύκης N. 10.58

    πάντ' ἔχεις εἴ σε τούτων μοῖῤ ἐφίκοιτο καλῶν (i. e. εὐτυχία καὶ εὐλογία v. 13) I. 5.15

    Λάμπων δὲ μελέταν ἔργοις ὀπάζων Ἡσιόδου μάλα τιμᾷ τοῦτ' ἔπος I. 6.67

    ὅστις ἐν ταύτᾳ νεφέλᾳ χάλαζαν αἵματος πρὸ φίλας πάτρας ἀμύνεται (i. e. a reference to the battle implied in χάλκασπις Ἄρης v. 25) I. 7.27 εἰ δέ τις ἀνθρώποισι θεόσδοτος ἀτληκηκοτας προστύχῃ, ταύταν σκότει κρύπτειν ἔοικεν ( ἀτλάτα κακότας coni. Boeckh) fr. 42. 6. τοῦτον ἔσχετε τεθμόν (i. e. πιθεῖν σοφούς v. 52) Πα... ἐμοὶ δὲ τοῦτο[ν δ]ιέδωκ.ν ἀθάνατον πόνον Πα. 7B. 21. pro subs.,

    τούτων ἔδοξεν γυμνὸς αὐτῷ κᾶπος ὑπακούεμεν O. 3.24

    τοῦτό γε οἱ σαφέως μαρτυρήσω O. 6.20

    ὁ δ' ἐπαντέλλων χρόνος τοῦτο πράσσων μὴ κάμοι O. 8.29

    Δὶ τοῦτ' Ἐνυαλίῳ τ ἐκδώσομεν πράσσειν O. 13.106

    ἐθελήσαις ταῦτα νόῳ τιθέμεν P. 1.40

    κέρδει δὲ τί μάλα τοῦτο κερδαλέον τελέθει; P. 2.78

    ἀλλ' οὐδὲ ταῦτα νόον ἰαίνει φθονερῶν P. 2.89

    κοὔ με πονεῖ τεὸν οἶκον ταῦτα πορσύνοντ' ἄγανP. 4.151 ταῦτά μοι θαυμαστὸς ὄνειρος ἰὼν φωνεῖP. 4.163 τὶν δὲ τούτων ἐξυφαίνονται χάριτες (n.) P. 4.275

    ἔχει συγγενὴς ὀφθαλμὸς αἰδοιότατον γέρας τεᾷ τοῦτο μειγνύμενον φρενί P. 5.19

    καὶ γάρ σε ἔτραπε μείλιχος ὀργὰ παρφάμεν τοῦτον λόγονP. 9.43 ταύτᾳ πόσις ἵκεο βᾶσσαν τάνδεP. 9.51 ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν (i. e. the victory, v. 9) P. 10.11

    εὔθυν' ἐπὶ τοῦτον, ἄγε, Μοῖσα, οὖρον ἐπέων εὐκλέα N. 6.28

    καὶ ταῦτα μὲν παλαιότεροι ὁδὸν ἀμαξιτὸν εὗρον (Pauw: ταύταν codd.) N. 6.53 ἔστι σοι τούτων λάχοςN. 10.85

    ταῦτα, Νικάσιππ, ἀπόνειμον I. 2.47

    ταῦτ' ἄρα οἱ φαμένῳ I. 6.49

    ταῦτα καὶ μακάρων ἐμέμναντ' ἀγοραί I. 8.26

    ταῦτα θεοῖσι μὲν πιθεῖν σοφοὺς δυνατόν Pae. 6.51

    πρέπει δ' ἐσλοῖσιν ὑμνεῖσθαι καλλίσταις ἀοιδαῖς. τοῦτο γὰρ ἀθανάτοις τιμαῖς ποτιψαύει μόνον fr. 121. 3. τί ἔρδων φίλος σοί τε εἴην, τοῦτ' αἴτημί σε fr. 155. 3.
    b such as this (that I have mentioned)

    ἧν Τάνταλος οὗτος O. 1.55

    καὶ Νεμέᾳ γὰρ ὁμῶς ἐρέω ταύταν χάριν O. 8.57

    εὔχομαί νιν Ὀλυμπίᾳ τοῦτο δόμεν γέρας ἔπι Βάττου γένει P. 5.124

    πεῖραν μὲν ἀγάνορα Φοινικοστόλων ἐγχέων ταύταν θανάτου πέρι καὶ ζωᾶς ἀναβάλλομαι ὡς πόρσιστα N. 9.29

    cf. “ οὗτος ἐγὼ ταχυτᾶτι” i. e. such as you have seen O. 4.24
    2 prospective, (cf. ὅδε 2.)

    στέφανοι πράσσοντί με τοῦτο θεόδματον χρέος, φόρμιγγά τε ποικιλόγαρυν καὶ βοὰν αὐλῶν ἐπέων τε θέσιν συμμεῖξαι O. 3.7

    εὐδαίμων δὲ καὶ ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς ἂν ἕλῃ P. 10.22

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὗτος, ὃ καί τιν ἀελπτίᾳ βαλὼν ἔμπαλιν γνώμας τὸ μὲν δώσει, τὸ δ οὔπω P. 12.31

    λεγόμενον δὲ τοῦτο προτέρων ἔπος ἔχω N. 3.52

    pro subs.,

    τοῦτο δ' ἀμάχανον εὑρεῖν· ὅτι νῦν O. 7.25

    Ἰξίονα φαντὶ ταῦτα βροτοῖς λέγειν P. 2.21

    φαντὶ δ' ἔμμεν τοῦτ ἀνιαρότατον καλὰ γινώσκοντ ἀνάγκᾳ ἐκτὸς ἔχειν πόδα P. 4.288

    καὶ ἔν τε θεοῖς τοῦτο κἀνθρώποις ὁμῶς αἰδέοντ' ἀμφανδὸν ἁδείαις τυχεῖν τὸ πρῶτον εὐνᾶςP. 9.40

    τοῦτο γὰρ ἀθάνατον φωνᾶεν ἕρπει, εἴ τις εὖ εἴπῃ τι I. 4.40

    τοῦτό γέ οἱ ἐρέω fr. 42. 2.

    εἰ χρεὼν τοῦθ' κοινὸν εὔξασθαι ἔπος P. 3.2

    3 = ὅδε, this (here, before you)

    ἐς ταύταν ἑορτὰν O. 3.34

    παντᾷ ἀγγελίαν πέμψω ταύταν i. e. this hymn O. 9.25 τοῦτο δὲ προσφέρων ἄεθλον (τὸν ὕμνον Σ.) O. 9.108

    ἄγγελος ἔβαν, πέμπτον ἐπὶ εἴκοσι τοῦτο γαρύων εὖχος ἀγώνων ἄπο N. 6.58

    ὦ Θρασύβουλ, ἐρατᾶν ὄχημ' ἀοιδᾶν τοῦτό τοι πέμπω μεταδόρπιον fr. 124. 2. “τοῦτ' ἔργον βασιλεύς, ἐμοὶ τελέσαιςP. 4.229 οὗτος ἐγὼ ταχυτᾶτι” (i. e. τοιοῦτος) O. 4.24 οὔ τί που οὗτος ἈπόλλωνP. 4.87
    4 referring to time. εἴη σέ τε τοῦτον ὑψοῦ χρόνον πατεῖν, ἐμέ τε τοσσάδε νικαφόροις ὁμιλεῖν (τοῦτον, ὃν ζῶμεν Σ.) O. 1.115
    5 fragg. ]σα τουτο[ Πα. 13. d. 2. ]ν τοῦτο βαλλεμ[ Πα. 17. a. 7.

    τοτ ἐναυ[ Pae. 21.5

    ἀλκὰν Ἀχελωίου κρανίον τοῦτο ζάθε[ον Pae. 21.10

    τουτ.νπο[ Pae. 21.22

    ]ν ὀρθαί τε β[ουλ]αὶ τοῦτον[ Θρ. 4. 16.

    Lexicon to Pindar > οὗτος

  • 16 τυγχάνω

    τυγχάνω, Thgn.253, Pi.P.3.104, O.2.47, etc.: [dialect] Ep. [tense] impf.
    A

    τύγχανον Od.14.231

    , ([etym.] παρετ-) Il.11.74: [tense] fut.

    τεύξομαι 16.609

    , Od.19.314, Ar.Eq. 112, Lys.18.23 (also as [tense] fut. [voice] Med. of τεύχω): [tense] aor. 2 ἔτῠχον, [dialect] Ep. τύχον, Il.5.287, 587, etc.; [dialect] Ep. subj. τύχωμι, -ῃσι, 7.243, 11.116; later also τετύχῃσι, Max.577; late [dialect] Ep. opt.

    τετύχοιμι Man.3.299

    : [dialect] Ep. also [tense] aor. 1

    ἐτύχησα Il.15.581

    , al., Hes.Fr.15: [tense] pf. τετύχηκα (intr.) Od.10.88 (part. τετυχηκώς, v.l. τετυχηώς. Il.17.748), Th. 1.32, (trans.) X.Cyr.4.1.2, Isoc.3.59; later also τέτευχα, D.21.150 (cod. S), Arist.EN 1119a10, PA 647b15, freq. later, PEnteux.6.7 (iii B. C.), UPZ123.30 (ii B. C.), PStrassb.98.10 (ii B. C.), Inscr.Prien.108.287 (ii B. C.), etc.; [dialect] Dor. [tense] pf. inf.

    τετεύχεν SIG398.5

    (Cos, iii B. C.); but [dialect] Ion. [tense] plpf.

    ἐτετεύχεε Hdt.3.14

    ; τέτυχα v.l. in Ep.Hebr.8.6, v.l. in J.BJ7.5.4, ([etym.] συν- ) Aristeas 180, etc.; part.

    τετυχώς Jahresh.29

    Beibl. 163 (Stara Zagora):—[voice] Med., [tense] aor. 1

    τεύξασθαι LXX2 Ma.15.7

    :— [voice] Pass., [tense] impf.

    ἐτυγχάνετο Ant.Lib.39.3

    (dub.): elsewh. in compds, [tense] aor. 1 ἐτεύχθην ([etym.] ἐν-) Plb.35.6.1: [tense] pf. τέτευγμαι ([etym.] ἐπι-) Id.6.53.2.
    2 of events, and things generally, happen to one, befall one, come to one's lot, c. dat. pers., οὔνεκά μοι τύχε πολλά because much fell to me, Il.11.684;

    καί μοι μάλα τύγχανε πολλά Od.14.231

    ;

    θέλοιμ' ἂν ὡς πλείστοισι πημονὰς τυχεῖν A.Pr. 348

    , cf. Pers. 706 (troch.);

    οἷ' αὐτοῖς τύχοι S.Ph. 275

    ;

    εἴ τι δεσπόταισι τυγχάνει E.Alc. 138

    : abs.,

    εἰ δ' αὖθ', ὃ μὴ γένοιτο, συμφορὰ τύχοι A.Th.5

    , cf. Ag. 347, etc.;

    ἄριστα πρὸς τὸ τυγχάνον E.Hel. 1290

    , cf. Ion 1511.
    b [tense] aor. part. ὁ τυχών, the first one meets, any chance person, Hes.Th. 973, Pl.R. 539d, etc.;

    οἱ τ.

    everyday men, the vulgar,

    X.Mem.3.9.10

    , etc.;

    εἷς ἦν τῶν τ. Isoc.10.21

    ; οὐχ ὁ τ. ἀνήρ, of Moses, Longin.9.9: so of things, τὸ τυχόν any chance result, Pl.Ti. 46e;

    ὃν ἐξαλείφει πρόφασις ἡ τυχοῦσ' ὅλον E.Fr. 1041

    ; οὐχ ὁ τ. λόγος no common discourse, Pl.Lg. 723e;

    σύνεσιν οὐ τὰν τυχοῦσαν Archim.

    Spir.Praef.; οἱ τ. φόβοι trifling fears, Lycurg.37; καίπερ τὸ τ. καταβαλοῦσιν though they may have paid a trifling sum, Str.5.2.7:—Math., τυχὸν σημεῖον any point (at random), Euc.1.5, cf. 6.9; ἄλλα, ἃ ἔτυχεν, ἰσάκις πολλαπλάσια any other equimultiples taken at random, Id.5.4.
    3 in [ per.] 3sg. [tense] aor. or [tense] impf., impers. (sts. also pers.) in relat. clauses, as (when, where, etc.) it (he, she, etc.) happened (may happen, etc.), i. e. anyhow, at any time, place, etc., καὶ ἀρχομένοις καὶ μεσοῦσι καὶ ὅπως ἔτυχέ τῳ at the beginning, middle, or any other point, Th.5.20; ὡς ἔτυχε ζημιοῦσθαι to be penalized just anyhow, X.Mem.3.9.13; οὐχ ὡς ἔτυχεν in no ordinary manner, Men. Sam.79, BMus.Inscr.4.481*.340 (Ephesus, ii A. D.); τὴν μὲν δικαίαν, τὴν δ' ὅπως ἐτύγχανεν just anyhow, E.Hipp. 929; ἀποτετμάσθω δύο τμάματα ὡς ἔτυχεν let two segments be cut off at random, Archim. Con.Sph.24;

    χώρᾳ γ' ἐν ᾗ ἔτυχε X.Oec.3.3

    ;

    ὅπου ἔτυχεν Id.Cyr.8.4.3

    ;

    ὅπου ἂν τύχῃ Pl.Prt. 242e

    ;

    ὁπότε τύχοι

    sometimes,

    Pl.Phd. 89b

    ;

    ὅταν τύχῃ

    sometimes,

    E.El. 1169

    (lyr.); but, at any odd time, Th.1.142;

    ἡνίκ' ἂν τ. D.1.3

    ; ἂν τύχῃ, εἰ τύχοι, it may be, Pl.Cra. 430e, Hp.Mi. 367a;

    τὸ δέ, εἰ ἔτυχεν, οὐχ οὕτως ἔχει Id.Cra. 439c

    ;

    εἰ οὕτως ἔτυχεν Arist.Cat. 8b12

    ;

    τὸ ὅπῃ ἔτυχεν

    mere chance,

    Pl.Phlb. 28d

    : with attraction of the relat. Pron.,

    τὸ οἷς ἔτυχε προσκρούειν Plu.Cic.27

    ;

    ὡμίλει ᾧ τύχοι Plb.26.1.3

    ;

    ὧν ἔτυχε πιμπλάμενος Luc.Vit.Auct.9

    ; οὐδὲ γὰρ ὧν ἔτυχ' ἦν they were not just any acts, D.18.130.
    b c. acc. et inf.,

    ἔτυχε ὄμβρον συνεργῆσαι Plu.Alc.28

    , cf. Ael.NA5.6; ἔτυχεν ὥστε .. D.C.39.12.
    4 sts. the Verb agrees in person and number with the subject of the principal clause, perhaps by assimilation, ἀπαίροντες ἀπὸ τῆς Πελοποννήσου ὁπόθεν τύχοιεν, for ὁπόθεν τύχοι, Th.4.26, cf. 93, 5.56, 7.70, Pl.Tht. 179c; ὅ τι ἂν τύχωσι, τοῦτο λέγουσι they say just anything, Id.Prt. 353a;

    ὅ τι ἂν τύχωσι, τοῦτο πράξουτιν Id.Cri. 45d

    , cf. Grg. 522c, Smp. 181b;

    ἀναφύονται ὁπόθεν ἂν τύχῃ ἕκαστος Id.Tht. 180c

    ;

    ὡς ἐτύγχανον ἕκαστοι, ηὐλίζοντο X.An.2.2.17

    , cf. 3.1.3;

    τάχ' ἄν, εἰ τύχοιεν, σωφρονέστεροι γένοιντο D.15.16

    ;

    δουλεύειν μᾶλλον ἢ μεθ' ὁποτέρου ἂν τύχωσι τούτων ἐλευθέρους εἶναι Th.8.48

    ; πρὸς ὀργὴν ἥν τινα τύχητε ἔστιν ὅτε σφαλέντες τὴν τοῦ πείσαντος μίαν γνώμην ζημιοῦτε yielding to the impulse of the moment, Id.3.43;

    εἶτ' οὐκ ἐλήρουν ὅ τι τύχοιμ' Ar.

    Ra. 945: with attraction of the relat. Pron.,

    οὓς ἂν τύχῃς ἐπαινῶν Isoc.12.206

    .
    5 neut. part. τυχόν, used abs. like ἐξόν, παρόν, etc., since it so befell,

    οὕτως τ. Luc.Symp.43

    .
    b as Adv., perchance, perhaps, Isoc.4.171, X.An.6.1.20, Pl.Alc.2.140a, 150c, D.18.221, 21.41, Men.Pk. 184, 1 Ep.Cor.16.6;

    τ. ἴσως Epich.277

    , E.Fr.953.9, Men. Epit. 287, Plb.2.58.9; τυχὸν μὲν.., τυχὸν δὲ .. Arr.An.1.10.6, etc.
    II joined with the part. of another Verb to express a coincidence, τύχησε γὰρ ἐρχομένη νηῦς a ship happened to be, i. e. was just then, starting, Od.14.334;

    ξεῖνος ἐὼν ἐτύχησε παρ' ἱπποδάμοισι Γερηνοῖς Hes.Fr.15.3

    , cf. Semon.7.19, Pi.N.1.49;

    πρυτανεία ἣ ἂν τυγχάνῃ πρυτανεύουσα IG12.63.27

    , cf. 52; τὰ νοέων τυγχάνω what I happen to have, i.e. have at this moment, in my mind, Hdt. 1.88, cf. 8.65,68.

    ά; ἐτετεύχεε ἐπισπόμενος Id.3.14

    ; ὃ τυγχάνω μαθών which I have just learnt, S.Tr. 370; παρὼν ἐτύγχανον I was by just then, Id.Aj. 748; τυγχάνει καθεύδων he is sleeping just now, Ar.V. 336 (troch.); ἔτυχον στρατευόμενοι they were just then engaged in an expedition, Th.1.104; ἔτυχε κατὰ τοῦτο καιροῦ ἐλθών he came just at this point of time, Id.7.2; ἥτις δέ τοι μάλιστα σωφρονεῖν δοκεῖ, αὕτη μέγιστα τυγχάνει λωβωμένη she is just the one who.., Semon.7.109; but freq. τυγχάνω cannot be translated at all, esp. in phrase τυγχάνω ὤν, which is simply = εἰμί, S.Aj.88, Ar.Pl.35, Pl.Prt. 313c, etc.
    2 the part. ὤν is sts. omitted,

    ὁ γὰρ μέγιστος τυγχάνει δορυξένων S.El.46

    ; εἴ σοι χαρτὰ τυγχάνει τάδε ib. 1457; νῦν δ' ἀγροῖσι τυγχάνει ib. 313;

    ἔνδον γὰρ ἄρτι τυγχάνει Id.Aj.9

    ;

    εἴ τις εὔνους τυγχάνει Ar.Ec. 1141

    ;

    εἰ σὺ τυγχάνεις ἐπιστήμων τούτων Pl.Prt. 313e

    , cf. Grg. 502b, R. 369b, al.: sts. τυγχάνειν is used much like εἶναι, Σωτὴρ γένοιτ' ἂν Ζεὺς ἐπ' ἀσπίδος τυχών A.Th. 520; οὐκ ἀποδάμου τυχόντος not being absent, Pi.P.4.5 (cf. τόσσαις)

    ; ποῦ χρὴ τηνικαῦτα τυγχάνειν; E.IA 730

    ; τ. ἐν ἐμπύροις to be engaged in.., Id.Andr. 1113; freq. in Arist.,

    δύο μέρη τετύχηκεν ἐξ ὧν ἡ πόλις Pol. 1318a31

    , cf. 1289b16, Top. 151b11; also in later Gr.,

    τὰ ἑπτάμηνα γόνιμα τυγχάνειν Sor.1.55

    , cf. 69, al.;

    νέος πάνυ τυγχάνων PLips. 40 ii 7

    (iv A. D.), etc.:—Phryn.244 rejects this usage in Attic.
    b τυγχάνον, = τὸ ἐκτὸς ὑποκείμενον, the external reality, e. g. αὐτὸς ὁ Δίων as distd. both from the word ([etym.] φωνή) Δίων and its meaning, Stoic.2.48.
    c τὰ πράγματα τυγχάνοντα καλοῦσι (sc. οἱ Στωϊκοί) , τέλος γὰρ τὸ τυχεῖν τούτων, ib.77.
    3 later c. inf., τυγχάνομεν ἐπιδεδωκέναι we happen to have handed in.., we have just handed in.., PTeb.796.13 (ii B. C.), cf. PSI10.1118.8 (i A. D.), 1.39.4 (ii A. D.), Heliod. et Antyll. ap. Orib.44.8.21, 25, 44.23.21, Gal. 18(2).394.
    B gain one's end or purpose, succeed,

    οὐκ ἐτύχησεν ἑλίξας Il. 23.466

    ;

    εἰ τύχῃ τις ἔρδων Pi.N.7.11

    , cf. 55; τὸ τυχεῖν, = νίκη, Id.O.2.51;

    πείθειν.. τυγχάνειν θ' ἅμα E.Hec. 819

    ;

    εἰ τύχοιμεν Th.4.63

    ; τυχόντες if successful, opp. σφαλέντες, Id.3.39, cf. 82, Pi.P.10.62;

    τυγχάνουσι καὶ ἀποτυγχάνουσι Arist.Po. 1450a3

    ;

    ὀρθῶς πράττειν καὶ τ. Pl.Euthd. 280a

    ; gain one's request, Hdt.1.213 (so τυχόντα γνώμης in Th.3.42); in speaking, to be right,

    τί νιν καλοῦσα.. τύχοιμ' ἄν; A.Ag. 1233

    , cf. Ch.14, 317 (lyr.), S.Ph. 223, OC 1580;

    Δίκαν νιν προσαγορεύομεν τυχόντες καλῶς A.Ch. 950

    (lyr.):—[voice] Pass., impers., αὐτῷ πρὸς τὸ ἔργον οὐδὲν ἐτυγχάνετο nothing went right, dub. in Ant.Lib. 39.3:—in part. τυχήσας or τυχών, combined with νύξε, βάλε, οὖτα, etc., pierce, wound, etc., successfully, so that the whole phrase means hit,

    ἔγχεϊ νύξε κατὰ κληῗδα τυχήσας Il.5.579

    , cf. 858, 12.394; βάλε δουρὶ κατὰ ζωστῆρα τυχήσας ib. 189;

    ὑπὸ στέρνοιο τυχήσας βεβλήκει 4.106

    , cf. 5.98, 582, 13.371, 397, Od.19.452, al.; also conversely,

    θηρητὴρ ἐτύχησε βαλών Il.15.581

    ;

    βαλὼν τύχω Hdt.3.35

    ; also apart from such combinations, hit, c. gen.,

    προβιβάντος Il.16.609

    ;

    μηρίνθοιο 23.857

    ;

    τ. τοῦ σκοποῦ Pl.Lg. 717b

    , cf. R. 523b, Th.2.35, X.An.3.2.19, Ap.1: c. dupl. gen.,

    εἰ.. τοῦ παιδὸς.. τύχω μέσης τῆς καρδίης Hdt. 3.35

    : abs.,

    ἤμβροτες οὐδ' ἔτυχες Il.5.287

    ;

    αἰ κε τύχωμι 7.243

    , Od.22.7.
    II hit upon, light upon:
    1 meet, fall in with persons, Αακεδαίμονι.. τυχήσας having met [him] in Lacedaemon, Od.21.13: c. gen.,

    θρηνητοῦ A.Ag. 1075

    ; τριακτῆρος ib. 172 (lyr.);

    ἀγαθῶν ἀνδρῶν Lys.2.5

    ;

    γυναικῶν X.Smp.9.7

    : with a predicate added,

    μή τευ μελαμπύγου τύχῃς Archil.110

    ;

    προφρόνων Μοισᾶν τ. Pi.I.4(3).43(61)

    ;

    θεῶν ἀμεινόνων τ. E.Heracl. 351

    ;

    ἐμοῦ.. οἰκητοῦ S.OT 1450

    , cf. 677;

    ἡμῶν τ. οἵων σε χρή E.Hel. 1300

    , cf. Lys.18.23;

    ἐρωτᾶτε αὐτοὺς ὁποίων τινῶν ἡμῶν ἔτυχον X.An.5.5.15

    ;

    τοῦ δαίμονος.. κακοδαίμονος Ar.Eq. 112

    .
    2 light on a thing,

    τύχε γάρ ἀμάθοιο βαθείης Il.5.587

    ; attain, obtain a thing, c. gen.,

    πομπῆς καὶ νόστοιο Od.6.290

    ;

    αἰδοῦς Thgn.253

    , cf. 256; [ οἴκτου] A.Pr. 241;

    ξυγγνώμης Th.7.15

    ;

    τῆς ἀξίας Ar.Av. 1223

    ; of meeting with misfortunes, βίης τυχεῖν meet with, suffer violence, Hdt.9.108; τραυμάτων, κακῶν, A.Ag. 866, E.Hec. 1280; δίκης, κρίσεως, Pl.Grg. 472d, Phdr. 249a, cf. Lg. 869b: abs., have the lot or fate,

    ἄλλος μὲν ἀποφθίσθω ἄλλος δὲ βιώτω, ὅς κε τύχῃ Il.8.430

    ;

    τὴν παρὰ Δαρείου αἰτήσας ἔτυχε μισθόν Hdt.5.23

    (where τὴν is governed by αἰτήσας).
    b after Hom. also c. acc. of neut. Adj. or Pron.,

    τὰ πρόσφορα A.Ch. 711

    , cf. Eu.30, S.OC 1106, Ph. 509 (lyr.), E.Med. 758, Hec.51: later the acc. is used more freely,

    τ. ἐπίστασιν Sammelb.5235.15

    (i A. D.);

    ὑπογραφήν BGU615.23

    (ii A. D.);

    βοήθειαν PGoodsp.Cair.15.14

    (iv A. D.);

    εὐκαιρίαν PSI9.1082.5

    (iv A. D.);

    τὰ γυναίκια δεσμὸν οὐδένα βούλεται τυγχάνειν Sor.1.70b

    .
    c after either case a gen. pers. may be added, obtain a thing from a person,

    ὧν δέ σου τυχεῖν ἐφίεμαι S.Ph. 1315

    ;

    σου τοῦτο τ. Id.OC 1168

    ; or the pers. may be added with a Prep.,

    τ. ἐπαίνου ἔκ τινος Id.Ant. 665

    ;

    παρὰ σεῖο τ. φιλότητος Od.15.158

    ;

    τιμίαν ἕδραν παρ' ἀνδρῶν A.Eu. 856

    (dub.);

    αἰδοῦς ὑπό τινος X.Cyr.1.6.10

    , cf. Mem.4.8.10, etc.: abs.,

    χρὴ πρὸς μακάρων τυγχάνοντ' εὖ πασχέμεν Pi.P.3.104

    .
    d c. inf.,

    οἶμαί σου τεύξεσθαι μεθεῖναί με Pl.Phlb. 50d

    ;

    ἐὰν ψαῦσαι τοῦ νεκροῦ τύχωμεν Plu.Pel.33

    ; οὐ τυχὼν ἐπιδείξειν ( = ἐπιδεῖξαι ) not having succeeded in proving, PPetr.3p.153 (iii B. C.). (Τυ-γ-χ-άνω, with ἐτύχησα, τετύχηκα, is formed from the [tense] aor. τυχ-εῖν, which was orig. the [tense] aor. [voice] Pass. (with act. form) of τεύχω 'make'; ἔτυχε = factum est, as ἔτραφον = I was nourished (v. τρέφω); senses A.1.1-3 are the oldest and are parallel to

    τεύχω 11

    (esp.[voice] Pass.); many of the forms belong equally to both verbs; τιτύσκομαι like wise belongs to both verbs; τ (ε) υχ- from Θ (ε) υχ-, cf. ἀποθύσκειν, ἐνθύσκει, συνθύξω, and perh. Germ. taugen 'to be capable, useful', Engl. dow, doughty.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τυγχάνω

  • 17 πάσχω

    πάσχω, Il.20.297, etc.: [tense] impf.
    A

    ἔπασχον 17.375

    , etc.: [tense] fut.

    πείσομαι Od.2.134

    , etc. ; [dialect] Dor. [ per.] 3sg.

    παισεῖται Abh.Berl.Akad.1925(5).21

    (Cyrene, iii B.C.): [tense] aor.

    ἔπᾰθον Il.9.492

    , etc.: [tense] pf.

    πέπονθα Od.13.6

    , etc.: [tense] plpf. ἐπεπόνθειν ib.92, etc.; [dialect] Att.

    ἐπεπόνθη Pl.Smp. 198c

    (all the above tenses in Hom., [tense] pres. and [tense] aor. only in Hes.). —Rarer forms, [ per.] 2pl. [tense] pf. πέπασθε (so Aristarch.) Il.3.99,

    πέποσθε Od. 23.53

    ; fem. [tense] pf. part.

    πεπᾰθυῖα 17.555

    ; [dialect] Dor. [tense] pf.

    πέποσχα Stesich. 89

    , Epich.11, PCair.Zen. 482.18 (iii B.C.) :— have something done to one, suffer, opp. do,

    ὅσσ' ἔρξαν τ' ἔπαθόν τε Od.8.490

    ;

    ῥέζοντά τι καὶ παθεῖν ἔοικεν Pi.N.4.32

    ; δρᾶν καὶ πάσχειν, v. δράω ; πολλὰ μὲν.. πείσεσθαι, πολλὰ δὲ ποιήσειν Hdt.5.89, etc.: hence used as [voice] Pass. of ποιέω (cf. Arist. Cat. 2a4, Metaph. 1017a26, Plot.3.6.8, etc.), π. τι ὑπό τινος to be treated so and so by another, suffer it at his hands,

    ἃ πάσχοντες ὑφ' ἑτέρων ὀργίζεσθε, ταῦτα τοὺς ἄλλους μὴ ποιεῖτε Isoc.3.61

    , cf. Hdt.1.44, 124,al. ;

    ἐξ ἐμοῦ μὲν ἔπαθες οἷα φῂς παθεῖν, δρᾷς δ' οὐδὲν ἡμᾶς εὖ E.Hec. 252

    ;

    οἷα πρὸς θεῶν πάσχω θεός A.Pr.92

    , cf. Hdt.1.36.
    2 of the influence of passion or feeling, to be affected in a certain way, be (or come to be) in a certain state of mind,

    οἱ Καμαριναῖοι ἐπεπόνθεσαν τοιόνδε Th.6.88

    , cf. 1.80, D.20.56 ;

    ὅ τι μὲν ὑμεῖς πεπόνθατε ὑπὸ τῶν ἐμῶν κατηγόρων οὐκ οἶδα Pl.Ap. 17a

    , cf. 21c, 22c, Alc.1.118b, Smp.198c ;

    π. τι πρός τινας Isoc.2.42

    , Pl.Grg. 485b, cf. X.Smp.4.11, 8.15, etc. ;

    τι ἔς τινας Th.6.11

    : sts. with Adj., ὑϊκὸν πάσχει he is swinishly disposed, X.Mem.1.2.30 : abs., ὁ πάσχων the man of feeling or impulse, ὁ μὴ πάσχων the un impassioned man, Arist.MM 1203b21.
    3 of things, πεπόνθασι.. αἱ Ἰώνων ὁρταὶ τοῦτο this is the case with.., Hdt.1.148 ; πάσχει δὲ ταὐτὸ τοῦτο καὶ τὰ κάρδαμα this is just the way with.., Ar.Nu. 234 ;

    οἷον τὰ γράμματα πεπονθότ' ἂν εἴη Pl.Sph. 253a

    ; ὁμοίως π. τῷ Νείλῳ to be in the same case with.., Hdt.2.20.
    4 Gramm., of words, to be subject to certain changes, EM 200.11, 491.2, etc. ; τὸ πεπονθός a modified form, A.D.Adv.137.16.
    b to be passive in meaning, Id.Synt. 244.6,al.
    III freq. with Advbs., κακῶς πάσχειν or παθεῖν to be in evil plight, unlucky, Od.16.275, Hdt.3.146, etc. ; κακῶς π. ὑπό τινος to be ill used, ill treated by.., A.Pr. 1041 (anap.) ; ἐκ Διὸς π. κακῶς ib. 759 (but also κακὸν π. ὑ. τ. Th.8.48): freq. with an Adj., κακά, αἰνά, λυγρὰ π ., Il.3.99, 22.431, Hdt.9.37 ;

    ἀνάρσια πρός τινος Id.5.89

    : freq. in Trag., π. δύσοιστα, τάλανα, ἀμήχανα, οἰκτρά, σχέτλια, ἀνάξια, A.Eu. 789 (lyr.), Th. 988 (dub.), E.Hipp. 598, Hec. 321, Andr. 1180 (dub.), IA 852 : also in Prose, δεινά, βίαια π., D.51.19, 21.1, etc. ; πρέποντα πάσχειν Anti-pho 3.3.9 : in Hom. also with Subst., ἄλγεα, κήδεα, πήματα, ἀεκήλια ἔργα, Il.20.297, Od.17.555, Il.5.886, 18.77 : rarely in [dialect] Att.,

    πράγματ' αἴσχιστ' ἂν ἐπάθομεν D.21.17

    .
    b εὖ πάσχειν to be well off, in good case, c. gen., τῶν αὑτοῦ (leg. ὧν αὐτοῦ, cf. ὅς Possess.) κτεάνων εὖ πασχέμεν to have the good of, enjoy one's own, like ἀπολαύω, γεύομαι, etc., Thgn. 1009, cf. Pi.N.1.32 ; εὖ πάσχειν receive benefits, opp. εὖ δρᾶν, A.Eu. 868, Th.2.40, etc. ;

    ἀνθ' ὧν ἔπασχον εὖ.. χάριν δοῦναι S.OC 1489

    ;

    τιμᾶσθαι.. ἐν τῇ μνήμῃ τῶν εὖ πεπονθότων Aeschin.3.182

    ;

    εὖ παθεῖν ὑπό τινων Pl.Grg. 519d

    , etc.: also with an Adj.,

    π. ἀγαθά Hdt.2.37

    ;

    τι ἐσλόν Pi.P.9.89

    , cf. Alc.Supp.22.5 ;

    τερπνόν τι S. Aj. 521

    , cf. Theoc.7.83 ; χαρτά, ὅσια, E.Ph. 618, Hec. 788 ; γλυκέα, χαρίεντα π., Ar. Pax 591, Ec. 794 ;

    δίκαια Din.1.10

    ;

    φιλικὰ ὑπό τινος X.Cyr.4.6.6

    .
    2 without Adv., with reference to evil, used for κακῶς or

    κακὰπ., μάλα πόλλ' ἔπαθον καὶ πόλλ' ἐμόγησα Od.5.223

    , cf. Il. 23.607 ;

    εἴ κεν μάλα πολλὰ πάθοι 22.220

    ; ὁτιοῦν π. suffer anything whatever, Isoc.12.133, etc.: abs., παθὼν δέ τε νήπιος ἔγνω by hard experience, Hes. Op. 218, cf. S.OT 403 ; ὁ παθών the injured parly, Pl. Lg. 730a, 878c :—Phrases: μή τι πάθῃς or πάθοι, lest thou, lest he suffer any ill, Od.17.596, Il.5.567, cf. 11.470, etc. ;

    μή τι πάθωμεν 13.52

    : hence εἴ τι πάθοιμι or ἤν τι πάθω, as euphemism, if aught were to happen to me, i.e. if I were to die, Callin.1.17, Hdt.8.102, Ar.Ec. 1105, V. 385, Lys.19.51, Theoc.8.10 ;

    ἂν οὗτός τι πάθῃ D.4.11

    ;

    ἐάν τινα ἀνθρώπινα πάσχῃ IG3.74.13

    ; so

    εἴ τι πείσεται.. ἅδε γᾶ E.Ph. 244

    (lyr.) ;

    ἤν τι ναῦς πάθῃ Id.IT 755

    , cf. Syngr. ap. D.35.13.
    b in Law, suffer punishment, pay the penalty, Lys.20.30 ;

    π. ὡς ἱερόσυλος SIG 1016.7

    (Iasos, iv B. C.), cf. 1 Ep.Pet.4.15 ; ὡς προδότης καὶ ἐπιβουλεύων τῷ δήμῳ πασχέτω τι Aen. Tact.11.9 ;

    τιμᾶν ὅ τι χρὴ παθεῖν.. ἢ ἀποτεῖσαι Pl.Plt. 299a

    (- τίνειν codd.), cf. Ap. 36b, X.Mem.2.9.5, IG12.65.50, etc.
    3 τί πάθω ; what is to become of me? ὤμοι ἐγώ, τί π. ; Il.11.404, Od.5.465, S.OC 216 (lyr.), Theoc.3.24 ; sts. what (else) am I to do? Ar.Nu. 798 ; so esp. τί γὰρ π. ; E.Hec. 614, Supp. 257, Ar.Av. 1432, etc. ; ὡμολόγηκα· τί γὰρ π. ; I allow it—how can I help it? Pl.Euthd. 302d, cf. Hdt.4.118.
    4 in [ per.] 2sg., τί πάσχεις ; what's the matter with you? Ar.Nu. 708, Av. 1044 ; τί χρῆμα πάσχεις ; Id.Nu. 816 : so in [tense] aor. part., τί παθών ; τί παθόντε λελάσμεθα θούριδος ἀλκῆς ; what possesses us that we have forgotten.. ? Il.11.313 ; but τί παθόντες γαῖαν ἔδυτε ; what befell you that you died ? Od.24.106 ; also οὐδὲν θαυμαστὸν ἔπαθεν.. πεισθείς no wonder that he was induced, Antipho 2.4.7.
    5 to be ill, suffer, c. acc. of the part affected, π. τοὺς πόδας, τὴν πλευράν, PSI4.293.23 (iii A. D.), PGen.56.27 (iv A. D.) : abs. in part., ὁ πάσχων, almost = ὁ κάμνων, the patient, PMag. Par.1.3017 ;

    μεταβαίνει ἀπὸ τῶν παθῶν ἐπὶ τοὺς πάσχοντας ἀνθρώπους Gal.16.583

    , cf. 15.501, Sor.Fasc. 45, al.
    IV in later Stoic Philos., πάσχειν is to be acted upon by outward objects, take impressions from, them, opp. ἀποπάσχω, mostly folld. by ὅτι, to be led to suppose that.., Arr.Epict.1.2.3, 1.18.1, etc.: also c. acc., have experience of, ἀρετήν, λόγον, Ph.2.449, 1.121. (Π θσκω, [tense] fut. Πένθ-σομαι, cf. πένθος.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πάσχω

  • 18 νόος

    νόος (νόος, -ῳ, -ον, νόον.)
    a purpose, will; mind (of men, gods)

    χάρις νόον ὑπὸ γλυκυτάταις ἔθηκε φροντίσιν O. 1.19

    ὥστ' ἔμφρονι δεῖξαι μαθεῖν Πατρόκλου βιατὰν νόον O. 9.75

    μάλα δέ οἱ θερμαίνει φιλότατι νόον O. 10.87

    ἐθελήσαις ταῦτα νόῳ τιθέμεν P. 1.40

    τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον Φάλαριν P. 1.95

    ἀλλ' οὐδὲ ταῦτα νόον ἰαίνει φθονερῶν P. 2.89

    Χίρωνα νόον ἔχοντ ἀνδρῶν φίλον P. 3.5

    πειρῶντι δὲ καὶ χρυσὸς ἐν βασάνῳ πρέπει καὶ νόος ὀρθός P. 10.68

    ὦ τέκνον, ποντίου θηρὸς πετραίου χρωτὶ μάλιστα νόον προσφέρων” fr. 43. 2. δίχα μοι νόος ἀτρέκειαν εἰπεῖν fr. 213.4. esp. dat. c. adj., pro adv., ἀλαθεῖ νόῳ O.2.92.

    ἑκόντι τοίνυν πρέπει νόῳ τὸν εὐεργέταν ὑπαντιάσαι P. 5.44

    τίν τ, Ἐλέλιχθον, μάλα ἁδόντι νόῳ, Ποσειδάν, προσέχεται P. 6.51

    εὐμενεῖ νόῳ P. 8.18

    ἑκόντι δ' εὔχομαι νόῳ P. 8.67

    μυριᾶν δ' ἀρετᾶν ἀτελεῖ νόῳ γεύεται N. 3.42

    γείτον' νόῳ φιλήσαντ ἀτενέι N. 7.88

    εὐμενεῖ δέξασθε νόῳ Pae. 5.45

    νηλεεῖ νόῳ δ fr. 177e.
    b wits; wisdom κοινᾶνι παρ' εὐθυτάτῳ γνώμαν πιθών, πάντα ἰσάντι νόῳ (sc. Ἀπόλλων) P. 3.29

    εἰ δὲ νόῳ τις ἔχει θνατῶν ἀλαθείας ὁδόν P. 3.103

    κρέσσονα μὲν ἁλικίας νόον φέρβεται γλῶσσάν τε P. 5.110

    Διός τοι νόος μέγας κυβερνᾷ δαίμον' ἀνδρῶν φίλων P. 5.122

    νόῳ δὲ πλοῦτον ἄγει (sc. Ἀρκεσίλας) P. 6.47

    ἀλλά τι προσφέρομεν ἔμπαν ἢ μέγαν νόον ἤτοι φύσιν ἀθανάτοις N. 6.5

    ὁ πονήσαις δὲ νόῳ καὶ προμάθειαν φέρει I. 1.40

    αἰνέω καὶ Πυθέαν χερσὶ δεξιόν, νόῳ ἀντίπαλον I. 5.61

    c fragg. ] ἔσφαλ' ὅλῳ νόῳ ( ὀλοῷ coni. van Groningen) fr. 1a. 6. μ]έμηλεν πατρὸς νόῳ Δ. 4. 35.

    Lexicon to Pindar > νόος

  • 19 τοῖος

    τοῖος, τοία ([dialect] Ion. τοίη) , τοῖον:—demonstr. Pron., corresponding to the relat. οἷος, interrog. ποῖος, and indef. ποιός,
    A such, such-like, common in Poets, but rare in Prose (where τοιόσδε or τοιοῦτος is used, v. infr.): prop. τοῖος requires an answering clause with οἷος, τοῖος ἐών, οἷος οὔ τις Ἀχαιῶν (sc. ἐστίν) Il.18.105, cf. Od.4.342, al.; τοῖος ἐών, οἷόν κε.. ἴδησθε ib. 421, cf. 1.257, al.; οὐ γάρ πω τοίους ἴδον.., οἷον Πειρίθοον ( = οἷος Πειρίθοος ἦν) Il.1.262; οἵηπερ φύλλων γενεή, τοίη δὲ (not τοιήδε)

    καὶ ἀνδρῶν 6.146

    : for οἷος we have ὁποῖος, Od.17.421; or simple relat. Pron.,

    ἡμεῖς δ' εἰμὲν τοῖοι, οἳ ἂν σέθεν ἀντιάσαιμεν Il.7.231

    (v. infr.), cf. 17.164, 24.153, 182, Od.2.286, al.: rarely a Conj. instead of a relat. Adj., τοῖον ὅπως ἐθέλει such as.., 16.208: but τοῖος is sts. abs., referring to something mentioned earlier, Il.4.289, 390, 399, 5.828, 17.170, Pi.I.6(5).14, A.Eu. 378 (lyr.), S.Aj. 562, Ar.Ra. 470 (paratrag.), etc.
    2 with qualifying words,

    τεύχεσι τοῖον Il.5.450

    ;

    τ... ἐν πολέμῳ 18.105

    ;

    τ. ἰδεῖν Thgn.216

    .
    3 in early Prose writers only used in such phrases as

    τοῖος ἢ τοῖος Pl.R. 429b

    , 437e;

    τοῖα καὶ τοῖα Id.Phdr. 271d

    , cf. Longin.27.1;

    οἱ μὲν τ. οἱ δὲ τ. Epicur.Ep.1p.14U.

    , cf. Arr. Epict.3.16.11;

    οὐ μᾶλλον τοῖον ἢ τοῖον εἶναι Plu.2.1108f

    , al.: in late Prose used alone, S.E.P.1.228, M.7.197, Ael.NA1.41, POxy.903.14 (iv A.D.).
    II τοῖος c. inf., such as to do, i. e. fit or able to do,

    τοῖοι ἀμυνέμεν Od.2.60

    : cf.

    οἷος 111

    .
    III with an Adj. of the same gender and case, it emphasizes the sense of the Adj., so very, just.., ἐπιεικέα τοῖον just of moderate size, Il.23.246; πέλαγος μέγα τοῖον a sea so large, Od.3.321; κερδαλέον δὴ τ. so very knowing, 15.451; still stronger, ἀβληχρὸς μάλα τ. so exceeding gentle, 11.135, 23.282;

    μείδησε.. σαρδάνιον μάλα τ. 20.302

    : rarely with [comp] Sup., τ. μέγιστος δοῦπος v.l. in Hes.Th. 703.
    IV in late [dialect] Ep., = οἷος, Nic.Th. 762, Al. 232, 293.
    V neut. τοῖον as Adv., thus, so much,

    τοῖον γὰρ ὑποτρομέουσι Il.22.241

    , cf. Od.3.496; θάμα τ. ever so often, 1.209;

    ἀλλ' ἴθι σιγῇ τ. 7.30

    , cf. 4.776: in later [dialect] Ep. τοίως, Theoc.24.72 codd., A.R.3.1399.
    VI Sch.Il.7.231 (v. supr. 1.1 ) has οἱ γλωσσογράφοι τὸ τοῖοι ἀντὶ τοῦ ἀγαθοί· ὅθεν καὶ Καλλίμαχος τῷ τοίων δεῖ κέχρηται.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τοῖος

  • 20 ἡδύς

    ἡδύς, ἡδεῖα, ἡδύ, ἡδὺς ἀϋτμή (as fem.) once in Hom., Od.12.369: [dialect] Dor. [full] ἁδύς [pron. full] [ᾱ], [dialect] Boeot. neut. [full] ϝαδού (written γάδου) cj. in Corinn.17 (cf. pr. n.
    A

    ϝαδιούλογος IG7.2788.3

    ), Elean [full] βᾱδύς (q.v.): irreg. acc. ἁδέα for

    ἡδύν Theoc.20.44

    , for ἡδεῖαν ib.[8], Mosch.3.82: [dialect] Ion. fem. ἡδέᾰ, [dialect] Dor. ἁδέα: [comp] Comp. ἡδίων [ῑ], [comp] Sup.

    ἥδιστος Od.13.80

    , etc.; also

    ἡδύτερος Thphr.HP3.2.1

    , Ps.-Phoc.195, AP9.247 (Phil.); ἡδύτατος ib.11.298.7, Plu.2.98e.
    I pleasant to the taste,

    δεῖπνον Od.20.391

    ; of wine, 3.51, 9.197, etc.; to the smell,

    ἀμβροσίην.. ἡδὺ μάλα πνείουσαν 4.446

    ;

    ὀδμὴ δ' ἡδεῖα ἀπὸ κρητῆρος ὀδώδει 9.210

    ; to the hearing,

    δίδου δ' ἡδεῖαν ἀοιδήν 8.64

    ;

    αὐδή Hes.Th.40

    ; feelings or states,

    ἡ. ὕπνος Il.4.131

    , Od.1.364, al.;

    κοῖτος 19.510

    ;

    ἡδὺ μάλα κνώσσουσα 4.809

    ; ἡδὺς μῦθος, opp. ἀλγεινός, S.Ant.12: c. inf.,

    φέγγος ἥδιον δρακεῖν A.Ag. 602

    ; ἡδὺς ἀκοῦσαι [λόγος] Pl.Men. 81d, cf. Ar.V. 503; later

    ἡ. ἀκουσθῆναι D.H.Comp.9

    ;

    εἰ.. τόδε πᾶσι φίλον καὶ ἡδὺ γένοιτο Il.4.17

    , cf. 7.387: c. inf.,

    οὐκ ἂν ἐμοί γε μετὰ φρεσὶν ἡδὺ γένοιτο ζωέμεν Od.24.435

    ;

    ἁδύ τι θαρσαλέαις τὸν μακρὸν τείνειν βίον ἐλπίσι A.Pr. 536

    , etc.; so οὔ μοι ἥδιόν ἐστι λέγειν I had rather not.., Hdt.2.46: neut. as Subst.,

    τὸ δι' ἀκοῆς τε καὶ δι' ὄψεως ἡδύ Pl.Hp.Ma. 298a

    ; μεμιγμένον τῷ σεμνῷ τὸ ἡ. D.H.Comp.1; τὰ ἡ. pleasures, Th.5.105, Pl.Grg. 495a, etc.: neut. as Adv., ἐπ' αὐτῷ ἡδὺ γέλασσαν merrily, Il.2.270, etc.; ἁδὺ δὲ καὶ τὺ συρίσδες sweetly, Theoc.1.2.
    II after Hom., of persons, welcome, S.OT82, Ph. 530 ([comp] Sup.), El. 929; ironically,

    ἥδιστος.. δεσμώτης ἔσω θακεῖ Id.Aj. 105

    ; like εὐήθης, innocent, simple,

    ὡς ἡ. εἶ Pl.Grg. 491e

    , Plu.Art.17, etc.: [comp] Sup., ὦ ἥδιστε my good friend (iron.), Pl.R. 348c, al.
    III Adv. ἡδέως pleasantly, with pleasure,

    καθεύδειν Pl.Cri. 43b

    ;

    εὕδειν S.Tr. 175

    ;

    δρᾶν Id.Ant.70

    ;

    ὁρᾶν τινα E.IA 1122

    ;

    βίοτον ἄγειν Id.Cyc. 453

    ; λαβεῖν, δέχεσθαι, Ar.Eq. 440, X.Mem.1.2.4; ἡ. ἂν ἐροίμην I would gladly ask, should like to ask, D.18.64; ἡ. ἔχειν τι to be pleased or content with, E. Ion 647 (but ἵν' ἡ δόκησις Ξοῦθον ἡ. ἔχῃ ib. 1602); οὐδὲ πότων ἡ. εἶχον had no inclination to drink, Hp.Epid.3.13; τινος, of a person, Macho ap.Ath.13.577e; ἡ. ἔχειν πρὸς ἅπαντας to be suave, courteous towards.., Isoc.1.20; τινι D.5.15; ἡ. ἔχειν, of things, to be pleasant, E.IA 483;

    ἡ. ἔμοιγε κἀλγεινῶς ἅμα S.Ant. 436

    ; iron., ἡ. γε ' prettily said', Pl.Hp.Ma. 300c: [comp] Comp.

    ἥδιον Lys.7.40

    , Pherecr.67, etc.: [comp] Sup.,

    ἥδιστα μεντἂν ἤκουσα Pl.Tht. 183d

    , etc.
    2 in Hom. neut. ἡδύ as Adv. (v. supr.), cf.

    ἥδομαι. [ἥδῐον E.Supp. 1101

    (s.v.l.), Ar. V. 298 (lyr.), Alex.25.6, but ἡδίον (α) [ῑ] E.Cyc. 251, etc.] (Skt. svādús, Lat. suāvis.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἡδύς

См. также в других словарях:

  • μάλα — (Α μάλα) επίρρ. νεοελλ. (ενάρθρως) τα μάλα πάρα πολύ, σε πολύ μεγάλο βαθμό αρχ. 1. σε μεγάλο βαθμό, πολύ (α. «ἄνδρα μοι ἔννεπε, μοῡσα, πολύτροπον, ὃς μάλα πολλὰ πλάγχθη», Ομ. Οδ. β. «μάλ εὖ ἄμουσοι», Πλάτ. γ. «θώματα δὲ γῆ ἡ Λυδίη ἐς συγγραφὴν οὐ …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Γραμματεία και Λογοτεχνία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ H λέξη ιστορία συνδέεται ετυμολογικά με τη ρίζα Fιδ , η οποία σημαίνει «βλέπω», και υπό αυτή την έννοια ιστορία είναι η αφήγηση που προκύπτει από έρευνα βασισμένη στην προσωπική παρατήρηση. Τα κείμενα των αρχαίων… …   Dictionary of Greek

  • Πολλάκι καὶ κηπουρὸς ἀνὴρ μάλα καίριον εἴπεν. — См. Временем и дурак правду скажет …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • Πολλάκι γαρ καὶ μωρὸς ἀνὴρ μάλα καίριον εἴπεν. — См. Временем и дурак правду скажет …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • Festina lente — Sigma Inhaltsverzeichnis 1 Σ αγαπώ. 2 Σαρδόνιος γέλως …   Deutsch Wikipedia

  • Liste griechischer Phrasen/Sigma — Sigma Inhaltsverzeichnis 1 Σ αγαπώ …   Deutsch Wikipedia

  • συχνός — ή, ό / συχνός, ή, όν, ΝΜΑ, και ιδιωμ. τ. συχνιός, ά, ό, Ν 1. αυτός που γίνεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα, αυτός που επαναλαμβάνεται πολλές φορές, αλλεπάλληλος (α. «μάς κάνει συχνές επισκέψεις τον τελευταίο καιρό» β. «μάλα γε συχνὸν εἶδος»,… …   Dictionary of Greek

  • Geflügelte Worte (Antike) — Alpha und Omega, Anfang und Ende, kombiniert zu einem Buchstaben Diese Liste ist eine Sammlung alt und neugriechischer Phrasen, Sprichwörter und Redewendungen. Sie beschreibt ihren Gebrauch und gibt, wo möglich, die Quellen an. Graeca non… …   Deutsch Wikipedia

  • CANIS — I. CANIS Arabiae Felicis fluv. Ptol. II. CANIS Ordo equestris a Buchardo IV. ex Montmorantia famil. primo Galliae Barone, institutus; qui pace cum Philippo I. vel Ludov. fil. eius potius, a quo arce quâdam exutus erat, quod Adrianum Abbatem S.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • μισγάγκεια — η (Α μισγάγκεια) η κατά μήκος μιας ποτάμιας κοίτης νοητή γραμμή που συνδέει όλα τα σημεία με το μέγιστο βάθος και διά μέσου τής οποίας γίνεται η ροή τού νερού αρχ. 1. τόπος όπου συναντώνται δύο ή περισσότερες κοιλάδες και όπου συγκεντρώνονται τα… …   Dictionary of Greek

  • ONOCROTALUS — Hebraice chos, Graecis ὀνοκρόταλος, Romanis turo dictus est, a trua, quod vasis genus. Pomponius Pannuceatis, Mulier ubi aspexit tam mirifice tutulatam truam. Et Titinnius Setina, Cocus magnum ahenum quando fervit, paulâ confutat truâ. Unde… …   Hofmann J. Lexicon universale

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»